Ζούμε μέσα σε μια εκκωφαντική σιωπή. Τη σιωπή των επιστημόνων, των συλλόγων τους, των επιμελητηρίων, των τμημάτων των Πανεπιστημίων. Τη σιωπή των διανοούμενων, των ακαδημιών. Μόνο μια μειοψηφία (όπως σε κάθε εποχή σκλαβιάς και φίμωσης) βρίσκει το θάρρος να σηκώσει ανάστημα και να υπερασπιστεί την Αλήθεια. Αυτό συμβαίνει κατά κόρον στις μέρες μας για το συστημικό έγκλημα των Τεμπών. Αλλά όχι μόνο. Η σιωπή αγκαλιάζει όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής στην Ελλάδα. Δεν μιλούν καθόλου για το πώς διαλύεται μια ολόκληρη χώρα, πώς αποσυντίθεται μια κοινωνία, πώς διασκορπίζονται αξίες και νοήματα.
Η σιωπή όλων αυτών ζητά την ερμηνεία της: Είναι μια εξαγορασμένη ουδετερότητα. Είναι σφράγισμα στομάτων από φόβο ή σκοπιμότητα. «Ας μην ανακατευόμαστε, ας κοιτάμε την δουλειά μας, ας έχουμε καλές σχέσεις με την εξουσία, να εξασφαλίζουμε προγράμματα και χορηγούς, να προωθούμε την καριέρα μας». Αν ανοίξουμε το στόμα μας, αν πούμε αυτά που ξέρουμε, μας έφαγε μαύρο σκοτάδι. Οπότε σιωπή, «ουδετερότητα», ασάφεια. «Καριέρα», «καλές σχέσεις» και δημοσιοσχεσιτισμός. Δεν υπάρχει η Ιερά Εξέταση, αλλά υπάρχουν οι «κόφτες» και το κυνηγητό για όσους τολμήσουν να υπηρετήσουν την Αλήθεια.
Σε άλλες εποχές, ο Γαλιλαίος υποχρεώθηκε μπροστά στην Ιερά Εξέταση να αποκηρύξει τις επιστημονικές ανακαλύψεις του. Ο μύθος λέει ότι ψιθύρισε: «Κι όμως, η Γη κινείται». Έζησε τα υπόλοιπα χρόνια απομονωμένος, υπό διαρκή έλεγχο, αλλά μπόρεσε να κρύψει το έργο του και να το διοχετεύσει στο εξωτερικό με έναν από τους μαθητές του. Ο Μπρεχτ, που έγραψε κι αυτός σε σκοτεινούς καιρούς, στο εξαιρετικό θεατρικό έργο του «Ο βίος του Γαλιλαίου» θα περιγράψει τη διαπάλη και τα ζητήματα συνείδησης που διέτρεχαν τους σκαπανείς της Αλήθειας. Ένας μαθητής του θα πει (στο έργο πάντα): «Αλίμονο στη χώρα που δεν έχει ήρωες». Και ο Γαλιλαίος θα απαντήσει: «Αλίμονο στη χώρα που χρειάζεται ήρωες». Όταν μετά από καιρό συναντηθεί με τον μαθητή του και του δώσει το έργο που κρατούσε κρυμμένο, ο μαθητής θα πει: «Και εμείς νομίζαμε ότι είχατε αυτομολήσει!». Η απάντηση του Γαλιλαίου: «Αυτό ήταν επόμενο. Σου δίδαξα επιστήμη, κι απαρνήθηκα την αλήθεια». Και η συνέχεια:
«Παρέδωσα τη γνώση μου στους δυνατούς, να τη χρησιμοποιήσουν, να μην τη χρησιμοποιήσουν, να της κάνουν κακή χρήση εντελώς σύμφωνα με το πώς υπηρετούσε τους σκοπούς τους. Πρόδωσα το επάγγελμά μου. Ο άνθρωπος που κάνει αυτό που έκανα εγώ, δεν μπορεί να είναι ανεκτός στις τάξεις των επιστημόνων. […] Θεωρώ πως ο μοναδικός σκοπός της επιστήμης έγκειται στο ξαλάφρωμα της ανθρώπινης ύπαρξης απ’ τον μόχθο. Όταν επιστήμονες, τρομοκρατημένοι από ιδιοτελείς δυνάμεις, αρκούνται να συγκεντρώνουν γνώσεις χάριν της γνώσεως, μπορεί η επιστήμη να καταντήσει σακάτης και οι καινούργιες σας μηχανές να σημάνουν μονάχα καινούργιες δυστυχίες. Η πρόοδός σας θάναι μονάχα μια πορεία απομάκρυνσης από την ανθρωπότητα. Το χάσμα ανάμεσα σ’ εσάς και σ’ αυτήν θάναι μια μέρα τόσο μεγάλο, που η κραυγή του θριάμβου σας για μια καινούργια κατάκτηση να δεχτεί σαν απάντηση μια παγκόσμια κραυγή φρίκης!»
Στην Ελλάδα, δύο τρένα συγκρούονται αφού κινούνται για ώρα αντίθετα στην ίδια γραμμή· 57 άνθρωποι βρίσκουν τραγικό θάνατο· το πολιτικό σύστημα μπαζώνει και κυνηγά όσους λένε Αλήθεια και ζητούν Δικαιοσύνη· ορισμένοι μάρτυρες εξαφανίζονται, στέλνονται μαφιόζικα μηνύματα σε λειτουργούς· οι επιστήμονες βασικά σιωπούν· το όνομα «Αδειλίνη» κληρώνεται όλως τυχαίως στη σύνθεση των δικαστών που θα κρίνουν τον κ. Τριαντόπουλο· ο δημοσιογραφικός κόσμος κάνει λόγο για «παπατζήδες» και «μειοψηφίες» που για δύο χρόνια διαδίδουν τεράστια ψέματα για παράνομα φορτία, για τάχα συγκαλύψεις, για δήθεν ενόχους πολιτικούς…
***
«Κι όμως, κινείται»! Και μια κραυγή, μια τεράστια λαϊκή κατακραυγή θα τους προσπεράσει, γιατί είναι Ασήμαντοι παρά τα «παράσημά» τους, τους τίτλους τους, το χρήμα τους. Υπάρχουν αξίες, και υπάρχουν και άνθρωποι που υψώνουν το ανάστημά τους. Ίσως λίγοι, αλλά μπορούν «να μετακινήσουν βουνά», να εμπνεύσουν τον φοβισμένο λαό, να γίνουν –όλοι μαζί– «ποτάμι βουερό»!
Ας μιλήσουμε με στίχους του Βάρναλη, ο οποίος στο έργο του «Ελεύθερος Κόσμος» (1965) επισημαίνει Τα 4 λάθη του «αγνώστου»:
Πρώτο σου λάθος: από κούνια να ’σαι δούλος.
Δεύτερο, δούλος σε κατάδουλη εποχή.
Τρίτο, δεν ήσουν μόνο δέρμα, αλλά ψυχή.
Τέταρτο, δεν πουλήθηκες στον ξένο μούλος.
Απαντά στο ερώτημα στον Πρόλογο:
– Πώς εδώθε να βγούμε; – Όχι ένας ένας!
Όλοι μαζί και μοναχός κανένας!
Σα φτάσ’ η εσχάτη ανάγκη να σωθείς,
ενωμένος Λαός θα σηκωθείς.
Και θυμίζει στο Ο λαός δεν πεθαίνει:
– Λαός δεν είν’ αυτό που βλέπετε, είναι πολιτεία.