Πίσω από τη μοναδικότητα του φαινομένου προσπάθησε να κρυφτεί η ρωσική ηγεσία, που έχασε τον έλεγχο της κατάσβεσης των πυρκαγιών και κινδυνεύει, πλέον, να χάσει και τον κρίσιμο για τα δεδομένα της Ρωσίας επικοινωνιακό-πολιτικό έλεγχο των εξελίξεων. Με τους Μοσχοβίτες πνιγμένους στους δηλητηριώδεις καπνούς και τη Ρωσία ολόκληρη να φλέγεται, έμοιαζαν πολύ «λίγες» οι επιτελικές συσκέψεις στα γνώριμα γραφεία του Κρεμλίνου ή των πολυτελών εξοχικών προέδρου και πρωθυπουργού και οι επιδεικτικές υπογραφές διαταγμάτων, που συνηθίζουν οι Ρώσοι ηγέτες, ώστε χρειάστηκε γρήγορα η αναθεώρηση της τακτικής.
Ο «ισχυρός άνδρας» της ρωσικής πολιτικής πυραμίδας, Βλαντίμιρ Πούτιν, πήρε πρώτος και γρήγορα το μήνυμα του κοινωνικού αναβρασμού και «βγήκε» στα μέτωπα, αρχικά συγκρατημένος και συνετός, στην πορεία υπερφίαλος και άκρως μπερλουσκονικός άρχισε να σβήνει φωτιές πιλοτάροντας πυροσβεστικά αεροσκάφη. Τις πρώτες στιγμές αυτής της «καθόδου στο λαό» ο πρόεδρος Μεντβιέντεφ είχε ξεμείνει πίσω στο Σότσι της Μαύρης Θάλασσας κάνοντας ώς και την τελευταία στιγμή δηλώσεις στους δημοσιογράφους ότι «περιμένει τον Β. Πούτιν να πάνε για ψάρεμα».
Λίγα 24ωρα αργότερα, ο Ντμίτρι Μεντβιέντεφ άφηνε προεδρικούς κύκλους του Κρεμλίνου να κάνουν «σκληρές» δηλώσεις για το δήμαρχο της Μόσχας Γιούρι Λουσκόφ, ο οποίος επέστρεψε στο πόστο του από «θεραπεία στο εξωτερικό» λίγο πριν διαλυθεί το μοσχοβίτικο νέφος κι αφού η λαϊκή δυσαρέσκεια έφθανε στο απροχώρητο.
Ανάδειξη ελλειμμάτων του «θαύματος» Πούτιν
Όλα αυτά συμβαίνουν στη Ρωσία, ακριβώς δέκα χρόνια μετά τη βύθιση του πυρηνοκίνητου υποβρυχίου «Κουρσκ», η τραγωδία του οποίου χαρακτήρισε με τους 118 νεκρούς ναυτικούς του την αρχή της «εποχής Πούτιν». Όπως και τότε, ο σημερινός πρωθυπουργός της Ρωσίας βρίσκεται αντιμέτωπος με άλλη μια σοβαρή πρόκληση στην πολιτική του καριέρα, απ’ αυτές, που συνήθιζε να προσπερνά μ’ έναν εντυπωσιακό ελιγμό ή μια απρόσμενη «σκληρή» απόφαση και με το αδιαμφισβήτητο λαϊκό προφίλ της μεσαίας σοβιετικής νομενκλατούρας, που διαχειρίζεται επάξια τις υποθέσεις, πολύ καλύτερα από τη γηρασμένη γραφειοκρατία, η οποία στα μετασοβιετικά χρόνια ταυτίστηκε με τον Μπαρίς Γέλτσιν.
Όμως, έχουν περάσει δέκα ολόκληρα χρόνια από τότε που εμφανίστηκε στον ορίζοντα το αστέρι του Βλαντίμιρ Πούτιν. Η Ρωσία σταμάτησε την κατρακύλα της, σταθεροποιήθηκε ως κράτος, ενίσχυσε το διεθνές της πρόσωπο κι έλυσε πολλά στοιχειώδη ζητήματα προστασίας της ακεραιότητάς της και της κοινωνικής της συνοχής, όμως δεν έγινε και πολύ καλύτερη.
Μάλιστα, μετά τη μεταβίβαση της εξουσίας στον Ντμίτρι Μεντβιέντεφ και παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις τα κοινωνικά προβλήματα και οι αντιθέσεις οξύνθηκαν. Μια αίσθηση «χαλάρωσης», ακυβερνησίας, διάλυσης και αναβολής όλων των μεγάλων αποφάσεων κυριάρχησε στο πολιτικό σύστημα και τον κρατικό μηχανισμό της χώρας, με μοναδικό πραγματικά «ορμητικό» παράγοντα τη νεόπλουτη Ρωσία, που συνεχίζει να ξεκοκαλίζει ό,τι περισσεύει από τις εξαγωγές πρώτων υλών και υδρογονανθράκων σε καιρούς κρίσης, χωρίς ούτε να διανοηθεί να φρενάρει την κατανάλωσή της. Την ίδια στιγμή φαινόμενα κοινωνικής αναταραχής, σχετικά ξεχασμένα κατά την περίοδο της ανεμπόδιστης ανάπτυξης από τα υπερκέρδη του πετρελαίου, έκαναν την εμφάνισή τους, όπως καθυστερήσεις στην καταβολή μισθών και συντάξεων, περαιτέρω κατάρρευση των υποδομών, κοινωνικά αδιέξοδα και διαμαρτυρίες.
Για πολλούς στη Ρωσία δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το υπάρχον ρωσικό κράτος δεν θα μπορούσε να οργανώσει την κατάσβεση των πυρκαγιών. Δεν προετοιμάστηκε αν και η πρόβλεψη για πρωτοφανή λαίλαπα ζέστης και πυρκαγιών είχε κατατεθεί από τους επιστήμονες από την άνοιξη, δεν κατόρθωσε να συντονίσει τις υπάρχουσες δυνάμεις, ούτε πολύ περισσότερο να καταφύγει στην κινητοποίηση του -έτσι κι αλλιώς- διαλυμένου, αλλά πάντα απειλητικού λαϊκού παράγοντα, ούτε στο εξωτερικό, για λόγους γοήτρου.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν υπέστη την πρώτη στα χρονικά της καριέρας του ψυχρολουσία, όταν χρειάστηκε να αντιμετωπίσει οργισμένους πυρόπληκτους σ’ ένα απ’ τα καμένα χωριά του Νίζνι Νόβγκοροντ, περί τα 400 χιλιόμετρα ανατολικά της Μόσχας. Οι φραστικές επιθέσεις στράφηκαν κυρίως εναντίον του κυβερνήτη Σάντσεφ, όμως, ήταν η πρώτη φορά που ο Ρώσος ηγέτης είδε το άστρο και το κύρος του να μη λειτουργούν, γι’ αυτό και έσπευσε να απομακρυνθεί από τους οργισμένους πολίτες και οι σύμβουλοί του να εξασφαλίσουν ότι το βίντεο αυτό δεν θα παίξει ποτέ στα κεντρικά κανάλια.
Διάλυση και εγκατάλειψη
Η κριτική ακόμη και της τυφλά φιλοσοβιετικής Αριστεράς ακούγεται, για πρώτη φορά, αληθοφανής, όταν αποδίδει την έκταση των πυρκαγιών στη διάλυση του δικτύου αυτοπροστασίας που είχαν 30.000 κολχόζ και 18.000 σοφχόζ, πολλά από τα οποία αποκλειστικώς υπεύθυνα για τη διαχείριση του ενιαίου κρατικού δασικού πλούτου.
Ακόμη και Δυτικοί διπλωμάτες βρέθηκαν να υπερασπίζονται το σοβιετικό παρελθόν όταν ακούστηκαν να λένε ότι «εκείνα τα χρόνια κανείς δεν μπορούσε να κόψει όπως σήμερα, όσα δέντρα θέλει για να χτίσει τη βίλα ή το εξοχικό του παλάτι, υπήρχαν αναπτυγμένα χωριά και δικτυωμένοι μηχανισμοί πυρόσβεσης προσγειωμένοι στο έδαφος, που δεν χρειάζονταν κανένα αεροσκάφος και προπαντός την τύρφη τη μάζευαν είτε για καύσιμο, είτε για λίπασμα».
Στο ίδιο κλίμα κινήθηκε και ο διάσημος πλέον blogger Αλεξάντρ Πατσκόφ, ο οποίος επιστράτευσε το παραδοσιακό ρωσικό υβρεολόγιο για να ζητήσει να επιστρέψουν στο χωριό του τη «ρίντα», το καμπανάκι για τις φωτιές και το μοναδικό πυροσβεστικό όχημα, που κάλυπτε τρεις οικισμούς, αλλά έκανε τη δουλειά του.
Ο Β. Πούτιν υποχρεώθηκε να απαντήσει, έστω και ειρωνικά στον Πατσκόφ, για να μη μείνει ξεκομμένος από τη δυναμική, που σάρωνε στο δικτυακό κόσμο, απειλώντας να βγει ορμητικά και να διαμορφώσει καταστάσεις και εκτός Internet. Πριν καν τελειώσει η λαίλαπα των πυρκαγιών, είδε για πρώτη φορά τη δημοτικότητά του να πέφτει στο 44-47% με τον Ντμίτρι Μεντβιέντεφ να τον ακολουθεί στο 38-39%. Μια σταθερή και συνεχής πτώση έχει πλέον καταγραφεί στις φετινές κοινωνικές έρευνες, που οδηγούν τον Ρώσο ηγέτη πολύ μακριά από τα 70άρια με τα οποία ήταν συνηθισμένος. Κάθε φορά, που είχε βρεθεί σε παρόμοια σχετικά δύσκολη θέση, κατάφερνε πάντα να ξεφύγει και κατά την άποψη πολλών το ίδιο θα επιχειρήσει και πάλι επιδιώκοντας να πείσει ότι κάθε απομάκρυνσή του από το «τιμόνι» του κράτους απειλεί την ενότητα και τη σταθερότητά του, για την αποκατάσταση της οποίας θα πρέπει να αναλάβει ξανά πρόεδρος το 2012. Αυτός πιθανότατα είναι ο σχεδιασμός, όμως, τώρα πολλοί αμφιβάλλουν ότι η υλοποίησή του θα είναι όπως ήταν πάντοτε μια πολύ εύκολη υπόθεση.