Στο νέο βιβλίο του Γιάννη Τόλιου, αποτελεί μια ουσιαστική συμβολή στην σύγχρονη θεώρηση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών προεκτάσεων που συνδέονται με την ανάπτυξη και χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών –της λεγόμενης «Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης»– στις σημερινές κοινωνίες. Ο συγγραφέας εξετάζοντας συνοπτικά τις προηγούμενες «τεχνολογικές επαναστάσεις», αναλύει διεξοδικά τις κυριότερες εφαρμογές της ψηφιοποίησης (ροµποτικής, τεχνητής νοηµοσύνης, µέσων κοινωνικής δικτύωσης, κρυπτονοµισµάτων, ψηφιακών πλατφορµών, κυβερνοχώρου, έξυπνης γεωργίας, γονιδιωµατικής και άλλων ψηφιακών εφαρμογών). Ωστόσο η συγκεκριμένη θεώρηση, δεν γίνεται σε «ουδέτερο κοινωνικό-πολιτικό περιβάλλον», αλλά στα πλαίσια του κυρίαρχου νεοφιλελεύθερου μοντέλου διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος, που βάζει τη σφραγίδα του στα αποτελέσματα των διαδικασιών ψηφιοποίησης.

Η «ψηφιοποίηση» μηχανισμός έντασης της εκμετάλλευσης

Ο συγγραφέας στις 420 σελίδες του βιβλίου, κάνει μια… ανατομία των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων του συστήματος, κατά τη μετάβαση του στην ψηφιακή εποχή. Δηλαδή στη νέα βαθμίδα ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, που τα πλεονεκτήματα τους τα ιδιοποιούνται τελικά οι διάφοροι ολιγάρχες, πρώτα και κύρια των ψηφιακών πολυεθνικών εταιριών με επικεφαλής το ολιγοπώλιο GAFAM (Google, Apple, Facebook, Amazon, Microsoft), ενώ τις παρενέργειες του τρόπου αξιοποίησης της, τις υφίστανται οι εργαζόμενοι και οι λαϊκές τάξεις.

Ειδικότερα στο βιβλίο του Γιάννη Τόλιου, δίνεται βάρος στη διερεύνηση των ζητημάτων που αφορούν το μέλλον της μισθωτής εργασίας. Μια πρώτη γεύση είχαμε ήδη με τη μαζική εφαρμογή της «τηλεργασίας» και «τηλεκπαίδευσης» σε συνθήκες πανδημίας. Ωστόσο αυτό το «έκτακτο καθεστώς», αποτελεί το μοντέλο που θέλουν να επιβάλλουν στους εργαζόμενους, κυβερνήσεις και καπιταλιστές, με ανατροπή σε βάθος των θεμελιωδών δικαιωμάτων (8ωρο, συλλογικές συμβάσεις, προστασία της εργασίας κ.ά.). Με τις ψηφιακές τεχνολογίες, οι ελαστικές μορφές εργασίας εμπλουτίζονται και γενικεύονται με στόχο τη μείωση του εργατικού κόστους και την αύξησης της κερδοφορίας, με επέκταση των άτυπων σχέσεων απασχόλησης και νέες μορφές «προλεταριοποίησης» μεσαίων στρωμάτων.

Όπως σημειώνει ο Γιάννης Τόλιος: «στο πεδίο της απασχόλησης, εκτός από τις σκοτεινές προοπτικές που εμφανίζονται λόγω της “χωροχρονικής αποοριοθέτησης” της εργασίας και τη “διαρκή διαθεσιμότητα” του εργαζόμενου με την “εξ αποστάσεως εργασία”, σοβαρά προβλήματα προκύπτουν από την ψηφιακή απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, με τις νέες μορφές απασχόλησης που ακούνε στο όνομα “Crowdworking” ή “Crowdemployment”… Πρόκειται για εργασίες που απευθύνεται στο “πλήθος χρηστών του διαδικτύου” (“εργασίες πληθοπορισμού”). Ταυτόχρονα έχουμε και την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων που συνδέονται με τις εφαρμογές της ρομποτικής και τεχνητής νοημοσύνης, οι οποίες ακυρώνουν θεμελιώδεις ρυθμίσεις του εργατικού δικαίου, σχετικά με την προστασία των εργαζόμενων στους χώρους εργασίας (ατυχήματα, προσλήψεις, απολύσεις, αποζημιώσεις, αστική ευθύνη, άσκηση διευθυντικού δικαιώματος, κ.ά.)».

Βασικός μοχλός του «καπιταλισμού της παρακολούθησης»

Οι διαδικασίες ψηφιοποίησης, εκτός από την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, την αύξηση της εκμετάλλευσης και την ένταση της ανισοκατανομής του εισοδήματος σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων, γίνονται και ισχυρός μοχλός καταγραφής, παρακολούθησης και πολιτικής χειραγώγησης των πολιτών. Η «εξόρυξη» και υπεξαίρεση «προσωπικών δεδομένων» για εμπορική εκμετάλλευση (εκπόνηση αξιόπιστων προγνώσεων και στοχευμένων διαφημίσεων) αποτελεί τη μία όψη της κατασκόπευσης και καταγραφής της συμπεριφοράς των πολιτών.

Η άλλη όψη, η πολιτική, αποσκοπεί στη συνεχή παρακολούθηση των πολιτών από τις μυστικές υπηρεσίες και η λήψη κατασταλτικών μέτρων και ενεργειών πολιτικής χειραγώγησης, για διαιώνιση του συστήματος κυριαρχίας των ολιγαρχικών ελίτ, σε κάθε χώρα και σε διεθνές επίπεδο, τόσο μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων, όσο μεταξύ των τελευταίων και των αναδυόμενων οικονομιών. Με άλλα λόγια οι ψηφιακές τεχνολογίες έχουν γίνει ένα νέο ισχυρό όπλο στο πεδίο των γεωπολιτικών αντιπαραθέσεων και ειδικότερα στο πεδίο της κυβερνο-ασφάλειας και των νέων οπλικών συστημάτων εξοπλισμένων με τεχνητή νοημοσύνη (πολεμικά ρομπότ, drowns, κ.ά.). Κατά συνέπεια το ζήτημα του ελέγχου της δράσης των πολυεθνικών ψηφιακών γιγάντων, σε οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο, αποτελεί κρίσιμο ζήτημα και νέο πεδίο παρέμβασης των δυνάμεων της Αριστεράς σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.

Ψηφιοποίηση και «εναλλακτικά μέλλοντα»

Οι διαδικασίες ψηφιοποίησης και ο τρόπος αξιοποίησης τους φέρνουν στο προσκήνιο το κρίσιμο ερώτημα της προοπτικής των σημερινών κοινωνιών. Προς τα πού θα κινηθούν στο μέλλον; Τα «εναλλακτικά σενάρια» που προβάλλουν, σύμφωνα με το Γιάννη Τόλιο, είναι βασικά δύο. Αντικειμενικά οι ψηφιακές τεχνολογίας, μπορούν να αυξήσουν την παραγωγικότητα της εργασίας, να βελτιώσουν τη ζωή των πολιτών και να διευκολύνουν τη στενότερη συνεργασία χωρών και λαών, στην επίλυση οικουμενικών προβλημάτων, με βάση την αρχή της ισότιμης συνεργασίας και του αμοιβαίου οφέλους. Ωστόσο στις συνθήκες τις νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, ο τρόπος αξιοποίησης των πλεονεκτημάτων της ψηφιοποίησης από τις κυρίαρχες ελίτ, μετατρέπεται σε μοχλό στήριξης της κερδοφορίας και των γεωπολιτικών σχεδίων διατήρησης των προνομίων και ηγεμονικής τους θέσης στον κόσμο. Υπό αυτές τις συνθήκες, αυτό που προβάλλει μπροστά μας ως ορατό μέλλον, είναι ένας καπιταλισμός, όπου μερικές μεγάλες ψηφιακές πολυεθνικές εταιρίες, με εκατομμύρια υποταγμένους «τηλεργαζόμενους» και «τηλεκαταναλωτές», θα κυριαρχούν πάνω από χώρες, λαούς και κράτη.

Ωστόσο το ζοφερό σενάριο της ανάπτυξης των ψηφιακών τεχνολογιών, με τη μαζική ανεργία και τον κοινωνικό αποκλεισμό, δεν είναι ούτε μοιραίο, ούτε αναπόφευκτο. Κατά το συγγραφέα, υπάρχει εναλλακτική προοπτική, «με την ανάδυση ενός νέου υποδείγματος υπέρβασης του σύγχρονου νεοφιλελεύθερου μοντέλου, το οποίο θα αξιοποιεί τις δυνατότητες αυτοματοποίησης και ανάπτυξης των νέων τεχνολογιών, έχοντας στο επίκεντρο την ικανοποίηση των αυξανόμενων και μεταβαλλόμενων κοινωνικών αναγκών (υλικών και πνευματικών) σε όφελος όλων των μελών της κοινωνίας. Η υπέρβαση του υπάρχοντος μοντέλου και η μετάβαση σε ένα νέο και “ιστορικά αναγκαίο“, αποτελεί στην ουσία ζήτημα πολιτικού αγώνα, εκείνων των κοινωνικών δυνάμεων που έχουν ζωτικό συμφέρον από μια τέτοια εξέλιξη. Δηλαδή των δυνάμεων της μισθωτής εργασίας και λαϊκών στρωμάτων, καθώς των προοδευτικών επιστημόνων, διανοουμένων – καλλιτεχνών και ριζοσπαστικής νεολαίας».

Κατά τον συγγραφέα, «πρωτεύον αίτημα άμεσης διεκδίκησης, θα πρέπει να γίνει η δραστική μείωση του ημερήσιου και εβδομαδιαίου χρόνου απασχόλησης, χωρίς μείωση αποδοχών, για αύξηση των θέσεων εργασίας και μείωση της ανεργίας. Σε πρώτη φάση, χρειάζεται γενικευμένη εφαρμογή του 6ωρου και 30ωρη εβδομάδα εργασίας, με προοπτική τη μείωσή σε 5ωρη και 25ωρη εργασία. Το κατά κεφαλή εισόδημα σήμερα είναι πολλαπλάσιο από αυτό των προηγούμενων δεκαετιών που οι εργαζόμενοι είχαν εξασφαλίσει 8ωρο και 40ωρο. Άρα δεν είναι ανέφικτο με δικαιότερη κατανομή εισοδήματος». Ασφαλώς η εφαρμογή μειωμένου χρόνου εργασίας, όπως και η εξασφάλιση ενός ανώτερου βιοτικού επιπέδου, συνδέονται στενά με την προγραμματισμένη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και της οικονομίας και την κατανομή του παραγόμενου εισοδήματος ανάλογα με την προσφορά του καθενός στη δημιουργία του. Για τις εργαζόμενες τάξεις, οι ψηφιακές τεχνολογίες παρέχουν αντικειμενικά νέες δυνατότητες, ενός φερέγγυου και ελπιδοφόρου δρόμου προς το «ιστορικά αναγκαίο», προς µία μετακαπιταλιστική κοινωνία της οικο-σοσιαλιστικής προοπτικής. Κι εδώ αναζητείται ο δρόμος που πρέπει να βαδίσουν οι εργαζόμενες τάξεις, χωρίς δογματισμούς αλλά με ανοικτό πνεύμα σε ένα κόσμο που εξελίσσεται.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!