του Μάριου Μαθιού Ιωσηφίδη
Τα τελευταία χρόνια μέσω των διαδικτυακών πλατφόρμων όπως το Netflix,έχουμε το φαινόμενο να προκαλούν αίσθηση στο κοινό πια περισσότερο οι σειρές παρά οι ταινίες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα σειρές όπως το Stranger Things, το Cobra Kai, το Breaking Bad και άλλες, που όχι μόνο έχουν αποκτήσει εκατομμύρια θαυμαστές σε όλο τον κόσμο αλλά έχουν γίνει και αναπόσπαστο κομμάτι της pop κουλτούρας.
Τον περασμένο Μάρτιο μια νέα μίνι σειρά εμφανίστηκε και προκάλεσε με τη σειρά της μεγάλη συζήτηση. Ο λόγος για το βρετανικό Adolescence (Εφηβεία). Η σειρά αυτή απέσπασε διθυραμβικές κριτικές τόσο για τη σκηνοθεσία της, όσο και για τις ερμηνείες. Και πράγματι όχι άδικα. Σε όλη της τη διάρκεια είναι γυρισμένα σε μονοκάμερο, πράγμα ιδιαίτερα δύσκολο και απαιτητικό, στο να κρατήσει την πλοκή αλλά και τον ενδιαφέρο του θεατή. Και τα κατάφερε με το παραπάνω. Οι ερμηνείες επίσης καταπληκτικές τόσο απο τον βετεράνο ηθοποιό Stephen Graham (This is England), όσο και από τον ανήλικο Owen Cooper τον κύριο και αρνητικό πρωταγωνιστή της σειράς. Σκηνοθεσία και ερμηνείες αψεγάδιαστες, δίχως καμία αμφιβολία.
Συμβαίνει όμως το ίδιο με την πλοκή και το σενάριο; Δυστυχώς όχι. Πρόκειται για μια πλοκή που βασίζεται στον σχολικό εκφοβισμό (bullying) και καταλήγει να τον αναμειγνύει με την πρόσβαση ανηλίκων στο internet και την επαφή μέσω αυτού με ιδέες που έχουν να κάνουν με την «τοξική αρρενωπότητα» και το λεγόμενο manosphere.
ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ δεν έχουν δεί τη σειρά και σκοπεύουν να τη δουν θεωρώ καλό να μην διαβάσουν τις παρακάτω γραμμές καθώς είναι γεμάτες με spoilers.Οι υπόλοιποι ευπρόσδεκτοι.
Η ιστορία μας ξεκινάει με την εισβολή ομάδας ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας στο σπίτι μιας οικογένειας και τη σύλληψη του μικρού γιού ως υπόπτου για φόνο. Ο μικρός με το αθώο παρουσιαστικό φαίνεται τρομοκρατημένος. Οι γονείς ακολουθούν κατόπιν άδειας της αστυνομίας και βλέπουμε τη διαδικασία προφυλάκισης.
Ο γιος (Owen Cooper) ζητάει την παρουσία του πατέρα του (Stephen Graham) κατά τη διάρκεια των εξετάσεων. Ενός πατέρα που φυσιογνωμικά έχει άγριο παρουσιαστικό και μας κάνει να σκεφτόμαστε πως έχουμε να κάνουμε με έναν σκληρό και κακοποιητικό άνθρωπο. Ο γιος κλαίγοντας λέει πως δεν έχει σχέση με τη δολοφονία αυτή και πως είναι αθώος, ένας ισχυρισμός που καταρρέει όταν η αστυνομία τους δείχνει το βίντεο ασφαλείας που απεικονίζουν τον Jimmie να δολοφονεί με μαχαίρι τη συμμαθήτριά του Katie.
Μαζί με αυτήν την κατάρρευση δοκιμάζεται η πεποίθηση που είχαμε για τον πατέρα όταν βλέποντας το βίντεο αυτό κλαίει σαν μικρό παιδί και παρά του ότι αρχικά αποφεύγει τον γιο του, στο τέλος τον αγκαλιάζει. Για μένα είναι και η πιο δυνατή σκηνή της σειράς και ένα ρεσιτάλ ερμηνείας.
Στην πορεία μέσα από την έρευνα ενός αστυνομικού που ο γιός του πηγαίνει επίσης στο σχολείο αυτό, βλέπουμε πώς ο Jimmie και οι δύο φίλοι του αποτελούσαν τους παρίες του σχολείου και θύματα bullying όχι μόνο από τους συμμαθητές αλλά και τις συμμαθήτριες τους.
Την ίδια στιγμή βλέπουμε τους μαθητές του σχολείου να μην σέβονται τίποτα και κανέναν και να κουβαλάνε μέσα τους έναν έντονο θυμό χωρίς να διευκρινίζονται οι λόγοι. Η σειρά αντί να επικεντρωθεί σε αυτό, αρχίζει σταδιακά να μας πετάει τον Andrew Tate και το σκεπτικό του ίδιου και της κοινότητας του Manosphere και πως αυτό φέρεται πώς επηρέασε τον Jimmie να διαπράξει το έγκλημα.
Το λογικό άλμα αυτό μου θύμισε γραφικότητες της ελληνικής τηλεόρασης της δεκαετίας του ’90 για το πώς η metal μουσικά οδηγεί τα παιδιά στον… σατανισμό και η hip hop μουσική στο… έγκλημα.
Η ΑΠΟΥΣΙΑ κάθε ταξικού κοινονικοοικονομικού παράγοντα είναι παραπάνω από εμφανής, το ίδιο και οι αιτίες που έχουν δημιουργήσει άτομα σαν τον Tate και τις ιδέες του να έχουν απήχηση. Να σημειωθεί εδώ πως μέσα στις ακρότητες και τον μισογυνισμό του Tate δεν θα βρει κανείς καμία προτροπή για τη δολοφονία των γυναικών κάτι όμως που δεν συμβαίνει με κάποιες πτέρυγες του φεμινιστικού κινήματος, που επηρεασμένες από τη Βαλερί Σολάνας, μια φρενοβλαβή φεμινίστρια που θεωρούσε τους άντρες το υπέρτατο κακό στον κόσμο, μιλούν ελεύθερα για την ανάγκη εξόντωσης των αντρών χωρίς αυτό να θεωρείται ρητορική μίσους και πρόσκλησης σε βία.
Στη συνέχεια όταν μια ψυχολόγος αναλαμβάνει να εξετάσει τον μικρό, γινόμαστε μάρτυρες πώς εκτός από τον Τate και το Manosphere, φταίει και η «τοξική αρρενωπότητα». Στη διάρκεια αυτής η ψυχολόγος προσπαθεί να σκιαγραφήσει την σχέση του Jimmie με τον πατέρα του και στην οποία μαθαίνουμε πως ο πατέρας του δεν έχει κακοποιήσει ποτέ τον ίδιο η την μητέρα του, πως είναι ένας σκληρά εργαζόμενος και αφοσιωμένος στην οικογένεια του, αλλά μια φορά που είχε νεύρα έσπασε μια αποθήκη και επίσης πώς του αρέσει να συχνάζει σε… pub. «Λόγοι» για τους οποίους στην τελευταία σκηνή αναλαμβάνει την ευθύνη για την πράξη του γιού του και ζητάει συγχώρεση.
Και εδώ φτάνεις στο σημείο να απελπίζεσαι και να λες τόσο εκλεπτυσμένη σκηνοθεσία και ερμηνείες για να σου πουν τελικά πώς για όλα φταίει η…. αρρενωπότητα, ως κάτι τελείως ξεκομμένο από τον άνθρωπο, λες και θηλυκότητα σημαίνει αυτόματα συγκράτηση νεύρων, μη βίαιες εκδηλώσεις και φυσικά ποτέ επίσκεψη σε… pub.
Λες και η βία είναι αποκλειστικό προνόμιο των αντρών (υπάρχει φυσικά μια σκηνή που μια συμμαθήτρια της δολοφονημένης κοπέλας επιτίθεται σωματικά σε έναν φίλο του νεαρού δολοφόνου αλλά η σκηνή αυτή περισσότερο παρουσιάζεται σαν μια λυτρωτική κίνηση για εκτόνωση του πένθους). Πράγματα εντελώς εξωπραγματικά ακόμα και για κάποιον που έχει ελάχιστη τριβή με τον σημερινό κόσμο.
ΚΑΤΑ ΤΗ διάρκεια της σχολικής μας ζωής όλοι λίγο πολύ υπήρξαμε θύτες η θύματα bullying. Άλλοι λιγότερο, άλλοι περισσότερο πλέον λίγη σημασία έχει. Αυτό που έχει σημασία είναι πώς τα παιδιά μέσω αρχέγονων ενστίκτων και μιμούμενα τον ασυνάρτητο κόσμο που τα περιβάλει, κάποια ψάχνουν να επιβάλουν σε άλλα την κυριαρχία τους και κάποια απλά να επιβιώσουν. Γεγονός που έχει να κάνει με τα παραπάνω σε συνδυασμό με το οικογενειακό περιβάλλον και φυσικά με την ψυχική υγεία των παιδιών αυτών.
Στο Adolescence λοιπόν καταλήγουμε πως δεν υπάρχουν οικονομικοί, κοινωνικοί, ψυχολογικοί λόγοι για τη βία, τον εκφοβισμό και το έγκλημα παρά μόνο η αρρενωπότητα που εμμέσως πλην σαφώς είναι πάντα τοξική. Μια αρρενωπότητα φυσικά που αν την είχε ο πρωταγωνιστής όχι μόνο δεν θα είχε διαπράξει τον φόνο της συμμαθήτριας του αλλά θα είχε αντιμετωπίσει και τους εκφοβιστές του.
Ζώντας σε ένα κατεστημένο που θέλει ανθρώπους φοβισμένους και σε καταστολή, με επιβολή ατζεντών ξένων προς την ανθρώπινη βιολογία και ψυχή, ίσως να μην είναι τυχαία η αποτύπωση της ανδρείας (μιας αρετής που κύλησε τον ρου της ιστορίας και έφερε επαναστάσεις και ανατροπές) και η καταδίωξη της ως κάτι αρνητικό και ανεπιθύμητο .Ακόμα και αν αυτό γίνεται μέσα από ένα άρτιο καλλιτεχνικά περιτύλιγμα.