του Δημήτρη Μπελαντή
Καθημερινά, στις ειδήσεις, στα μέσα ενημέρωσης, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στη ζωή μας, συμβαίνουν περιστατικά φυσικής βίας. Πάντα υπήρχανε, αλλά τα τελευταία χρόνια και ιδίως τους τελευταίους μήνες φαίνονται να είναι πολύ περισσότερα. Όλοι συζητούν για μεμονωμένα περιστατικά ή για κατηγορίες περιστατικών (π.χ. βία ανδρών κατά γυναικών, βία ανθρώπων κατά ζώων κ.λπ.) αλλά σχεδόν κανείς δεν σκέφτεται να τοποθετηθεί για το συνολικό φαινόμενο. Σαν να υπάρχει μια απώθηση να αναγνωρίσουμε ότι οι διαφορετικές παράμετροι και μορφές καταλήγουν σαν ρυάκια ή χείμαρροι σε ένα βαθύ ποτάμι, όπως περιέγραφε ο Γερμανός συγγραφέας Χάινριχ Μπελ στο περίφημο μυθιστόρημά του «Η Χαμένη Τιμή της Καταρίνα Μπλουμ», που είχε ως κεντρικό αντικείμενο πραγμάτευσης τη βία.
Η βία αυτή είναι όντως πολύμορφη και πρωτεϊκή: οι μορφές της μεταλλάσσονται εύκολα. Μιλάμε κυρίως για φυσική και υλική βία, αλλά αυτή συνδέεται ποικιλόμορφα και με ένα ακόμη μεγαλύτερο ποτάμι ψυχολογικής βίας και επιθετικότητας, αντεγκλήσεων υποψιών, συνειδητής και ασυνείδητης συσσώρευσης αρνητικών συναισθημάτων και ορμών, καταστροφικών φαντασιώσεων. Τη βλέπουμε στους χώρους εργασίας, στους χώρους ψυχαγωγίας, μέσα στην οικογένεια, μέσα σε ερωτικές ή φιλικές σχέσεις, ανάμεσα σε ανθρώπους που συγκατοικούν – με την καραντίνα ακόμη παραπάνω, όπως ήταν φυσικό. Δεν προκαλείται πάντοτε από έναν εμφανή και εντοπίσιμο σοβαρό λόγο. Σαν να υπάρχει μια κρυμμένη πυριτιδοθήκη, όπου μια παραμικρή υποψία βενζίνης την πυροδοτεί και την κάνει να εκραγεί και να λαμπαδιάσει. Όλοι μας το ζούμε αυτό, το τελευταίο διάστημα ιδίως. Επίσης, αν και στην Ελλάδα είναι πια πολύ έντονο, είναι σαφέστατα διεθνές πρόβλημα. Όλος ο «αναπτυγμένος κόσμος», αλλά λόγω του παγκόσμιου πλανητικού χωριού και μεγάλο μέρος της περιφέρειας, δονείται κατά καιρούς από περιστατικά σχεδόν ανεξήγητης φονικής βίας, ατομικής ή ομαδικής. Η επιτυχία ταινιών όπως ο Joker δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία.
ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΕΙΝΑΙ πολυπαραγοντικές. Θα μπορούσε κανείς να γράψει διατριβές. Ορισμένες ερμηνείες πάντοτε έχουν μερική ισχύ, αν και όχι καθολική, κατά τη γνώμη μας. Θα έπρεπε να αναζητούμε και μια καθολικότερη προσέγγιση.
Υπάρχουν ταξικές αιτίες. Σε μια κοινωνία όπου οι ελπίδες έστω και μερικού ριζοσπαστικού μετασχηματισμού ακυρώθηκαν βάναυσα το 2015, η ελπίδα «δεν έρχεται» αλλά προσώρας «έχει χαθεί». Υπάρχει μόνο η επιλογή του μη χειρότερου, στη Βουλή αλλά και παντού ή της αποχής από την τρέχουσα πολιτική. Οι άνθρωποι των κατώτερων και υποτελών τάξεων αλλά και των μικρομεσαίων κατηγοριών ζούνε σε μια κατάσταση διαρκούς απόγνωσης και καθημερινής αδυναμίας σχεδιασμού της ζωής τους – κυνηγάνε το δάσος των λογαριασμών και οφειλών. Αυτό που γερμανικά λέγεται Ohnmacht και σημαίνει απώλεια δύναμης, απώλεια να καθορίσεις την τύχη σου. Όπως αυτοί που ζούνε σε μια φυλακή και έχουν χάσει την ελπίδα ότι θα αποφυλακιστούν ή θα αποδράσουν, στρέφονται αποκλειστικά ο ένας κατάδικος εναντίον του άλλου. Η ενδοβολή της βίας μέσα στους ταξικά «κάτω», φαίνεται η μόνη εφικτή διέξοδος της οργής αλλά και της απελπισίας. Επίσης, η αδυναμία συλλογικών πολιτικών λύσεων πάντοτε δημιουργεί τον πειρασμό να στραφείς ατομικά κατά των εμπρόσωπων ταξικών καταπιεστών, να μετατρέψεις την ταξική σύγκρουση σε βεντέτα.
Υπάρχουν διαπροσωπικές αιτίες. Η απώλεια εμπιστοσύνης σε μια συνολική θετική διέξοδο οδηγεί σε μια αίσθηση ατομικής ματαίωσης και κοινωνικής κατάθλιψης. Η ματαίωση δεν αναδεικνύει την καλύτερη όψη όλων μας αλλά μάλλον την πιο επιβιωτική, και, άρα, την πιο επιθετική. Αυτήν, άλλωστε, που είναι και το πρότυπο του καπιταλιστικού συστήματος όπου ζούμε – ας αφήσουμε δε την ανθρωποφαγία των ΜΜΕ και των ίδιων των social media, και την χολερικότητα που αναδύουν. Οι άλλοι όλοι γίνονται δυνητικοί εχθροί. Για όσους ή όσες περάσαμε από το πείραμα ΣΥΡΙΖΑ κάποτε, η σταδιακή εξουσιαστική κατάπτωση πάρα πολλών προσώπων της Αριστεράς, προκαλεί μια επιπλέον αίσθηση μη πολιτικής εμπιστοσύνης και διάχυτου κουμπώματος.
Όλος ο «αναπτυγμένος κόσμος», αλλά λόγω του παγκόσμιου πλανητικού χωριού και μεγάλο μέρος της περιφέρειας, δονείται κατά καιρούς από περιστατικά σχεδόν ανεξήγητης φονικής βίας, ατομικής ή ομαδικής. Η επιτυχία ταινιών όπως ο Joker δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία
Υπάρχουν έμφυλες αιτίες καθώς και αιτίες που αφορούν τη διάλυση της πυρηνικής οικογένειας. Μια μορφή από αυτές είναι πάντοτε η σεξιστική επιθετικότητα ανδρών κατά γυναικών, που σχετίζεται με τον παραδοσιακό καταμερισμό εργασίας και την ιεραρχική σχέση μεταξύ των φύλων, βιολογικών και κοινωνικών, τις παραδοσιακές παραστάσεις ρόλων που σχετίζονται με αυτό. Θα έπρεπε, όμως, να εμπλουτισθεί αυτό το σχήμα: υπάρχει, σε μικρότερο βαθμό, και διάχυτη βία γυναικών κατά ανδρών και διάχυτη βία γονέων ανεξαρτήτως φύλου κατά παιδιών και παιδεραστική βία και βία μεταξύ των φύλων που έχει άλλα κίνητρα και δεν ανάγεται κυρίως στην έμφυλη σχέση κ.λπ. Υπάρχει, σε κάποιον βαθμό, και η βία που προκαλεί αναδραστικά η ίδια η πολιτική ορθότητα ως στάση («πρόκληση» προς την κοινωνική πλειονότητα ως συλλήβδην ρατσιστική κ.λπ.). Σε μια κοινωνία που δεν είναι πια η κλασσική πατριαρχική κοινωνία ως τα μέσα του 20ού αιώνα, χωρίς αυτό να αναιρεί τις διακρίσεις μεταξύ των φύλων, και όπου δεν υπάρχει πια σε μεγάλο βαθμό η πυρηνική οικογένεια, έχουμε προβλήματα μεταξύ των φύλων (αλλά και των σεξουαλικών προσανατολισμών) που αφορούν την έλλειψη ορίων συμπεριφοράς και την ναρκισσιστική αίσθηση παντοδυναμίας (σε όλα τα φύλα) όπως και την καταστροφή των παλιών μορφών σχέτισης και οικογένειας που δεν έχουν αντικατασταθεί με νέες βιώσιμες μορφές και πρότυπα. Ο ναρκισσισμός και η ατομική παντοδυναμία και απουσία ορίων, βασικές πηγές άγχους και επιθετικότητας-βίας, αναπαράγονται από τα ΜΜΕ, γεγονός που κλιμακώνει την προσωπική νοσηρότητα, τη διαπροσωπική βία και τη βία μεταξύ των φύλων.
Υπάρχουν φυλετικές αιτίες και αιτίες σύγκρουσης μεταξύ εθνοτήτων που σχετίζονται και με τον καλλιεργούμενο ρατσισμό και σωβινισμό αλλά και με τις δεξαμενές περιθωριοποίησης που δημιουργεί μέσα στις μητροπόλεις της Δύσης η κρατική διαχείριση των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών. Ή τα κρατικά γκέτο τύπου Μόριας στην Ελλάδα.
Υπάρχουν εθνικές ιδιαιτερότητες και αιτίες, που αφορούν την Ελλάδα. Η αίσθηση ότι ζεις σε ένα σχεδόν «χρεωκοπημένο κράτος» και σε μια χώρα σχεδόν διαρκώς απειλούμενη στην κυριαρχική της υπόσταση δεν είναι η καλύτερη βάση για να οργανώσεις τη ζωή σου.
ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΟΛΑ αυτά τα ειδικότερα, υπάρχει και μια πιο γενική αιτιολογία για την αυξανόμενη διάχυτη βία και επιθετικότητα που συνδέει τις επιμέρους ερμηνείες σε κάποιον βαθμό και διαθέτει διεθνή υπόσταση. Είναι το βαθύ ποτάμι που λέγαμε: η κρίση του δυτικού πολιτισμού και του δυτικού ορθολογισμού και, δεδομένης της κεντρικότητας του δυτικού πολιτισμού σε όλο τον πλανήτη, η κρίση όλου του ανθρώπινου πολιτισμού. Οι άνθρωποι ζούνε σε εργασιακές, διαπροσωπικές και εξουσιαστικές σχέσεις που δεν τις θεωρούνε καθόλου ικανοποιητικές, παρά τις τεράστιες τεχνολογικές προόδους. Η πάγια καπιταλιστική αλλοτρίωση από την εργασία, την πολιτική και τις διαπροσωπικές σχέσεις λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις. Για ένα τμήμα του δυτικού κόσμου και την πλειοψηφία του μη δυτικού, οι συνθήκες αυτές είναι όχι απλώς μη ικανοποιητικές αλλά τελείως ανυπόφορες. Οι άνθρωποι οδηγούνται σε μορφές παραφροσύνης και συνωμοσιολογίας, σε μεγάλο βαθμό. Η διαμαρτυρία εξακολουθεί, η ταξική σύγκρουση εξακολουθεί, αλλά α) η επίτευξη μιας αντικαπιταλιστικής δίκαιης κοινωνίας αποικίζει πια πολύ λίγο και συχνά καθόλου το φαντασιακό των ανθρώπων της Δύσης και β) οι υποσχέσεις του ορθολογισμού και του Διαφωτισμού για τη μονοσήμαντη σχέση γνώσης-επιστήμης και ευτυχίας σε μεγάλο βαθμό έχουν διαψευσθεί. Το βασικό «παράδειγμα» της πορείας του καπιταλιστικού πολιτισμού αυτήν τη στιγμή δεν είναι οι επαναστάσεις ή οι σοβαρές κοινωνικές και δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις του 20ού αιώνα αλλά η απώλεια πίστης στον Λόγο και η αίσθηση γενικής παρακμής που χαρακτήριζε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του 3ου και 4ου αιώνα μ.Χ. Μέσα σε ένα τέτοιο ερμηνευτικό πλαίσιο θα έπρεπε να δούμε και την κορύφωση της διάχυτης κοινωνικής βίας. Και την αναζήτηση συλλογικών απαντήσεων σε αυτήν. Όσο υπάρχει καιρός.