Μια πετυχημένη εκδήλωση – έναρξη διαλόγου μεταξύ των δυνάμεων της Αριστεράς.
Του Γιώργου Κατερίνη.

Τι είναι αυτό που εμποδίζει την έκφραση της δυσαρέσκειας των εργαζομένων; Τι εμποδίζει την οργή του λαού να συναντηθεί με το οργανωμένο συνδικαλιστικό κίνημα; Γιατί σ’ αυτή την ολομέτωπη επίθεση που δέχεται η εργατική τάξη, οι συνδικαλιστικές δυνάμεις της Αριστεράς συμπεριφέρονται με τόσο χαρακτηριστική έλλειψη συνεννόησης; Αλλά και τελικά, υπάρχει πραγματική οργή του λαού; Υπάρχει λαϊκή δυσαρέσκεια; Είναι αναγκαίο να υπερασπιστούμε ή να υπερβούμε τα γραφειοκρατικά συνδικάτα; Ωφελούν ή εμποδίζουν τα κόμματα τη συνδικαλιστική δράση;
Είναι μερικά από τα πραγματικά ερωτήματα, άλλα αιρετικά, άλλα αγωνιώδη, άλλα ως αντανάκλαση του αδιεξόδου, τα οποία διατυπώθηκαν, ίσως για πρώτη φορά τόσο μαζικά και σε τέτοιο βαθμό, στην πολύ ενδιαφέρουσα συνάντηση – συζήτηση που οργάνωσε το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής την Τετάρτη 4 Μάη. Περίπου 30 ομιλητές, οι περισσότεροι όχι από τα προβεβλημένα συνδικαλιστικά στελέχη, που κάλυπταν πολλούς εργασιακούς χώρους αλλά και με διαφορετικές πολιτικές αναφορές, συνέθεσαν ένα διάλογο που δε συνηθίζεται στις αριστερές συναθροίσεις. Αποδεικνύοντας ότι η ανατροπή της πεπατημένης δομής τέτοιων συσκέψεων, μέσα από τις όποιες δυσκολίες οργανωτικού χαρακτήρα, ανοίγει ένα δρόμο προσέγγισης της πραγματικότητας και διαλόγου που τόσο έχει ανάγκη σήμερα η Αριστερά.
«Τα συνδικάτα να σταματήσουν να είναι ιμάντας μεταβίβασης της κομματικής γραμμής», τόνισε ο Χρήστος Παναγιωτόπουλος, συνδικαλιστής από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, οριοθετώντας με ένα ριζοσπαστικό τρόπο την πολιτική δράση της Αριστεράς μέσα στα συνδικαλιστικά όργανα τα οποία πρέπει να γίνουν «όργανα πολιτικής της εργατικής τάξης». Η εργάτρια που μίλησε με ένταση για την απόσταση που χωρίζει τις οργανωμένες συνδικαλιστικές δυνάμεις από την εργατική τάξη, διατύπωσε με χαρακτηριστικό τρόπο τη δυσκολία να συναντηθεί η διάθεση των εργαζομένων με την Αριστερά και τα συνδικάτα: «χρειάστηκε να ’ρθω στη θεματική του ΣΥΡΙΖΑ για να βρω σε ποιο σωματείο ανήκω». Δυσκολία που ο Νίκος Πετράκης, συνδικαλιστής από τα τσιμέντα, περιέγραψε με το δικό του τρόπο μέσα από την εμπειρία του «συντονισμού από τα κάτω» εργαζομένων από τα μεγάλα εργοστάσια του Θριασίου, για να υπερβούν την απραξία του Εργατικού Κέντρου Ελευσίνας: «ζήτησα έναν εργάτη από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον ΣΥΝ και δε βρήκα. Αντίθετα βρήκα τον συνδικαλιστή από τη ΓΣΕΕ».

Τι συνδικαλισμό θέλουμε
Την «υπέρβαση του υποταγμένου εργοδοτικού συνδικαλισμού» έθεσε ως προτεραιότητα ο Νίκος Γουρλάς από το συνδικάτο του αεροδρομίου, προβάλλοντας ως αντίποδα το συντονισμό των πρωτοβάθμιων σωματείων, που μπορεί να δημιουργήσει προϋποθέσεις για έναν άλλο πόλο στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Ελπιδοφόρα πρακτική που δεν αρκεί αφού οι δυνάμεις της Αριστεράς είναι στις περισσότερες περιπτώσεις μειοψηφίες. Ο Γιώργος Καλατζόπουλος, συνδικαλιστής από τους μηχανικούς του Δημοσίου, έθεσε ως πρόβλημα την έλλειψη ενιαίας συνδικαλιστικής έκφρασης του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και διατύπωσε ως ανάγκη την υπέρβαση της κομματικής διαίρεσης και το συντονισμό «των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε όλα τα σωματεία».
Τη στοίχιση πίσω από τις υποταγμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες έθεσαν πολλοί ομιλητές ως μείζον πρόβλημα. «Δεν διατυπώνονται κάποια διαφορετικά αιτήματα» (Στάθης Κατσούλας από τους αδιόριστους εκπαιδευτικούς), δεν διαχωρίζεται η Αριστερά από τους εργατοπατέρες «τους οποίους χρεωνόμαστε» (Μαρία από εργοστάσιο στο Κορωπί), δεν υπάρχει μια διαφορετική πολιτική γραμμή.
«Να εγκαταλείψουμε τα συνδικάτα; Να βρούμε κάτι άλλο, νέα κινήματα;», αναρωτήθηκε ρητορικά ο Αντώνης Νταβανέλος αναφερόμενος στην «άθλια ΕΣΗΕΑ του Σόμπολου».
Η αρνητική απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, σύμφωνη με την ιστορική εμπειρία από τους πολύχρονους εργατικούς αγώνες, πρέπει να συναντηθεί με τις αγωνίες των ανθρώπων που βλέπουν αυτά τα συνδικάτα να μην απαντούν στις ανάγκες τους. Απαντήσεις δόθηκαν και από τις πρακτικές που μεταφέρθηκαν μέσα από τις ομιλίες συνδικαλιστών για ανοιχτές διαδικασίες, για υπέρβαση της λογικής της εκπροσώπησης, για υπέρβαση συνδικαλιστικών δομών που εμποδίζουν την ταξική ενότητα (π.χ. διαταξικά συνδικάτα). Η επιμονή στη δουλειά από τα κάτω και ο προσανατολισμός της Αριστεράς στην ένταξη εργαζομένων στα σωματεία είναι μια ασφαλής και δοκιμασμένη πρακτική. Παρά τις δυσκολίες, όπως ανέφεραν συνδικαλιστές από σχετικά νέα σωματεία (Wind, Ethnodata), η συνδικαλιστική δράση μπορεί να ριζώσει και στους χώρους της επισφάλειας και του σκληρού ιδιωτικού τομέα των υπηρεσιών. Και φυσικά χρειάζεται και τα συνδικάτα να σταθούν δίπλα στο λαό και τις ανάγκες του και «το συνδικαλιστικό κίνημα να υπερασπιστεί την Παιδεία και την Υγεία», ως βασικούς πυλώνες κοινωνικής πολιτικής, όπως χαρακτηριστικά είπε ο συνδικαλιστής εκπαιδευτικός Κώστας Βαμβακάς.
Η πολιτική απάντηση ως ζητούμενο δεν πρέπει να γίνεται τροχοπέδη στους αγώνες, αντίθετα. «Δεν έχουμε τη λύση αλλά πρέπει να παλέψουμε», είπε ο προερχόμενος από το ΠΑΣΟΚ Γιάννης Χατζηαντωνίου, καλώντας σε συστράτευση δυνάμεων και συμπαράσταση στον αγώνα που πρόκειται να ξεκινήσει στη ΔΕΗ όπου ένα κομμάτι της ΠΑΣΚΕ θέλει να παλέψει.
Η πολύ γόνιμη διαδικασία που ξεκίνησε το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής ίσως γίνει η αρχή να στηθεί ένα δίκτυο συνεννόησης και κοινής δράσης των δυνάμεων της Αριστεράς. Γιατί η πολυδιάσπαση, όπως πολύ εύστοχα διατύπωσε η Αν. Φραντζεσκάκη, «είναι δείγμα ανθρώπων και μηχανισμών που ζουν στο δικό τους θερμοκήπιο αποκομμένοι από την πραγματικότητα».

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!