Αρχική πολιτική Γιατί τόσα λίγα κρούσματα και θάνατοι στην Ελλάδα;

Γιατί τόσα λίγα κρούσματα και θάνατοι στην Ελλάδα;

Το ερώτημα του τίτλου απασχολεί αρκετούς ανθρώπους και όσο πλησιάζουμε στο τέλος των σκληρών περιοριστικών μέτρων πολλές ερμηνείες εμφανίζονται στο δημόσιο διάλογο.

Η κυβερνητική πλευρά φουσκώνει περήφανη σαν παγώνι και πανηγυρίζει για τα μηδενικά ποσοστά. «Τα καταφέραμε» αναφωνεί ο Κυριακός Μητσοτάκης και μαζί του συντάσσεται η πλειοψηφία των ΜΜΕ. Δεν είναι και μικρό πράγμα η Ελλάδα να περνάει περίπου αναίμακτα μία από τις πιο φονικές επιδημίες της γενιάς μας. Και όλα αυτά, αντικρίζοντας χώρες με πολύ πιο προετοιμασμένα συστήματα υγείας (Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία, Ισπανία) να μετρούν καθημερινά εκατοντάδες θύματα ακόμα και τώρα. Ο Κούλης, ο χαζός, ο ανίκανος, ο μίστερ Μπιν κ.λπ. έγινε τώρα Κυριάκος.

Η απέναντι πλευρά, οι συνδικαλιστές, αυτοί που «πάντα ήταν στην πρώτη γραμμή» κ.λπ. βρίσκονται σε εμφανή αμηχανία με βάση τα παραπάνω. Είναι δυνατόν να πούμε ότι η κυβέρνηση χειρίστηκε καλά το ζήτημα; Και μη χειρότερα. Ακόμα και τώρα, που όλα δείχνουν ότι δεν πρόκειται «να γίνουμε Ιταλία», αρκετοί καλούν σε μαζικά τεστ στον πληθυσμό αναπαράγοντας την γνωστή προτροπή του ΠΟΥ για «τεστ, τεστ, τεστ» και ξεχνούν ότι λίγο παρακάτω ο ίδιος Οργανισμός πρόσθετε «τεστ σε όλα τα πιθανά κρούσματα». Αυτό κάναμε περίπου και στην Ελλάδα. Όσοι έχουν την παραμικρή σχέση με τμήματα επειγόντων σε μεγάλα νοσοκομεία μπορούν να το πιστοποιήσουν. Την γραμμή του ΠΟΥ εφαρμόσαμε και εδώ…

Κάποιοι άλλοι αποδίδουν την επιτυχία της Ελλάδας στο ότι συνιστά κατά βάση «μια πατριαρχική κοινωνία, που πιστεύει στην ιεραρχία». Έτσι, η πανδημία λειτουργεί σαν αφορμή ώστε για άλλη μια φορά να βρίσουν και να απαξιώσουν τον ελληνικό λαό. Γνωστό το μοτίβο: η ελληνική κοινωνία είναι οπισθοδρομική και βαθιά συντηρητική. Κυρίως αποτελείται από ρατσιστές και φασιστές, μακεδονομάχους και ψεκασμένους, «ελληνάρες» και «ματσό» που ανά πάσα στιγμή είναι έτοιμοι να ξυλοφορτώσουν γκέι οροθετικούς στην Ομόνοια ή να πυροβολήσουν πρόσφυγες στον Έβρο. Αυτή η κοινωνία μπορεί εύκολα να συμμορφώνεται στις υποδείξεις της εξουσίας και αναζητά την «πατρική φιγούρα» για να την προσκυνήσει και να την ακολουθήσει (βλ. Τσιόδρας ή Χαρδαλιάς).

Οι Έλληνες, διαχρονικά δύσπιστοι και απείθαρχοι προς ένα κράτος παρασιτικό, κομματικοδίαιτο κι ανίκανο, μάλλον πειθάρχησαν στην κοινή λογική και σε μία συλλογική ανάγκη επιβίωσης παρά σε μία κυβέρνηση που εν πολλοίς ήταν απούσα και είχε αντικατασταθεί από ένα επιτελείο έμπειρων λοιμωξιολόγων

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ότι τα κυβερνητικά μέτρα πάρθηκαν πολύ έγκαιρα και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο μπλοκάρισμα της εξάπλωσης του ιού. Αυτό, όμως, είναι ένα μονάχα μέρος της αλήθειας. Ο απλός κόσμος έχοντας βιώσει στο πετσί του την ολοκληρωτική διάλυση του ΕΣΥ και τις τρομακτικές ελλείψεις σε υλικά και προσωπικό αποφάσισε να μείνει σπίτι του για να γλιτώσει τα χειρότερα. Επίσης, η παροιμιώδης ανικανότητα του εγχώριου πολιτικού συστήματος να διαχειριστεί ακόμα και την πιο μικρή κρίση (πόσο μάλλον μια παγκόσμια υγειονομική κρίση από έναν άγνωστο ιό) οδήγησαν τους πολίτες να αναλάβουν την ευθύνη της αυτοπροστασίας τους αντί να περιμένουν να σωθούν από το κράτος. Άλλωστε, η πειθάρχηση στα μέτρα ούτε δεδομένη ούτε αυτονόητη ήταν για τους Έλληνες.

Άνθρωποι που υπό άλλες συνθήκες θα επισκέπτονταν τα επείγοντα χωρίς σοβαρό λόγο τώρα έμεναν στο σπίτι. Στο σπίτι, όμως, έμειναν και άνθρωποι με χρόνια νοσήματα ή άλλα σοβαρά προβλήματα, είτε επειδή δεν ήθελαν να επιβαρύνουν τους υγειονομικούς που έδιναν την μάχη της πανδημίας μέσα σε ένα βομβαρδισμένο, από τα μνημόνια, ΕΣΥ είτε επειδή δεν ήθελαν να κολλήσουν τον ιό στα επείγοντα. Είναι χαρακτηριστικές οι εικόνες στα ΤΕΠ των περισσότερων νοσοκομείων της χώρας: έρημοι διάδρομοι και άδειοι θάλαμοι. Ο κόσμος, με κόστος την ίδια την υγεία του, θωράκισε το ΕΣΥ από το ιογενές τσουνάμι και όχι οι ανύπαρκτες (ή προσχηματικές – με τετράμηνες συμβάσεις αποφοίτων Ιατρικής) προσλήψεις της κυβέρνησης. Μετά την πανδημία, το ΕΣΥ παραμένει υποστελεχωμένο και διαλυμένο.

Οπότε, οι Έλληνες, διαχρονικά δύσπιστοι και απείθαρχοι προς ένα κράτος παρασιτικό, κομματικοδίαιτο κι ανίκανο, μάλλον πειθάρχησαν στην κοινή λογική και σε μία συλλογική ανάγκη επιβίωσης παρά σε μία κυβέρνηση που εν πολλοίς ήταν απούσα και είχε αντικατασταθεί από ένα επιτελείο έμπειρων λοιμωξιολόγων. Ας μην χαίρεται ο Κυριάκος και οι υπουργοί του. «Με αυτήν την κατάσταση στα νοσοκομεία και με αυτούς που μας κυβερνάνε άμα έχουμε κι εδώ τα κρούσματα της Ιταλίας θα μαζεύουμε τους νεκρούς με τα φορτηγά», αυτά έλεγε η κοινωνία αρχές Μάρτη και έκατσε σπίτι του. Για να μην δουλευόμαστε δηλαδή.

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΛΑΟΣ, που τόσα του έχουν σούρει κατά καιρούς κυβερνήσεις, «προοδευτικοί», «αντιεξουσιαστές» και πάει λέγοντας, κατάφερε κουτσά στραβά να προστατεύσει τον εαυτό του από τον νέο ιό. Απελπιστικά μόνος, αλλά και εκπαιδευμένος από στερήσεις, «απειλές» και καταστάσεις έκτακτες, όπως η δεκαετία των μνημονίων, ήξερε να συμπεριφερθεί ανάλογα όταν άκουσε ότι ένας επικίνδυνος ιός εξαπλώνεται σε όλο τον πλανήτη. Ρωτήστε έναν Σουηδό ή έναν Νορβηγό πότε βίωσε τελευταία φορά ο λαός του την παραμικρή «απειλή»…

Και τέλος πάντων, μπορεί οι λάτρεις του σύγχρονου δυτικού τρόπου ζωής να βγάζουν σπυράκια με κάτι τέτοια αλλά η αλήθεια είναι ότι η ελληνική οικογένεια έκανε το «θαύμα» της. Κι αυτό γιατί πέρα από την μαγειρίτσα και τα τσουρέκια που παραλάβαμε στα ΚΤΕΛ από το χωριό, η οικογένεια ήταν ένα σημαντικό «αντίσωμα» για να μην μείνει καμία και κανείς μόνος και να σταθούμε όρθιοι μπροστά σε αυτήν την πρωτοφανή παγκόσμια κρίση. Κάπως έτσι, πλέξαμε ένα συλλογικό δίχτυ προστασίας και αλληλεγγύης προς τη γιαγιά και τον παππού, τα παιδιά στην πόλη αλλά και τους ανθρώπους που είχανε ανάγκη και θέλανε μια βοήθεια.

Σχόλια

Exit mobile version