Το 1992 ο «πολύ επιτυχημένος» Μπιλ Κλίντον (που έγραψε ιστορία, στο μεν εξωτερικό βομβαρδίζοντας ό,τι είχε αφήσει αβομβάρδιστο ο προκάτοχός του, ο Μπους, στο δε εσωτερικό απορρυθμίζοντας ό,τι δεν είχε ήδη απορρυθμιστεί) είπε μια φράση εμβληματική. Μια φράση που για χρόνια ήταν σημαία της «μετριοπαθούς» υποστήριξης στο δικαίωμα των γυναικών να αποφασίζουν οι ίδιες τι θα κάνουν σε περίπτωση ανεπιθύμητης ή επικίνδυνης εγκυμοσύνης: «Η άμβλωση πρέπει να είναι ασφαλής, νόμιμη, και σπάνια». Η τελευταία λέξη υπονοεί ότι η άμβλωση είναι κάτι κακό, που όμως κατ’ εξαίρεση μπορεί να συμβαίνει. Και αυτός ο αρνητικός χρωματισμός όντως θα είχε βάση (δεδομένου ότι η άμβλωση συνιστά τραυματική εμπειρία για τη γυναίκα που αναγκάζεται να προσφύγει σ’ αυτήν) εάν υπήρχε μια εθνική πολιτική παιδείας αντισύλληψης, και δωρεάν πρόσβασης όλων των γυναικών σε μέσα ελέγχου των γεννήσεων. Τέτοια εθνική πολιτική δεν υπήρξε ποτέ. Η περίφημη ρήση του Κλίντον εξέφραζε λοιπόν το επίπεδο συμβιβασμού εκείνης της εποχής μεταξύ των συντηρητικών και λιγότερο συντηρητικών πτερύγων της βορειοαμερικανικής ελίτ για «λελογισμένη» ανοχή της άμβλωσης.
Έκτοτε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Οι Βορειοαμερικανοί φονταμενταλιστές, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα τους ιεροκήρυκες-μπίζνεσμεν και τους πολιτικούς που κεφαλαιοποιούν πάνω στη συντηρητική αναδίπλωση των πάλαι ποτέ (και διαρκώς συρρικνούμενων) μεσαίων στρωμάτων, μπορούν να διδάσκουν σε ευρύτατα ακροατήρια ακόμη και ότι η γη είναι επίπεδη. Από την πλευρά της, η «φιλελεύθερη» και «ανοιχτόμυαλη» ελίτ διατηρεί για τον εαυτό της το δικαίωμα να τους ειρωνεύεται διακριτικά, και την ίδια στιγμή να κάνει, φανερά ή κρυφά, κάθε είδους πολιτικές και άλλες συναλλαγές μαζί τους. Κάπως έτσι χτίζονται οι «διακομματικές πλειοψηφίες» π.χ. για τους πολέμους διατήρησης ή ανάκτησης του ελέγχου μεγάλου μέρους του πλανήτη από τις ΗΠΑ, ή οι «συμβιβαστικές» αποφάσεις για τη (μη) καθιέρωση ενός εθνικού συστήματος υγείας, ή τα ήξεις-αφήξεις σχετικά με το δικαίωμα κατοχής στρατιωτικών όπλων από πολίτες, που πάντα καταλήγουν στη διατήρησή του, κ.ο.κ.
Η πρόσφατη απόφαση είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου
Το πού πάει το πράγμα μετά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, η οποία ουσιαστικά επιτρέπει σε κάθε πολιτεία να απαγορεύει τις αμβλώσεις, και τι πραγματικά κρύβεται από πίσω, φαίνεται από τις «υποσχέσεις» που δίνουν οι πανηγυρίζοντες ιεροκήρυκες και πολιτικοί. Γι’ αυτές καθαυτές τις αμβλώσεις, που ήδη απαγορεύονται σε αρκετές πολιτείες των ΗΠΑ μετά τη 15η εβδομάδα κύησης, υπόσχονται να κατεβάσουν το όριο ακόμη και στις 6 εβδομάδες – όταν δηλαδή το έμβρυο δεν έχει καν σχηματιστεί. Όλους αυτούς τους υπερασπιστές των «αγέννητων μωρών» λίγο τους ενδιαφέρει εάν η κύηση είναι ανεπιθύμητη (αυτή είναι η συντριπτική πλειοψηφία των αμβλώσεων, που γίνονται επίσης κατά συντριπτική πλειοψηφία τις πρώτες εβδομάδες κύησης), ή εάν υπάρχει κίνδυνος για τη ζωή της εγκύου (τέτοιες είναι σχεδόν όλες οι περιπτώσεις άμβλωσης μετά από αρκετές εβδομάδες κύησης, που αποτελούν μικρό ποσοστό του συνόλου). Λίγο τους ενδιαφέρει επίσης το γεγονός ότι οι αμβλώσεις, αφού αυξήθηκαν για λίγα χρόνια μετά τη νομιμοποίησή τους σε ομοσπονδιακό επίπεδο το 1973, από το 1980 βρίσκονται σε σταθερά καθοδική πορεία – και μάλιστα από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας έχουν πέσει κάτω από τα επίπεδα του 1973!
Τι τους ενδιαφέρει λοιπόν; Να σταλεί το μήνυμα: γυναίκες των λαϊκών τάξεων, πίσω στα νοικοκυριά σας και στην υποδεέστερη θέση που σας αναλογεί! Ο σημερινός αγριοκαπιταλισμός δεν χρειάζεται ένα γυναικείο φύλο ανεξάρτητο, εργαζόμενο και ισότιμο με το ανδρικό – άλλωστε πότε ήταν πραγματικά ισότιμο; Και οι πιο οπισθοδρομικοί απολογητές του (αυτοί που δικαιολογούν την επιστροφή σε μεσαιωνικές συνθήκες για τη συντριπτική πλειοψηφία της ανθρωπότητας σε όλα τα πεδία, όχι μόνο στο θέμα των δικαιωμάτων του γυναικείου φύλου) θέλουν να βάλουν τις γυναίκες «στη θέση τους». Φυσικά δεν σταματούν στην απαγόρευση της άμβλωσης: οι πιο «συνεπείς» εξ αυτών θέτουν ήδη το θέμα της απαγόρευσης και των μεθόδων αντισύλληψης! Με άλλα λόγια, επιστροφή στον παλιό καλό καιρό που η γυναίκα ήταν «καλή νοικοκυρά, δούλα και κυρά» (περισσότερο δούλα παρά κυρά βέβαια). Πιο πολύ ακούσια αναπαραγωγική μηχανή, παρά πλήρης και αυτεξούσιος άνθρωπος.
Η «φιλελεύθερη» και «ανοιχτόμυαλη» ελίτ διατηρεί για τον εαυτό της το δικαίωμα να ειρωνεύεται διακριτικά τους φονταμενταλιστές ιεροκήρυκες-μπίζνεσμεν και τους συντηρητικούς πολιτικούς, και την ίδια στιγμή να κάνει, φανερά ή κρυφά, κάθε είδους πολιτικές και άλλες συναλλαγές μαζί τους
Ποιες πλήττονται, και ποιες όχι και τόσο
Ποιες γυναίκες πλήττονται κυρίως από την απαγόρευση των αμβλώσεων; Οι άνεργες, οι πιο φτωχές, και ιδίως αυτές που ανήκουν στις πιο καταπιεσμένες και πιο περιθωριοποιημένες φυλετικές ομάδες: μαύρες, λατίνες, ιθαγενείς. Αυτές είναι που είτε θα ξαναρχίσουν να πεθαίνουν ή να μένουν ανάπηρες κατά χιλιάδες επιχειρώντας «να το ρίξουν» μόνες τους, είτε θα εγκλωβίζονται κατά εκατομμύρια στις εξαθλιωμένες συνθήκες μιας ζωής που δεν έχουν επιλέξει – είναι όμως «Θεού θέλημα» (τι ύβρις κι αυτή, να φορτώνουν στη «θεία βούληση» όλες τις αδικίες επί της γης!).
Τις γυναίκες των ανώτερων λευκών τάξεων λίγο τις επηρεάζει η απαγόρευση, όπως λίγο τις επηρέαζε και πριν νομιμοποιηθούν οι αμβλώσεις. Εξάλλου αρκετές εξ αυτών είναι τόσο busy που δεν έχουν καν τον χρόνο να τεκνοποιήσουν όπως οι υπόλοιπες γυναίκες. Οπότε επιλέγουν π.χ. να νοικιάσουν μια «παρένθετη μητέρα», και μπορούν να παραγγείλουν ακόμη και το χρώμα των μαλλιών και των ματιών που επιθυμούν για τους κληρονόμους τους. Κι αυτά δικαιώματα κάθε «ατομικότητας» στην επιλογή είναι, και κανένα Ανώτατο Δικαστήριο δεν θα διανοηθεί καν να τα παραβιάσει, καθώς άπτονται του «σκληρού πυρήνα» του Συντάγματος των ΗΠΑ, που εγγυάται τις… ατομικές ελευθερίες.
Αυτή η μειοψηφία θηλυκών «ατομικοτήτων» του 1% έχει λοιπόν την πολυτέλεια να δηλώνει κόσμια την απαρέσκειά της για μια απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που ανατρέπει κεκτημένα δεκαετιών. Αλλά δεν αγχώνεται και τόσο πολύ ώστε να ξεπέσει στο επίπεδο του «πεζοδρομίου». Κοιτά αφ’ υψηλού τις μεγάλες κινητοποιήσεις απ’ άκρη σε άκρη των ΗΠΑ ενάντια στην ανατροπή της απόφασης του 1973, και καλεί τα θύματα «να τιμωρήσουν το συντηρητικό κατεστημένο»… πώς; Μα βέβαια ψηφίζοντας Δημοκρατικό Κόμμα στις επερχόμενες ενδιάμεσες εκλογές! Σωθήκαμε.
«Γυναίκες, ψηφίστε μας για να (μην) σας σώσουμε»
Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ (του οποίου το κύρος δεν διανοούνται να αμφισβητήσουν ούτε οι πιο αυστηροί επικριτές της απαγόρευσης των αμβλώσεων, κι ας είναι τα μέλη του διορισμένα από τους εκάστοτε προέδρους των ΗΠΑ) αναμενόταν πώς και πώς από τους Δημοκρατικούς. Διότι ενώ δεν έκαναν τίποτα εδώ και δεκαετίες για να κατοχυρώσουν θεσμικά και νομικά το δικαίωμα στην άμβλωση (όπως και τόσα άλλα θέματα τα οποία υποτίθεται ότι υποστηρίζουν), τώρα μπορούν να χρησιμοποιήσουν την απαγόρευση, σαν φτηνοί πολιτικάντηδες που είναι, για να μειώσουν τις πιθανότητες βαριάς ήττας στις ενδιάμεσες εκλογές της 8ης Νοεμβρίου 2022. Με το που διέρρευσε λοιπόν η πληροφορία της επικείμενης απόφασης, το σύνθημα ήταν έτοιμο: «Ψηφίστε μας για να τους τιμωρήσετε» (κι όχι για να επανανομιμοποιηθούν οι αμβλώσεις βέβαια – πάει αυτό, τελείωσε).
Γι’ αυτό και τα κινήματα που βγαίνουν εδώ και μήνες στους δρόμους, πρώτα για να αποτρέψουν την απόφαση, και τώρα για να την καταδικάσουν, θεωρούνται έως και ενοχλητικά. Ιδίως αν δεν καλούν σε υπερψήφιση των Δημοκρατικών! Είναι χαρακτηριστική από αυτήν την άποψη η λυσσαλέα επίθεση μιας «συμμαχίας ακτιβιστών υπέρ του δικαιώματος επιλογής» κατά του κινήματος Rise Up 4 Abortion Rights («Ξεσηκωθείτε για το Δικαίωμα στην Άμβλωση»), που από τον Ιανουάριο διαδηλώνει σε δεκάδες πόλεις των ΗΠΑ. Η δήλωση μιας νεαρής εκπροσώπου αυτού του κινήματος που («ατυχώς», κατά την εν λόγω συμμαχία) ξεγέλασε τη λογοκρισία και μεταδόθηκε από κανάλια εθνικής εμβέλειας, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Τι τόλμησε να πει η εκπρόσωπος; «Τα δικαιώματά μου ως γυναίκας δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιούνται για την εκλογική ενίσχυση των Δημοκρατικών»…
Ποιος είδε τον Θεό και δεν τον φοβήθηκε! «Οποιοσδήποτε τολμά να υπονομεύει την προσπάθεια των Δημοκρατικών για τις ενδιάμεσες εκλογές δουλεύει για τους Ρεπουμπλικάνους», δήλωνε επιφανής εκπρόσωπος της «συμμαχίας ακτιβιστών». Κι έπειτα μπήκαν μπροστά τα μεγάλα μέσα: «Το Rise Up είναι ένα τρανσφοβικό κίνημα, αφού επικεντρώνει στις γυναίκες» (για να είναι πολιτικά ορθό, θα έπρεπε να επικεντρώνει στα… τρανς άτομα!). «Το Rise Up με τα δρώμενά του βαθαίνει την ιδέα ότι η άμβλωση είναι μια βίαιη διαδικασία και ότι δεν είναι ασφαλής εάν την κάνει μια γυναίκα μόνη της» (έτσι προωθείται ο καινοφανής ισχυρισμός ότι μια αυτο-άμβλωση μπορεί υπό προϋποθέσεις να είναι εξίσου ασφαλής με αυτήν που πραγματοποιείται σε εξειδικευμένη κλινική!)… «Το Rise Up εσκεμμένα αποκλείει τις εργάτριες του σεξ, αφού εκφράζει την αντίθεσή του στη σεξουαλική εργασία και τη βιομηχανία του πορνό» (εδώ ταιριάζει το κοινώς λεγόμενο «σηκώνω τα χέρια ψηλά, λυπηθείτε με»…).
Το βαθύ κράτος των ΗΠΑ, τα ηνία του οποίου μοιράζονται Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί, δεν δίνει καρφάκι για τα δικαιώματα των γυναικών ή οποιουδήποτε άλλου, εντός ή εκτός ΗΠΑ. Και γι’ αυτό φοβάται τα «ανεξέλεγκτα» κινήματα. Το υποκριτικό ενδιαφέρον του επίσημου πολιτικού κόσμου για την άμβλωση εξαντλείται στο πόσες ψήφους μπορεί να εκβιάσει υποστηρίζοντας ή καταδικάζοντας μια απόφαση των διορισμένων από το ίδιο ισόβιων δικαστών. Κατά τα άλλα, αλληλοσυμπληρώνονται στο ρόλο του μηχανοδηγού που κατευθύνει το τρένο της ανθρωπότητας με την όπισθεν, πίσω στην παλιά καλή εποχή όπου οι πεφωτισμένοι αποφάσιζαν για τα πάντα μόνοι τους.
Οι πιο οπισθοδρομικοί απολογητές του σημερινού αγριοκαπιταλισμού (αυτοί που δικαιολογούν την επιστροφή σε μεσαιωνικές συνθήκες για τη συντριπτική πλειοψηφία της ανθρωπότητας σε όλα τα πεδία, όχι μόνο στο θέμα των δικαιωμάτων του γυναικείου φύλου) θέλουν να βάλουν τις γυναίκες «στη θέση τους»
Βίαιο σπρώξιμο των γυναικών πίσω, στη «φυσική» θέση τους
Πέρασε μισός αιώνας από τότε που το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, υπό την πίεση των μεγάλων ριζοσπαστικών κινημάτων της εποχής, υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει το δικαίωμα της άμβλωσης. Ουσιαστικά, δηλαδή, να αναγνωρίσει ότι η γυναίκα παύει (νομικά τουλάχιστον) να θεωρείται υποχείριο του συζύγου της ή της οικογένειάς της ή των όποιων «κοινωνικών επιταγών», κι ότι δικαιούται η ίδια να αποφασίσει για το μέλλον της. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι η ιστορική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ λήφθηκε το 1973, εν μέσω αυτού που αποκλήθηκε «δεκαετία των ανολοκλήρωτων θυελλών». Αν και, στο θέμα που μας ενδιαφέρει (και σε πολλά ακόμη…), ο τόνος μπαίνει στο «ανολοκλήρωτων»: ακολούθησε η αντεπίθεση των «από πάνω», μέσα από μια γιγαντιαία επιχείρηση αναδιάρθρωσης του καπιταλισμού. Η οποία συνοδεύτηκε, φυσικά, και από μια συντηρητική αντεπίθεση στον τομέα του λεγόμενου εποικοδομήματος. Η θέση των γυναικών δεν μπορούσε να μείνει απ’ έξω.
Χρειάστηκε όμως να περάσουν πέντε δεκαετίες για να φτάσουμε στην πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, που ανατρέπει αυτήν του 1973. Τώρα πια υπάρχει και θεσμική εναρμόνιση της πραγματικότητας (δηλαδή της χειροτέρευσης της πραγματικής θέσης της μεγάλης πλειοψηφίας των γυναικών) με τη νομολογία. Δεν πρόκειται για κεραυνό εν αιθρία, αλλά για μια απόφαση αναμενόμενη – η οποία μάλιστα είχε «διαρρεύσει» εδώ και καιρό, ώστε η επίσημη ανακοίνωσή της να περάσει πιο μαλακά. Είναι μια απόφαση που, όσο περίεργο κι αν ακούγεται, διόλου δεν έρχεται σε αντίθεση με τον ακραίο «δικαιωματισμό» της μόδας, ο οποίος δεν αφορά φύλα ή κοινωνικές τάξεις, αλλά «ατομικότητες». Δηλαδή μια ισχνή μειοψηφία που με τα λεφτά της ή/και την επιρροή της μπορεί να κατοχυρώσει ντε φάκτο ή και νομικά όποιο «δικαίωμα» θέλει. Γι’ αυτήν τη μειοψηφία δεν απαγορεύεται τίποτα – ούτε φυσικά η άμβλωση.
Οι υπόλοιπες, δηλαδή οι περισσότερες γυναίκες που έχουν την… τύχη να ζουν στη Χώρα της Ελευθερίας (των Ολίγων), ας λάβουν το μήνυμα: ήρθε η ώρα να επιστρέψουν στη «φυσική» θέση τους, ως ανατροφείς παιδιών –για τη γέννηση των οποίων δεν δικαιούνται να έχουν γνώμη– και γενικότερα ως υποχείρια των ανδρών (συζύγων, πατεράδων, αφεντικών κ.ο.κ.). Έτσι κι αλλιώς, έχουν τίποτα καλύτερο να κάνουν; Η κρίση να είναι καλά, οι δουλειές δεν αρκούν και για τα δύο φύλα. Ας γυρίσουν λοιπόν στα νοικοκυριά τους. Ας βλέπουν στην τηλεόραση –ενώ μαγειρεύουν και σιδερώνουν για την οικογένεια– τις λίγες «τυχερές» που κάνουν πολιτική ή επιχειρηματική καριέρα, κι ας μέμφονται την κακοτυχία τους, που δεν κληρονόμησαν περιουσίες ή δεν έκαναν «πετυχημένους» γάμους, ώστε να εξελίξουν κι αυτές τις «ατομικότητές» τους… Πάνω απ’ όλα, ας γυρίσουν την πλάτη σε κάθε ιδέα συλλογικής προσπάθειας να βελτιώσουν τη θέση τους, και συνολικά τη θέση των «από κάτω». Αυτά είναι ιστορίες παλαιάς κοπής, ασύμβατες με τα μεταμοντέρνα πρότυπα των κάθε λογής «μεταβάσεων».