Οι πιέσεις, το γεωπολιτικό «χαρτί», οι ισορροπίες και τα ανταλλάγματα

Του Απόστολου Αποστολόπουλου

 

Άλλος αέρας πνέει πλέον στις ελληνογερμανικές σχέσεις μετά τις αβρότητες Τσίπρα-Μέρκελ, διατυμπανίζουν τα γερμανικά και διεθνή ΜΜΕ. Τα συγκεκριμένα αποτελέσματα θα τα δούμε όταν συνεδριάσει το Eurogroup, τυπικά αρμόδιο να παίρνει αποφάσεις. Φυσικά, το Βερολίνο αποφασίζει, μια και το Παρίσι έχει από καιρό εγκαταλείψει τη θέση του ισότιμου εταίρου, είτε με τον Σαρκοζί είτε με τον Ολάντ.

Θα ήταν αδικαιολόγητη και ασυγχώρητη μεμψιμοιρία να υποβαθμιστεί η άριστη προετοιμασία και η επιβλητική παρουσία του πρωθυπουργού στο Βερολίνο. Ακόμα κι αν τα συγκεκριμένα αποτελέσματα, άγνωστα αυτή τη στιγμή (Τετάρτη 25/3) δεν δικαιώσουν πλήρως τις προσδοκίες από όσα δημοσίως ελέχθησαν. Έξω πήγαμε καλά, αλλά στην Αθήνα δεν έλειψαν τα… φάλτσα. Είναι ασύνηθες οι υπουργοί να εκφράζουν σκέψεις και όχι αποφάσεις στο δημόσιο λόγο τους, αλλά είναι παλιά συνήθεια να μη συνεννοούνται μεταξύ τους (μερικοί δεν αντάλλασσαν καν καλημέρα) επί Ν.Δ. Η κυρία Βαλαβάνη είπε τις σκέψεις της για αύξηση του ΦΠΑ στα «κοσμοπολίτικα» νησιά και το Μαξίμου τη διέψευσε. Δεν λειτουργεί ο ΟΤΕ, ούτε τα τριψήφια; Απορίες και με το ΤΑΙΠΕΔ. Τα λεφτά του θα πηγαίνουν στους δανειστές ή στους αναξιοπαθούντες; Αμελητέο το ερώτημα αλλά κυριολεκτικό: Να ζει κανείς ή να μη ζει;

Ο Τσίπρας καλά, άριστα τα πήγε αλλά οι σχέσεις της Αθήνας με το Βερολίνο/Βρυξέλλες (ΒΒ) δεν έχουν αλλάξει στην ουσία τους. Παραμένουν αμετάκλητα σχέσεις αντιπαλότητας, σχέσεις ασύμβατες, εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εγκαταλείψει τη δημόσια ρητορική για κοινωνική δικαιοσύνη και εθνική αξιοπρέπεια. Τα συγκεκριμένα μέτρα που δεν μπορεί να ληφθούν τώρα μπορεί να έρθουν αργότερα αν η κυβέρνηση συνεχίζει να θεωρεί το πρόγραμμά του ως ορατό, επιτεύξιμο στόχο. Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικεί να είναι μια αριστερή κυβέρνηση οι σχέσεις της με το ευρωπαϊκό κέντρο του νεοφιλελευθερισμού, τους ΒΒ, θα είναι σχέσεις στο κόκκινο, άσχετα από τα όποια ανέφελα διαλείμματα. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, επειδή η σύμπραξη με τους δεξιούς αλλά πατριώτες ΑΝΕΛ διαταράσσει, εν δυνάμει και σε βάθος χρόνου, τον κεντρικό πυλώνα του καθεστώτος στην Ε.Ε.: Στις χώρες της Ε.Ε. το καθεστώς στηρίζεται στον κλασικό διχασμό αριστερά/ δεξιά που είτε ως αντιπαλότητα είτε ως εθνική ομοψυχία, στηρίζει το «δημοκρατικό καθεστώς», το καθεστώς της «ρεπουμπλίκ», αντίστοιχο του δικού μας «δημοκρατικού τόξου».

Στην Αθήνα έχει συμβεί «αλλαγή παραδείγματος» κοινωνικής και πολιτικής δράσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ, η ηγεσία του, επέλεξε να συνεργαστεί με το κομματικά αυτονομημένο τμήμα της λαϊκής πατριωτικής Δεξιάς σπάζοντας για πρώτη φορά τους κλασικούς διαχωρισμούς. Όσο οι ΑΝΕΛ παραμένουν εκλογικά αδύναμοι το πρόβλημα είναι μικρό, αλλά αν ευρύτερα συντηρητικά στρώματα μετακινηθούν προς τους πατριωτικούς ΑΝΕΛ, η αναδιάταξη θα είναι εκ θεμελίων και δεν θα περιοριστεί στο συντηρητικό χώρο αν λάβουμε υπ’ όψιν τις διχογνωμίες εντός της Αριστεράς περί πατριωτισμού. Η σύμπραξη ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ είναι εν δυνάμει πρόπλασμα «εθνικής λαϊκής ενότητας», αντίπαλο δέος στην Χ.Α., και αφήνει το Ποτάμι, το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ. ως υπερασπιστές του «δημοκρατικού τόξου», μνημονιακής καταβολής και μνημειώδους υποτέλειας. Στη Γαλλία, η εμμονή στη «ρεπουμπλίκ» και όχι στην εθνική λαϊκή συσπείρωση, ανασταίνει το πολιτικό πτώμα του Σαρκοζί και καθηλώνει το Παρίσι ως δορυφόρο του Βερολίνου. Με επιχείρημα ότι η -νεογκολική, πλέον- Λεπέν είναι κίνδυνος για τη ρεπουμπλίκ.

Το αιφνιδίως εύκρατο κλίμα στις σχέσεις Ελλάδας/ΒΒ δεν οφείλεται στην αμοιβαία επιθυμία τους να τα βρουν. Υπόβαθρο είναι η ζωτική ανάγκη, για τους ΒΒ, μιας Ενωμένης Ευρώπης. Μία, μία οι δυτικοευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ένδοξες το πάλαι ποτέ, δεν αξίζουν ούτε «μια χούφτα δολάρια», χωρίς δικό τους στρατό, σε οικονομική κρίση, απέναντι στη Ρωσία και τις ΗΠΑ έτοιμες να τις καταβροχθίσουν.

Συμβιβασμός, με την Ελλάδα σε μειονεκτική θέση, θα είναι έντιμος αν εξισορροπεί το δικαίωμα της χώρας στην εθνική αξιοπρέπεια με ανθρώπινο βιοτικό επίπεδο και στην αποδοχή της Αθήνας ότι Βρυξέλλες και Βερολίνο είναι το επίκεντρο των συλλογικών αποφάσεων όπως το αποδέχονται το Παρίσι και η Ρώμη. Αν αλλάξουν οι κυβερνήσεις και οι συσχετισμοί άλλες απαιτήσεις θα τεθούν. Αλλά μόνο τότε.

Η Αθήνα, μόνη της, χωρίς στήριξη από δύναμη ανάλογης ισχύος με τη δύναμη που διαθέτουν οι ΒΒ και με δυνατότητα άμεσης και αποφασιστικής επιρροής στο ευρωιερατείο, θα ήταν αδύνατον να ανταπεξέλθει στις πιέσεις. Οι ΗΠΑ στήριξαν την Αθήνα αλλά, βεβαίως, ο ισχυρός δεν στηρίζει τον ασθενέστερο χωρίς αντάλλαγμα, έστω και αν η βοήθεια που παρέχει οφείλεται σε δικό του συμφέρον.

Οι ΗΠΑ πρόσθεσαν στα οικονομικά επιχειρήματα και τη γεωπολιτική αξία της Ελλάδας, τον κίνδυνο να στραφούμε στη Ρωσία. Η γεωπολιτική διάσταση ήταν εξαρχής δεδομένη αλλά μόνο όταν έθεσαν το ζήτημα οι ΗΠΑ απόκτησε διαπραγματευτικό βάρος. Όσο κι αν ενοχλεί ή εξοργίζει κάποιους, η λογική και ο ρεαλισμός επιβάλλει να αντιληφθούμε ότι η ασθενούσα Ελλάς δεν μπορεί να επιχειρήσει τέτοια γεωπολιτική μετατόπιση (να πέσει στην αγκαλιά της Μόσχας) διαταράσσοντας τις ισορροπίες στη Ν.Α. Μεσόγειο και στα Βαλκάνια ώς τον Καύκασο, (βλ. Το γεωπολιτικό χαρτί Ίσκρα 20/3). Μια αυτοκρατορία, όμως, όπως οι ΗΠΑ, μπορεί να κάνει χρήση της απειλής. Το GRexit δεν θα οδηγούσε φυσικά την Ελλάδα στην αγκαλιά της Ρωσίας αλλά θα επανέφερε το μονοπώλιο κυριαρχίας στις ΗΠΑ, αφήνοντας το Βερολίνο κυριολεκτικά με άδεια χέρια. Μένει να δούμε αν το αντάλλαγμα θα είναι αυστηρά προσδιορισμένα (και περιορισμένα) όρια στις σχέσεις μας με Κίνα, Ρωσία και Ιράν. Ωστόσο, η ρευστότητα στα διεθνή πράγματα καθιστά προσωρινές, λύσεις που εμφανίζονται σταθερές.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!