Σε συνοικιακό καφενείο της Αθήνας πριν αρκετά χρόνια, φανατικός ψηφοφόρος του ΚΚΕ δεχόταν πυρά από φίλους του ότι επί Μπρέζνιεφ έκλειναν στα ψυχιατρεία όσους διαφωνούσαν με το καθεστώς. Αφού το σκέφτηκε καλά, έδωσε την αφοπλιστική απάντηση: «Μα φυσικά, έπρεπε να είσαι τελείως τρελός για να μην σου αρέσει ο σοσιαλισμός»… Tο περιστατικό αυτό μνημονεύτηκε πρόσφατα, όχι στο πλαίσιο κάποιας ιστορικής ανασκόπησης αλλά σχετικά με την σημερινή κατάσταση.

Τα τελευταία χρόνια έχει επέλθει μια σημαντική αλλαγή στο πεδίο που θα ονομάζαμε, με γενικούς και όχι «στενούς» όρους, ιδεολογικό. Η αλλαγή αυτή έχει και διεθνείς διαστάσεις και σχετίζεται με το πώς έχουν αναδιαταχθεί τα πολιτικά στρατόπεδα, αλλά και πώς νοηματοδοτούνται σήμερα έννοιες όπως «πρόοδος» και «συντήρηση».

Στην Ελλάδα πιο συγκεκριμένα, επιχειρείται μια μεγάλη «ρεβάνς» από τους κυρίαρχους κύκλους. Στην εξέλιξη αυτή οδήγησε μια αλυσίδα γεγονότων που ξεκινάει από τα ταραγμένα χρόνια 2010-2012 και περνάει από όσα έγιναν το 2015 και μετά. Η ρεβάνς αυτή συνίσταται χοντρικά στην απονομιμοποίηση και περιθωριοποίηση του παράγοντα που θα ονομάζαμε «λαϊκό ριζοσπαστισμό».

Η εξέλιξη αυτή δεν προέκυψε τυχαία. Κομβικός υπήρξε ο ρόλος πολλαπλών  διαμορφωτών της κοινής γνώμης, όχι μόνο πολιτικού τύπου, φυσικά των ΜΜΕ, διανοητών από ένα μεγάλο φάσμα, και όλων των βασικών πτερύγων του πολιτικού συστήματος. Και βέβαια όχι χωρίς αντίτιμο, αφού δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητοι οι «πόροι» που έχουν κατευθυνθεί σε οργανισμούς και πρόσωπα για να προωθήσουν την υπόθεση αυτή.

Η ευκολία με την οποία πλέον κάθε αμφισβήτηση πολιτικών αποφάσεων και επιλογών «ταμπελάρεται» και ενοχοποιείται αμέσως, είναι εντυπωσιακή. Δεν μιλάμε απλώς για την απαξίωση της διαφορετικής άποψης ούτε για την καταστολή (που κι αυτή φυσικά είναι στο μενού). Όποιος διαφωνεί με βασικές αποφάσεις του πολιτικού συστήματος κατατάσσεται στην κατηγορία του λαϊκιστή, συνωμοσιολόγου, ψεκασμένου, ανορθολογιστή κ.λπ. και κατά βάθος «δεν είναι καλά».

Πίσω από αυτό, υπάρχει μια άλλη αντίληψη που γίνεται προσπάθεια να επιβληθεί. Σύμφωνα με αυτήν, οι επιλογές που κάνουν σήμερα οι κυβερνόντες αποτελούν την μοναδική φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων. Όσα συμβαίνουν γύρω μας περιβάλλονται ολοένα και συχνότερα με τον μανδύα του φυσικού φαινομένου, της αναπόδραστης εξέλιξης που συμβαίνει έξω από τις επιδιώξεις της πολιτικής εξουσίας.

Για παράδειγμα, μπορεί να αμφισβητηθεί η τεράστια ακρίβεια που επελαύνει το τελευταίο διάστημα; Η απάντηση που δίνεται είναι όχι διότι οι αγορές, οι νόμοι της οικονομίας, οι παγκόσμιες εξελίξεις, η Κίνα κ.λπ. Τα ίδια για καταστροφές όπως αυτές φέτος στην Πάρνηθα και την Εύβοια ή παλιότερα στο Μάτι. Είναι απλώς φυσικά φαινόμενα, φταίει η κλιματική αλλαγή, τέλος η συζήτηση. Το απόγειο βέβαια ήρθε με την υγειονομική κρίση και τον κορωνοϊό. Αποφάσεις εξωφρενικές επιβάλλονται ως το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο και όποιος έστω ψελλίσει κάτι πέρα από τις εφαρμοζόμενες πολιτικές, μπαίνει στη γωνία. Ας θυμηθούμε πώς αντιμετωπίστηκε ακόμα και η μελέτη των Τσιόδρα-Λύτρα, στα όρια του «ανορθολογισμού» επειδή έβαλε στην εξίσωση την κατάσταση στις δομές υγείας. Κι ένα παράδειγμα εκτός συνόρων: Σε πρόσφατη απόπειρα κινητοποίησης Γάλλων εκπαιδευτικών, ο υπουργός Παιδείας Ζαν Μισέλ Μπλανκέρ δήλωσε: «Δεν είναι δυνατόν να απεργείς ενάντια σε έναν ιό»…

Ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, η «πλέμπα», δεν δικαιούται να ομιλεί και ίσως είναι πρόβλημα που ψηφίζει. Η μεταδημοκρατία, για την οποία γινόταν λόγος πριν χρόνια, είναι σήμερα εδώ αλλά σε πολύ πιο προχωρημένη μορφή…

Τα ίδια ισχύουν και για άλλους τομείς όπως αυτός της εξωτερικής πολιτικής, της σχέσης της χώρας με τις ΗΠΑ ή την Ευρώπη, αλλά και για τα μεγάλα θέματα της οικονομίας. Τα περιθώρια αμφισβήτησης είναι αρκετά πιο στενά σε σχέση με παλιότερα. Το «αντιμνημονιακό» ήταν καθολικό πριν δέκα χρόνια, ενώ η συζήτηση π.χ. για το χρέος και τη δυνατότητα ριζικά διαφορετικών πολιτικών ήταν ανοιχτή. Φυσικά η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ πρόσφερε σημαντικό έργο ώστε κάθε εναλλακτική λύση να θεωρείται εκ των πραγμάτων ανέφικτη, στο πλαίσιο ενός πιο επιθετικού από παλιότερα «λογικού εμπειρισμού».

Ένα ακόμα παράδειγμα. Η «Νέα Τάξη Πραγμάτων», ένας όρος που φυσικά ήταν γνωστός στη χιτλερική του εκδοχή, λανσαρίστηκε στα νεότερα χρόνια όχι από κάποιους συνωμοσιολόγους αλλά από τον τότε πλανητάρχη Τζορτζ Μπους τον πρεσβύτερο, το 1991, για να περιγράψει έναν νέο κόσμο υπό συγκεκριμένη ηγεμονία. Τότε βέβαια η Αριστερά έπλεε στα πελάγη της διεθνοποίησης, αλλά υπήρξαν πολιτικές δυνάμεις που εναντιώθηκαν σε αυτή την επιδίωξη. Επίσης, απέναντι στην Παγκοσμιοποίηση υπήρξε ένα διεθνές πολύχρωμο και πολύπλευρο κίνημα αντίστασης. Σήμερα αν μιλήσει κανείς για «Νέα Τάξη Πραγμάτων» είναι σαν να μιλάει για τον Αντίχριστο και το 666 ενώ αν είναι εναντίον της παγκοσμιοποίησης πρέπει να είναι από εθνικιστής μέχρι βαρεμένος (για να συνεννοηθούμε).

Και μάλιστα τα ΜΜΕ μεγεθύνουν επίτηδες καταστάσεις όπως οι «θεματοφύλακες του Συντάγματος», αυτοί που πιστεύουν στα «τσιπάκια που μας βάζουν» ή λίγο πριν οι «αρνητές απογραφής» και ό,τι άλλο φανταστεί κανείς. Από μειοψηφικά έως γραφικά φαινόμενα μετατρέπονται με μαγικό τρόπο σε τεράστιους αντισυστημικούς κινδύνους. Άλλη λέξη αυτή («αντισυστημικός») που έχει γίνει στο επίσημο λεξικό συνώνυμο της παράνοιας. Έτσι, κάθε αμφισβήτηση μπορεί εύκολα να καταχωρηθεί σε μια γκάμα από το γελοίο και το παράλογο έως το αντικοινωνικό και το επικίνδυνο.

***

Τελικά, η μόνη αντιπαράθεση που επιτρέπεται είναι ένας δικομματικός καβγάς στη Βουλή ή την τηλεόραση και το διαδίκτυο για επουσιώδη θέματα. Ή και για σοβαρά θέματα αλλά με εντελώς ευτελισμένο τρόπο. Επί της ουσίας, πρόκειται για ένα απίστευτο στένεμα της δημοκρατίας. Οι μόνοι που δικαιούνται να ομιλούν είναι οι «ειδικοί» για όλα τα θέματα και τα κόμματα.

Δεν είναι τυχαίο ότι δεν υπάρχει συστημικό φόρουμ που να σέβεται τον εαυτό του και να μην έχει ως θέμα τα «fake news» και την αντιμετώπισή τους. Τόσο άγχος έχουν για την έγκυρη ενημέρωση του πολίτη. Στο τέλος θα γράφει κάποιος στο facebook ότι στον καπιταλισμό υπάρχει αδικία και η δημοσίευση θα κρύβεται με την ένδειξη ότι πρόκειται για ψευδή είδηση που δεν επιβεβαιώνεται από τους ειδικούς και τους διεθνείς οργανισμούς.

Ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, η «πλέμπα», δεν δικαιούται να ομιλεί και ίσως είναι πρόβλημα που ψηφίζει. Η μεταδημοκρατία, για την οποία γινόταν λόγος πριν χρόνια, είναι σήμερα εδώ αλλά σε πολύ πιο προχωρημένη μορφή σε σχέση με κάθε προηγούμενη περιγραφή της, ειδικά με την εργαλειοποίηση της πανδημίας και τις εξελίξεις που αυτή έφερε.

Με αυτά τα δεδομένα, φαίνεται ότι είναι σημαντικό θέμα με ποιους όρους μπορεί να υπάρξει ένας ουσιαστικός «αντισυστημισμός». Τέτοιος που να αποφύγει τον εγκλωβισμό σε διχαστικά σχήματα και την περιθωριοποίηση, διεκδικώντας λόγο στα σημαντικά θέματα που απασχολούν σήμερα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!