Οι εκβιασμοί του αντιπάλου και η Αριστερά. Του Κώστα Δημητριάδη
Ζούμε μια πρωτόγνωρη πολιτική ρευστότητα. Και στο εξωτερικό και στο εσωτερικό.
Υπάρχει, παρ’ όλα αυτά, κάτι που ξεχωρίζει μέσα στην αβεβαιότητα. Οι δανειστές δείχνουν επίμονα να μην αφήνουν κανένα περιθώριο διαχειριστικών ελιγμών στο ελληνικό πολιτικό σύστημα. Απαιτούν την άμεση υποταγή των δυνάμεων όλου του πολιτικού φάσματος, εκβιάζοντας με ανοικτή χρεοκοπία. Ενδεχομένως και προετοιμάζοντάς την. Ήδη αυτός ο εκβιασμός απευθύνεται ευθέως και προς τα κόμματα της Αριστεράς, με μοχλό μάλιστα, ω της ειρωνείας, αυτό που τα ίδια προβάλλουν ως εργαλείο διεξόδου, δηλαδή τον στόχο της επίτευξης σημαντικών αυξήσεων στην εκλογική τους απήχηση. Και ήδη ο εκβιασμός αυτός αρχίζει να αντηχεί και στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό, με τη χαρακτηριστική θρασύδειλη γλώσσα του εκβιαστή που εκτιμά ότι δεν υπάρχει εκείνη η δύναμη που θα σηκώσει το γάντι και θα ακυρώσει την πρόκλησή του.
Με λίγα λόγια ο εκβιασμός προς τις πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς παίρνει πια τη μορφή:
«Έχετε να διαλέξετε είτε την εκ των προτέρων υποταγή σας στους όρους μας, είτε την ανοικτή ή συγκαλυμμένη συναίνεσή σας στην επιβολή ενός ιδιότυπου καθεστώτος δικτατορικής κηδεμονίας και αναστολής της έκφρασης της λαϊκής βούλησης ή, τέλος, το να σάς παρουσιάσουμε στα μάτια μιας πανικόβλητης κοινωνίας σαν τους αίτιους του χάους που θα προκύψει από την εξώθηση της χώρας σε χρεοκοπία υπό τον έλεγχό μας».
Αυτά ο αντίπαλος. Και οι δυνάμεις της Αριστεράς; Και πρώτα από όλα αυτές που εκφράζονται μέσα στο Κοινοβούλιο (ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ); Συνεχίζουν να πορεύονται στη γραμμή «ο καθένας χωριστά να καταγράψουμε τις δυνάμεις μας και μετά βλέπουμε…». Δεν είναι άραγε εύλογη η απορία: «Tι βλέπουμε;» Τι κάνουν οι ηγετικές ομάδες αυτών των κομμάτων μπροστά στον άμεσο πλέον κίνδυνο να τους χρεώσει ο αντίπαλος την χρεοκοπία που έκτισε με συστηματικότητα ο ίδιος τα 2 τελευταία χρόνια; Τι κάνουν μπροστά στην επαπειλούμενη διαμόρφωση ενός ιδιότυπου καθεστώτος δικτατορικής κηδεμονίας που τείνει να τους αφαιρέσει όλο το κοινοβουλευτικό έδαφος κάτω από τα πόδια τους;
Δεν είναι άραγε τούτη τη στιγμή εμφανέστατο ότι η μοναδική έξοδος κινδύνου προϋποθέτει ένα ευρύτατο πολιτικό μέτωπο, με αναφορά στο λαϊκό κίνημα, που θα θέσει ως στόχο τον πρώτο αναγκαίο όρο κάθε παραπέρα αλλαγής, το ξήλωμα του σάπιου πολιτικού συστήματος που δρα σαν βραχίονας των συμφερόντων των δανειστών. Μια συσπείρωση δυνάμεων που αν σε πρώτη φάση «απλώς» κατόρθωνε να ακυρώσει τη δανειακή σύμβαση και το πλέγμα των νόμων που τη στηρίζουν, θα άνοιγε σοβαρή ρεαλιστική προοπτική για όλα τα επόμενα αναγκαία βήματα που πρέπει να γίνουν: Για την παύση πληρωμών υπό τον έλεγχο του δανειζομένου, την προετοιμασία του λαού μπροστά στη δύσκολη περίοδο που διαγράφεται, τη λήψη των αναγκαίων μέτρων άμυνας της κοινωνίας απέναντι στην αναμενόμενη λυσσασμένη επίθεση του αντιπάλου, και για τα πρώτα βήματα της αναγκαίας για την επιβίωση της χώρας και του λαού παραγωγικής ανασυγκρότησης.
Και τέλος ένα συναφές ερώτημα: Δεν είναι άραγε αυτό το μοναδικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αποκτά νόημα όλη η συζήτηση για τη διαμόρφωση ενός πόλου αριστερών ριζοσπαστικών δυνάμεων, ικανού να θέσει ζητήματα βαθύτερων κοινωνικών αλλαγών και ρήξεων; Δεν είναι αυτή, η μόνη για την ώρα ορατή, συγκεκριμένη και πρακτική συμβολή σε έναν αγώνα με αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά;
H καμπάνα έχει ήδη ηχήσει και ο χρόνος για να αντιδράσουμε είναι πολύ μικρός.
Υπάρχει, παρ’ όλα αυτά, κάτι που ξεχωρίζει μέσα στην αβεβαιότητα. Οι δανειστές δείχνουν επίμονα να μην αφήνουν κανένα περιθώριο διαχειριστικών ελιγμών στο ελληνικό πολιτικό σύστημα. Απαιτούν την άμεση υποταγή των δυνάμεων όλου του πολιτικού φάσματος, εκβιάζοντας με ανοικτή χρεοκοπία. Ενδεχομένως και προετοιμάζοντάς την. Ήδη αυτός ο εκβιασμός απευθύνεται ευθέως και προς τα κόμματα της Αριστεράς, με μοχλό μάλιστα, ω της ειρωνείας, αυτό που τα ίδια προβάλλουν ως εργαλείο διεξόδου, δηλαδή τον στόχο της επίτευξης σημαντικών αυξήσεων στην εκλογική τους απήχηση. Και ήδη ο εκβιασμός αυτός αρχίζει να αντηχεί και στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό, με τη χαρακτηριστική θρασύδειλη γλώσσα του εκβιαστή που εκτιμά ότι δεν υπάρχει εκείνη η δύναμη που θα σηκώσει το γάντι και θα ακυρώσει την πρόκλησή του.
Με λίγα λόγια ο εκβιασμός προς τις πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς παίρνει πια τη μορφή:
«Έχετε να διαλέξετε είτε την εκ των προτέρων υποταγή σας στους όρους μας, είτε την ανοικτή ή συγκαλυμμένη συναίνεσή σας στην επιβολή ενός ιδιότυπου καθεστώτος δικτατορικής κηδεμονίας και αναστολής της έκφρασης της λαϊκής βούλησης ή, τέλος, το να σάς παρουσιάσουμε στα μάτια μιας πανικόβλητης κοινωνίας σαν τους αίτιους του χάους που θα προκύψει από την εξώθηση της χώρας σε χρεοκοπία υπό τον έλεγχό μας».
Αυτά ο αντίπαλος. Και οι δυνάμεις της Αριστεράς; Και πρώτα από όλα αυτές που εκφράζονται μέσα στο Κοινοβούλιο (ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ); Συνεχίζουν να πορεύονται στη γραμμή «ο καθένας χωριστά να καταγράψουμε τις δυνάμεις μας και μετά βλέπουμε…». Δεν είναι άραγε εύλογη η απορία: «Tι βλέπουμε;» Τι κάνουν οι ηγετικές ομάδες αυτών των κομμάτων μπροστά στον άμεσο πλέον κίνδυνο να τους χρεώσει ο αντίπαλος την χρεοκοπία που έκτισε με συστηματικότητα ο ίδιος τα 2 τελευταία χρόνια; Τι κάνουν μπροστά στην επαπειλούμενη διαμόρφωση ενός ιδιότυπου καθεστώτος δικτατορικής κηδεμονίας που τείνει να τους αφαιρέσει όλο το κοινοβουλευτικό έδαφος κάτω από τα πόδια τους;
Δεν είναι άραγε τούτη τη στιγμή εμφανέστατο ότι η μοναδική έξοδος κινδύνου προϋποθέτει ένα ευρύτατο πολιτικό μέτωπο, με αναφορά στο λαϊκό κίνημα, που θα θέσει ως στόχο τον πρώτο αναγκαίο όρο κάθε παραπέρα αλλαγής, το ξήλωμα του σάπιου πολιτικού συστήματος που δρα σαν βραχίονας των συμφερόντων των δανειστών. Μια συσπείρωση δυνάμεων που αν σε πρώτη φάση «απλώς» κατόρθωνε να ακυρώσει τη δανειακή σύμβαση και το πλέγμα των νόμων που τη στηρίζουν, θα άνοιγε σοβαρή ρεαλιστική προοπτική για όλα τα επόμενα αναγκαία βήματα που πρέπει να γίνουν: Για την παύση πληρωμών υπό τον έλεγχο του δανειζομένου, την προετοιμασία του λαού μπροστά στη δύσκολη περίοδο που διαγράφεται, τη λήψη των αναγκαίων μέτρων άμυνας της κοινωνίας απέναντι στην αναμενόμενη λυσσασμένη επίθεση του αντιπάλου, και για τα πρώτα βήματα της αναγκαίας για την επιβίωση της χώρας και του λαού παραγωγικής ανασυγκρότησης.
Και τέλος ένα συναφές ερώτημα: Δεν είναι άραγε αυτό το μοναδικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αποκτά νόημα όλη η συζήτηση για τη διαμόρφωση ενός πόλου αριστερών ριζοσπαστικών δυνάμεων, ικανού να θέσει ζητήματα βαθύτερων κοινωνικών αλλαγών και ρήξεων; Δεν είναι αυτή, η μόνη για την ώρα ορατή, συγκεκριμένη και πρακτική συμβολή σε έναν αγώνα με αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά;
H καμπάνα έχει ήδη ηχήσει και ο χρόνος για να αντιδράσουμε είναι πολύ μικρός.
Σχόλια