του Αθανάσιου Μπόικου
Σ’ ένα κοτέτσι όπου παλιότερα βασίλευαν γαλαζοπράσινοι κόκορες, άρχισε τώρα τελευταία να βασιλεύει ένας κόκκινος κόκορας. Τόσο όμως οι παλιοί όσο και ο νέος και ολοκαίνουργιος κόκορας είχαν δώσει όρκους υποταγής σ’ έναν μεγαλύτερο γκριζόμαυρο κόκορα Βρυξελλών. Αυτός ο τελευταίος ήταν γιατρός και, επειδή στο κοτέτσι είχε πέσει από καιρό βαριά κολλητική αρρώστια, τα κοτόπουλα γεννούσαν κλούβια αβγά και ψοφούσαν σωρηδόν, οι έγχρωμοι εντόπιοι κόκορες τού ζήτησαν να τους γράψει συνταγή με γιατρικά να θεραπευτεί το κοτέτσι και να γλιτώσουν τα κοτόπουλα απ’ το θανατικό.
Το φάρμακο αυτό βασιζόταν στα ιδανικά του μεγάλου κοτετσιού των Βρυξελλών, ιδίως δε στο ιδανικό της «ισότητας», και χορηγούνταν σε δόσεις. Έλεγε η συνταγή: Όποιο ντόπιο κοτόπουλο έχει δύο μάτια, δύο φτερά και δύο πόδια είναι προνομιούχο και αυτό το προνόμιο είναι η αιτία της αρρώστιας (δείτε γύρω σας πόσα κοτόπουλα έχουν ένα μόνο μάτι). Βγάλτε του, λοιπόν, το ένα από τα δύο μάτια για να χτυπήσετε τη ρίζα της αρρώστιας και το κοτόπουλο θα γιατρευτεί. Θα επέλθει και ισότης.
Βγάζουν τότε το ένα από τα δύο μάτια του κοτόπουλου, αλλά αυτό δε γιατρευόταν. Η αρρώστια είχε μπει βαθιά μέσα του.
Ρίχνουν τότε στα κοτόπουλα τη δεύτερη δόση. Όποιο κοτόπουλο έχει ένα μάτι, είναι προνομιούχο (άρρωστο) και για να γιατρευτεί πρέπει να του βγάλουμε το ένα και μοναδικό του μάτι (δείτε γύρω σας, ο κόσμος είναι γεμάτος με κοτόπουλα δίχως μάτια). Του βγάζουν τότε και το άλλο μάτι. Για να επέλθει και η ισότης. Μα και πάλι το κοτόπουλο δεν γιατρεύτηκε.
Συνέχεια είχαν τα φτερά (δείτε πόσα κοτόπουλα δίχως μάτια και δίχως φτερά υπάρχουν γύρω μας). Του τα κόψαν, πρώτα το ένα, μετά το άλλο, για να επικρατήσει η ισότης και η αγνή και ανόθευτη ελευθερία του μεγάλου παζαριού.
Για να μην τα πολυλογούμε, το ίδιο έγινε και με τα πόδια. Επικράτησε έτσι η «ισότης».
Τώρα τα κοτόπουλα, τυφλά, χωρίς φτερά και πόδια, κάθονταν ακίνητα στην ίδια πάντοτε θέση να κλωσήσουν τα αβγά τους. Και δεν μπορούσαν να δουν το χέρι που κάθε τόσο μάζευε τ’ αβγά για να τα πουλήσει στο μεγάλο παζάρι. Μήτε να κουνηθούν και να φύγουν, με κομμένα φτερά και πόδια όπως ήταν. Ούτε είχαν όμως και καμιά διάθεση φυγής. Είχαν γιατρευτεί και από αυτή την παράπλευρη αρρώστια. Ίσα-ίσα, που ήταν κι ευχαριστημένα γιατί εφαρμόστηκε επιτέλους η ισότης, τα προνόμια κόπηκαν και το κοτέτσι γλίτωσε από τον αφανισμό.
«Μερικές φορές δεν ακούς τη σφαίρα που σε σκοτώνει».