Του Μάκη Μαλαφέκα

 

Η επιλογή Φαμπρ σε καμία περίπτωση δεν ήταν (δεν μπορεί να ήταν) του Μπαλτά. Γι’ αυτά τα πράγματα, σε αυτό το επίπεδο -και ειδικά όταν φέρνεις έναν διεθνή σούπερ σταρ, έστω και σιτεμένο- δεν αποφασίζουν ποτέ οι πολιτικές οντότητες, μα απευθείας οι οικονομικές. Ποιες οικονομικές οντότητες; Μα αυτές που ελέγχουν με τον πλέον πρόδηλο τρόπο την πολιτιστική ζωή της Ελλάδας· οι επιχειρηματικοί εκείνοι όμιλοι που έχουν προνοήσει να σηκώσουν φωτεινές πολιτιστικές βιτρίνες μπροστά από τις δαιδαλώδεις και ολοσκότεινες τραπεζικές, εφοπλιστικές, κατασκευαστικές και ραδιοτηλεοπτικές τους δραστηριότητες.

Ήταν λοιπόν εντελώς λογικό, όταν ο Τσίπρας είπε στον Φλαμανδό καλλιτέχνη «σας έχω απόλυτη εμπιστοσύνη» (σοβαρά;), αυτός να του απαντήσει «κακώς». Κι όταν παραιτήθηκε -έπειτα από την επίσης λογική κατακραυγή για το βελγοβαρές καλλιτεχνικό του πρόγραμμα- δεν σκέφτηκε καν να στείλει την επιστολή παραίτησής του στον «αρμόδιο υπουργό», αλλά κατευθείαν στη φίλη του Κατερίνα Κοσκινά στη μεσολάβηση της οποίας μάλλον και οφείλαμε τον διορισμό του. Το γενναίο άνοιγμα προς την υπερ-σύγχρονη τέχνη έκλεισε με αμέτρητες δικτυακές θεάσεις ιπτάμενης γάτας και παλλόμενου πέους. Τουλάχιστον γελάσαμε και λίγο.

Ποιο είναι εδώ το πραγματικό διακύβευμα; Και ποιο θα συνεχίσει να είναι το διακύβευμα όσο η ελληνική κοινωνία θα μεταβάλλεται σταθερά σε επικράτεια δαρμένων ιθαγενών; Σε μεγάλο βαθμό, η Αθήνα. Συγκεκριμένα, η φυσιογνωμία της Αθήνας. Η βρόμικη, απρόβλεπτη, ανυπότακτη, φοιτητική, αγανακτισμένη, αλληλέγγυα, λαϊκή, λούμπεν, ελευθεριακή Αθήνα, πρέπει να ευνουχιστεί, να εξυγιανθεί. Είναι ζήτημα κοινωνικού ελέγχου, είναι ζήτημα πολιτικής επικυριαρχίας και οικονομικού εξορθολογισμού. Κι επειδή όλα αυτά δεν γίνεται πλέον να συμβούν στην Αθήνα (αυτό έχει εμπεδωθεί), δεν γίνεται δηλαδή να πάει η εξυγίανση στην Αθήνα, έχει από καιρό αποφασιστεί να πάει η Αθήνα στην εξυγίανση, δηλαδή στην παραλία.

Όλο και περισσότεροι δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς, ιδρύματα, στάδια, λυρικές σκηνές, «πολυχώροι», μετατοπίζονται προς τον άξονα Συγγρού/Φάληρο/Ελληνικό, προσβλέποντας όλο και πιο ξεκάθαρα στην μετατόπιση του ίδιου του οργανικού βαρύκεντρου της πόλης. Παρατεταμένη τουριστική περίοδος, πόλη διαρκώς ανοιχτή προς τις Κυκλάδες και τον Αργοσαρωνικό μα όλο και πιο κλειστή προς τον πραγματικό της πληθυσμό, αθλητικές διοργανώσεις, θαλαμηγοί, jet set, «ελληνική Ριβιέρα» με σύντομο φωτογραφικό σαφάρι στο «παλιό κέντρο» (Ακρόπολη, street art, Βασανίζομαι, κ.λπ.) και πίσω πάλι.

Η διεθνής αίγλη της σύγχρονης τέχνης καλείται να παίξει σ’ αυτήν την απόπειρα μετατόπισης και αποστείρωσης έναν πρωταγωνιστικό ρόλο: αυτόν την νομιμοποίησης διά μέσου του «πολιτισμού». Και, υπ’ αυτήν την έννοια, οι επιλογές τύπου Γιαν Φαμπρ είναι μάννα εξ ουρανού γιατί μας αφήνουν να δούμε ξαφνικά αυτό το τοπίο (με πολλές από τις μελλοντικές του τάσεις) ανάγλυφα, διά γυμνού οφθαλμού. Ο φυσικός τρόπος με τον οποίο ο εφήμερος καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών φέρεται σχεδόν να απέκλεισε τις ελληνικές «συμμετοχές» επειδή «δεν είχε χρόνο να τις μελετήσει», αποκαλύπτει και τη διαλεκτική σχέση ενός ολόκληρου χώρου (εν πολλοίς ανυπόστατου) με τον πραγματικό, υλικό κόσμο. Μια σχέση αμιγώς θεωρητική, εποπτική, αόριστη και, κυρίως, συγκλονιστικά εγκεφαλική. Σαν αυτή με τους μικρούς αίλουρους που εκσφενδονίστηκαν μια ομιχλώδη και αβέβαιη μέρα σε κάποιο χολ της Αμβέρσας για να προσγειωθούν τελικά, τερματικά, με πάσα ασφάλεια, στο εύκρατο τέλμα του Λεκανοπεδίου.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!