του Φίλιππου Νικολόπουλου* 

Έκλεισαν τρία χρόνια και παραπάνω απ’ την έναρξη της αιματηρής πολεμικής σύγκρουσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Μιας σύγκρουσης που μπορούσε να αποφευχθεί, αν η Δύση κατανοούσε περισσότερο τις θέσεις της Ρωσίας σχετικά με την επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς. Μιας σύγκρουσης, που φυσικά δεν θα μπορούσε να κρατήσει τόσο χρόνο αν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν υποστήριζαν συστηματικά την Ουκρανία, τόσο στρατιωτικά όσο και οικονομικά, σε βαθμό που δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι διεξαγόταν και διεξάγεται ένας πόλεμος «δι’ αντιπροσώπου» κατά της Ρωσίας.

Η τελευταία βεβαίως παραβίασε κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, αφού παραβίασε την εθνική κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα μιας ανεξάρτητης χώρας. Σ’ επίπεδο όμως Διεθνών Σχέσεων –και ιδιαίτερα από την πλευρά της λεγόμενης ρεαλιστικής σχολής– τα πράγματα δεν πρέπει να εξετάζονται μόνο με βάση τους κανόνες Δικαίου, αλλά ευρύτερα, με βάση το σύστημα ασφαλείας ορισμένων χωρών και του συσχετισμού δύναμης. Μην ξεχνούμε την κρίση των πυραύλων του 1962 στην Κούβα, όταν οι ΗΠΑ –επί Κέννεντυ– απείλησαν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, αν εγκαθίσταντο οι Ρωσικοί πύραυλοι στη χώρα του Κάστρο. Έθεσαν πεισματικά το ζήτημα της εθνικής τους ασφάλειας και τελικά οι πύραυλοι δεν εγκαταστάθησαν (αυτό το τόνιζε σε δηλώσεις του και ο Douglas Mc Gregor, Συνταγματάρχης, Πρ. Σύμβουλος του Αρχηγού του Αμερικανικού Πενταγώνου, ο οποίος πέραν των άλλων είπε ανοικτά και θαρρετά ότι «η πρόκληση του πολέμου στην Ουκρανία έγινε για τα χρήματα»).

Μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, αλλά κι αργότερα, η ηγεσία των ΗΠΑ υποσχέθηκε στη Ρωσία ότι δεν θα υπάρξει επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς. Για να μην πούμε ότι αυτή η υπόσχεση αποτελούσε καταστατικό στοιχείο της συμφωνίας για πτώση του τείχους και λήξη του ψυχρού πολέμου. Όμως οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν τήρησαν αυτή την υπόσχεση και βαθμιαία χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ γινόντουσαν μέλη του ΝΑΤΟ. Η Ρωσία από καιρό αισθανόταν ότι «περικυκλωνόταν» από τη νατοϊκή λαβίδα. Με την Ουκρανία το ποτήρι ξεχείλισε, αρχής γενομένης με την κατευθυνόμενη (και υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ) ανατροπή του φιλορώσου ηγέτη το 2014. Ο πρόεδρος Πούτιν είχε από χρόνια προειδοποιήσει ότι δεν θα δεχόταν μια Ουκρανία μέλος του ΝΑΤΟ με πυραυλικές εγκαταστάσεις του τελευταίου τόσο κοντά στη χώρα του. Εξάλλου η Ουκρανία ανέκαθεν βρίσκονταν στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας και μεταξύ τους υπήρχαν γνωστοί σοβαροί ιστορικοπολιτισμικοί δεσμοί. Έθετε και αυτός σαφώς θέμα ασφαλείας της χώρας του. Εξάλλου υπήρχε και το ζήτημα των ρωσόφωνων κατοίκων του Ντονμπάς, των οποίων τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιαζόντουσαν από την ουκρανική πλευρά. Απαιτούσε, λοιπόν, τη στρατιωτική ουδετερότητα της χώρας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτή δεν μπορούσε να γίνει μέλος της Ε.Ε.

Η Δύση όμως δεν έλαβε υπόψη της αυτές τις προειδοποιήσεις, αλλ’ αντίθετα στήριζε ουκρανικές κυβερνήσεις που επεδίωκαν καθαρά την είσοδο στο ΝΑΤΟ. Γιατί επέμενε και επιμένει η Δύση –τώρα βεβαίως με την προεδρία του Τραμπ κάπως έχει αλλάξει η αμερικάνικη πολιτική– στη «νατοποίηση» της Ουκρανίας; Γιατί επιμένει στην πολιτική της «περικύκλωσης» της Ρωσίας; Ακόμη κι ο Κίσινγκερ, σε μια σύνοδο στο Νταβός –κι ενώ είχε αρχίσει ο πόλεμος– θεώρησε αυτήν την πολιτική λανθασμένη. Δεν νομίζουμε ότι ο πρόεδρος Πούτιν επεδίωκε με την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» την κατάκτηση ακριβώς της Ουκρανίας. Όπως είναι εξαιρετικά υπερβολικό και ανιστόρητο το να φοβούνται οι ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες ότι η Ρωσία θα τους επιτεθεί, έχοντας κατακτητικούς σκοπούς… Η ιστορία άλλα λέγει: η Ρωσία δέχτηκε δύο φορές μεγάλες κατακτητικές επιθέσεις από ευρωπαϊκές χώρες, τη μία απ’ τον Ναπολέοντα και την άλλη απ’ τον Χίτλερ. Κι ας μην ξεχνούμε την άποψη του μεγάλου Προέδρου των ΗΠΑ Φρ. Ρούζβελτ, ότι η Ρωσία δικαιούται να έχει μία αμυντική ζώνη μπροστά από αυτήν από ανατολικές ευρωπαϊκές χώρες, που θα βρίσκονται στη δική της ζώνη επιρροής, αφού δέχτηκε επανειλημμένες κατακτητικές επιθέσεις από μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες. Εξάλλου με την πολιτική Μπάιντεν διαφωνούσε ακόμη κι ο πρ. Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χ. Κίσινγκερ, που κάθε άλλο παρά ήταν ρωσόφιλος.

Θα ήταν προτιμότερο η Δύση ν’ ασχοληθεί με τα δικά της εσωτερικά προβλήματα, που φυσικά συνδέονται με τις αρνητικές κοινωνικές συνέπειες της λαίλαπας του νεοφιλελευθερισμού και τις πιεστικές πολιτικές του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κατεστημένου. Η άνοδος ακροδεξιών κομμάτων στη Δυτική Ευρώπη έχει κάποιους κοινωνικοοικονομικούς και πολιτιστικούς λόγους. Μήπως η υποκρισία των λεγόμενων «προοδευτικών» πολιτικών δυνάμεων και η ενδοτικότητά τους σε κάποιες τάσεις «πολιτισμικής πολτοποίησης» που προωθούνται από κάποια κέντρα εξουσίας έχει απογοητεύσει τον μέσο πολίτη στην Ευρώπη και ΗΠΑ; Μήπως οι κατευθύνσεις της παγκοσμιοποίησης, συνδεδεμένες με το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κατεστημένο, δεν γίνονται αποδεκτές; Η κοινωνικοοικονομική ανισότητα αυξάνεται και το κοινωνικό κράτος ισχναίνει. Ας θυμηθούμε τον απαισιόδοξο προβληματισμό του Μάικλ Μουρ γύρω από το «πού πηγαίνει η Αμερική», κι ας κατανοήσουμε ότι η «παραγωγή και διατήρηση» πολέμων υπό το πρόσχημα της υπεράσπισης της δημοκρατίας, της ελευθερίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν οδηγούν στη λύση του προβλήματος. Αντίθετα, απαιτούνται εσωτερικές δομικές κοινωνικές αναδιαρθρώσεις που θα μειώσουν, τουλάχιστον, το εσωτερικό κοινωνικό πρόβλημα, όπως και τις ποικίλες αγωνίες των πολιτών σε πολλά επίπεδα.

* Ο Φίλιππος Νικολόπουλος είναι Δρ Κοινωνιολογίας, Νομικός ‒ πρ. Επίκ. Καθηγητής Φιλοσοφικής Σχολής Παν/μίου Κρήτης, πρ. Α/τής Καθηγητής Παν/μίου Ινδιανάπολης, Γραμ. των Σχολών και της Κοσμητείας του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός»

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!