Οι σχεδιασμοί Σαμαρά και η οπτική της Αριστεράς για τις προωθούμενες ανακατατάξεις
Η κρίση που ξέσπασε στους Ανεξάρτητους Έλληνες δεν είναι μόνο ενδογενής, σχετίζεται με τη φορά που θα ακολουθήσει η επιχείρηση πολιτικής αναμόρφωσης, η οποία μεθοδεύεται με κυνικότητα και ανορθόδοξους τρόπους. Το αιχμηρό αίτημα για γκρέμισμα του σάπιου πολιτικού συστήματος διαστρέφεται και εκτονώνεται μέσα από την αναδιάταξη των πολιτικών μορφωμάτων στο χώρο του συστημισμού. Η διάλυση υφιστάμενων κομμάτων που ενοχλούν ή αυτών που εκπλήρωσαν το ρόλο τους, καθώς και η απορρόφηση κομματικών υπολειμμάτων είναι στην ημερήσια διάταξη. Όλα αιφνιδιαστικά πριμοδοτούμενα, αναδεικνυόμενα από τη mediοκρατία.
Η ουσιαστική διάλυση του ΠΑΣΟΚ οδήγησε μέχρι στιγμής σε διάφορες συσπειρώσεις και η αναγγελία νέου κόμματος από τον Λοβέρδο είναι ενδεικτική. Αιωρείται και κινεί τα νήματα, η πρόταση Σαμαρά, που θέλει να στεγάσει διάφορες μνημονιακές δυνάμεις υπό την σκέπη ενός κόμματος που θα εκφράζει την Ευρώπη, το ευρώ, τη σταθερότητα και την τάξη και θα μπορεί να αποτελέσει τον πόλο που θα ανταγωνιστεί και θα πρωταγωνιστήσει απέναντι στον κίνδυνο που διαγράφει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να τοποθετηθεί η πρόσφατη κρίση στο κόμμα των Ανεξάρτητων Ελλήνων. Μια αντιμνημονιακή δύναμη, που μπορεί να εισπράττει ψήφους από τη λαϊκή δεξιά και πιθανά να αποτελέσει ρυθμιστικό παράγοντα στις εξελίξεις, πρέπει να ανατιναχτεί. Η μέθοδος απλή και δοκιμασμένη από το παρελθόν. Μια ξαφνική και εν χορώ αποχώρηση πρωτοκλασάτων στελεχών, με διαρκείς ομοβροντίες από τα ΜΜΕ που μεγέθυναν το ζήτημα και ανέδειξαν την «ανευθυνότητα», την «επιπολαιότητα», την «αντιφατικότητα», το «χάος» του Π. Καμένου.
Ο Σαμαράς, πίσω από τις κουίντες, βλέπει να προωθείται ο σχεδιασμός. Από μισοπεθαμένος με 19% στις εκλογές του Μαΐου, περιμάζεψε όλη τη Δεξιά (Ντόρα, στελέχη του ΛΑΟΣ κ.λπ.) και πήρε την πρωτιά στις εκλογές εξαπολύοντας μια τρομερή επίθεση ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ. Μετά, έφτιαξε μια κυβέρνηση μαζί με ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, ξεγελώντας τους ψηφοφόρους και τον λαό ολόκληρο περί μιας προγραμματικής συμφωνίας και ψήφισε το Μνημόνιο 3. Τώρα βάζει μπρος για το κόμμα της Ευρώπης και της τάξης ενάντια στα δύο… άκρα (ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσή Αυγή) και έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Απορροφά στο σχεδιασμό αυτό τα στελέχη των Ανεξάρτητων Ελλήνων που ανακάλυψαν την «τρέλα» του Καμένου και συνομιλεί σχεδόν με όλους για το μεγάλο του σχέδιο. Έτσι, όμως, φτιασιδώνεται η μνημονιακή πολιτική, το πολιτικό προσωπικό και η κρίση του πολιτικού συστήματος διοχετεύεται στα ανώδυνα κανάλια της δημιουργίας νέων μορφωμάτων εντός μνημονιακών πλαισίων.
Στον χώρο της Αριστεράς, οι περισσότεροι θεωρούν φυσιολογική εξέλιξη την πορεία αυτή, αφού κατά τη δογματική τους αντίληψη δεν μπορούν να υπάρξουν αντιμνημονιακές αστικές δυνάμεις. Περίπου χαίρονται για την εξέλιξη, αφού δεν μπορεί να υπάρξει αστική αντιμνημονιακή δύναμη, και έτσι το τοπίο είναι πιο καθαρό και ανοικτό για αριστερή συμπαράταξη. Η μεγαλύτερη δυνατή απομόνωση και απονομιμοποίηση του ειδικού καθεστώτος της τρόικας και του γενικού ξεπουλήματος, της καταβαράθρωσης της χώρας, δεν τους πολυνοιάζει. Απλά να μην αλλοιώνεται η καθαρότητα της συνταγής τους, αφού δεν πιστεύουν σε μια μεγάλη λαϊκή, δημοκρατική, πατριωτική αλλαγή στη χώρα, με επίκεντρο την Αριστερά που αλλάζει, που αλλάζει τα πράγματα, που μετασχηματίζει την πραγματικότητα και μετασχηματίζεται και η ίδια.
Προς ποια αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος θα έπρεπε να στοχεύσει τώρα η Αριστερά και με ποιες προτάσεις, με ποιες δυνάμεις στο στόχαστρο, με ποιες δυνάμεις εξουδετερωμένες και με ποιες δυνάμεις να λειτουργούν ως εξ αντικειμένου συνδρομή; Αυτά δεν απασχολούν ένα μεγάλο τμήμα της Αριστεράς που φαίνεται να επιχαίρει, η οποία σημειώνει ότι «καλά να πάθει ο Καμμένος» (υιοθετώντας την κριτική για αρχηγισμό, παλινωδίες, αδιαφάνεια) ή αυτο-επιβεβαιώνεται μέσα από αυτοκεντρικά σλόγκαν του τύπου «ήταν αναμενόμενο, διότι δεν μπορεί να υπάρξει, τάχατες, απόρριψη του Μνημονίου παρά μόνο μέσα από την ανόθευτη αριστερή στάση».