Της Γκαγιάτρι Τσακραβόρτι Σπίβακ. Όταν ολόκληρο το εργατικό δυναμικό μιας πόλης καταθέτει τα εργαλεία του και αρνείται να ξαναρχίσει δουλειά μέχρι να ικανοποιηθούν συγκεκριμένες απαιτήσεις, αυτό λέγεται Γενική Απεργία.
Η ιδέα προήλθε από τους αναρχικούς του 19ου αιώνα, που δεν αποτελούσαν εργατικό δυναμικό αλλά ήταν άνθρωποι με αντι-κρατικές πεποιθήσεις. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ, η Πολωνή επαναστάτρια διανοούμενη (1871-1919) που δολοφονήθηκε από γερμανικά συντηρητικά στρατεύματα, επαναόρισε την έννοια της Γενικής Απεργίας και την αξίωσε για το εργατικό δυναμικό (προλεταριάτο) αφού υπήρξε μάρτυρας των μεγάλων Γενικών Απεργιών στη Ρωσική Αυτοκρατορία που ξεκίνησαν το 1896 και τελείωσαν με την τεράστια Γενική Απεργία του 1905. Ο Ζορζ Σορέλ, Γάλλος διανοούμενος που πέρασε από την πολιτική Αριστερά στην πολιτική Δεξιά, επίσης συνέλαβε τη Γενική Απεργία σαν ένα μέσο για να ενεργοποιηθεί το εργατικό δυναμικό.
Ο Αφροαμερικάνος ιστορικός και κοινωνιολόγος Γ.Ε.Μ. Ντυ Μπουά (1868-1963) χαρακτήρισε την έξοδο των σκλάβων αμέσως μετά την Χειραφέτηση Γενική Απεργία, επειδή η δουλεία δεν είχε επιτρέψει στο «Μαύρο Προλεταριάτο» (εργατικό δυναμικό στις φυτείες για την βιομηχανία βαμβακιού) να δομηθεί ως κανονικό εργατικό δυναμικό. Την ίδια εποχή, ο Μαχάτμα Γκάντι (1869-1948), ο Ινδός υπέρμαχος της εθνικής απελευθέρωσης, επανανοηματοδότησε τη Γενική Απεργία και την αξίωσε για τους αποικιοκρατούμενους ανεξαρτήτως τάξης, μετατοπίζοντας την έτσι από κίνημα για την εργατική τάξη σε ένα μείγμα πολιτικής ανυπακοής και πολιτικών μποϋκοτάζ. Το αποκαλούσε «Μη-Συνεργατική» ανάπτυξη της σκέψης.
Σήμερα το παγκόσμιο εργατικό δυναμικό είναι βαθιά διαιρεμένο καθώς η παγκοσμιοποίηση λειτουργεί μέσω ενός οικονομικού συστήματος -με συναλλαγές σε άνισα νομίσματα- που έχει μικρή σχέση με αυτό το εργατικό δυναμικό. Αυτή η διαίρεση είναι ο λόγος για τον οποίο είναι πάλι ο καιρός να επανοικειοποιηθούμε τη Γενική Απεργία. Ήδη επανακτάται από αυτούς που αποκλείονται από ένα σύστημα τα κέρδη του οποίου πάντα ρέουν προς τα πάνω: προς τη διάσωση των τραπεζών και μακριά από την υγεία, την παιδεία και από παντού όπου τα χρειάζονται περισσότερο. Η εργασία έχει τώρα την ευκαιρία να ενωθεί σε αυτήν την επανανοηματοδότηση της Γενικής Απεργίας σαν μία συλλογικότητα αποκλεισμένων πολιτών: το 99%.
Ο Αντόνιο Γκράμσι (1891-1937) όρισε όσους δεν είχαν καμία πρόσβαση στην προνοιακή δομή του κράτους και όσους δεν έπαιζαν κανένα ρόλο στο κράτος ως υποτελείς τάξεις: οι φτωχότεροι των φτωχών. Σήμερα και αυτή η ιστορία ξαναγράφεται. Αυτό που βλέπουμε είναι η μετατροπή της μεσαίας τάξης – το μεγαλύτερο κομμάτι του 99%- σε υποτελή τάξη. Η Γενική Απεργία, όπως την οραματίστηκαν κάποτε ο Ντυ Μπουά και ο Γκάντι, γίνεται ένα πανίσχυρο σύμβολο που υπερβαίνει την καθαρή αντιπαράθεση της παλιάς μάχης εργάτη/αφέντη. Σε αυτό το σημείο, υπάρχουν αρκετά χαρακτηριστικά μιας Γενικής Απεργίας που πρέπει να θυμόμαστε.
1.Μια Γενική Απεργία υποστηρίζεται από εκείνους που υπομένουν καθημερινή αδικία, όχι από ηθικά εξαγριωμένους ιδεολόγους.
2. Μια Γενική Απεργία είναι εξ ορισμού μη-βίαιη, παρόλο που ο κατασταλτικός μηχανισμός του κράτους έχει χρησιμοποιήσει μεγάλη βία εναντίον των απεργών.
3. Μια Γενική Απεργία γενικά αποτελείται από αιτήματα με στόχο τη μεταρρύθμιση ή την επανεξέταση νόμων, π.χ η διάρκεια της εργάσιμης μέρας για τους Ρώσους εργάτες, η δέκατη τέταρτη και δέκατη πέμπτη τροπολογία (στην ουσία αν όχι στα λόγια) για τους πρώην σκλάβους, μία απο-αποικιοποιημένη νομική δομή στην εποχή του Γκάντι.
Εάν κάποιος αναγνωρίσει τη σύνδεση μεταξύ Γενικής Απεργίας και Νόμου, αντιλαμβάνεται ότι δεν πρόκειται για νομική μεταρρύθμιση αλλά για ένα κάλεσμα για κοινωνική και οικονομική δικαιοσύνη. Απαγόρευση των διασώσεων για τις τράπεζες, θεσμοθέτηση νομικής επιτήρησης της δημοσιονομικής πολιτικής, φορολόγηση των πλουσίων, αποσύνδεση της εκπαίδευσης από τις εταιρείες, αύξηση των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα και τη γεωργία, και ούτε κάθε εξής. Η έντονη αφοσίωση στη νομική αλλαγή και η εφαρμογή της είναι μία προσφορά για τη δικαιοσύνη. Και θυμηθείτε: σε αντίθεση με ένα πολιτικό κόμμα, οι πρωτοπόροι μιας Γενικής Απεργίας δεν χρειάζεται να συνεργαστούν μέχρι να δουν τα πράγματα να αλλάζουν πραγματικά. Ήδη η πίεση λειτουργεί: δείτε τη νίκη με τη μείωση κατά 5% στις χρεώσεις των χρεών των πιστωτικών κρατών τον προηγούμενο μήνα.
Οι Γενικές Απεργίες είναι πάντα κατά κάποιο τρόπο ενάντια στη «Wall Street», που ευρύτερα περιγράφεται ως καπιταλισμός. Αλλά, επειδή επαναστάσεις έγιναν επίσης εναντίον κακών καθεστώτων που αντιπροσωπεύονταν από δικτάτορες ή βασιλιάδες, η ιδέα που έχουμε για την «επανάσταση» μπερδεύεται με τον ένοπλο αγώνα, τη βία και την καθεστωτική αλλαγή. Στην Ρωσία, οι τσάροι. Στην Κίνα, ένας παρακμάζων φεουδαρχισμός και η Ευρω-αποικιοκρατία. Στην Λατινική Αμερική, τα λατιφούντια. Στη Γαλλία, η μοναρχία των Βουρβώνων. Στην Αμερική η μοναρχία των Ανοβεριανών (1) και αργότερα το σύστημα της δουλοκτησίας. Σήμερα στον Αραβικό κόσμο, ο Ζαίν αλ-Αμπιντίν Μπεν Αλί στην Τυνησία, ο Χόσνι Μουμπάρακ στην Αίγυπτο, ο Μουαμάρ Καντάφι στη Λιβύη.
Από την άλλη, στο κίνημα Occupy, το πνεύμα της Γενικής Απεργίας ήρθε και ένωσε δυνάμεις με την αμερικανική παράδοση της πολιτικής ανυπακοής: πολίτες ενάντια σε ένα άναρχο καπιταλιστικό κράτος, όχι ενάντια σε ένα άτομο και ένα καθεστώς. Επομένως, βραχυπρόθεσμα, πρέπει να αλλάξουμε τους νόμους που τώρα καθιστούν το κράτος υπόλογο στις επιχειρήσεις και στις τράπεζες και όχι στους πολίτες. Και μακροπρόθεσμα, να εγκαθιδρύσουμε και να καλλιεργήσουμε μία εκπαίδευση που κρατά τη βούληση για δικαιοσύνη ζωντανή.
Ο Αφροαμερικάνος ιστορικός και κοινωνιολόγος Γ.Ε.Μ. Ντυ Μπουά (1868-1963) χαρακτήρισε την έξοδο των σκλάβων αμέσως μετά την Χειραφέτηση Γενική Απεργία, επειδή η δουλεία δεν είχε επιτρέψει στο «Μαύρο Προλεταριάτο» (εργατικό δυναμικό στις φυτείες για την βιομηχανία βαμβακιού) να δομηθεί ως κανονικό εργατικό δυναμικό. Την ίδια εποχή, ο Μαχάτμα Γκάντι (1869-1948), ο Ινδός υπέρμαχος της εθνικής απελευθέρωσης, επανανοηματοδότησε τη Γενική Απεργία και την αξίωσε για τους αποικιοκρατούμενους ανεξαρτήτως τάξης, μετατοπίζοντας την έτσι από κίνημα για την εργατική τάξη σε ένα μείγμα πολιτικής ανυπακοής και πολιτικών μποϋκοτάζ. Το αποκαλούσε «Μη-Συνεργατική» ανάπτυξη της σκέψης.
Σήμερα το παγκόσμιο εργατικό δυναμικό είναι βαθιά διαιρεμένο καθώς η παγκοσμιοποίηση λειτουργεί μέσω ενός οικονομικού συστήματος -με συναλλαγές σε άνισα νομίσματα- που έχει μικρή σχέση με αυτό το εργατικό δυναμικό. Αυτή η διαίρεση είναι ο λόγος για τον οποίο είναι πάλι ο καιρός να επανοικειοποιηθούμε τη Γενική Απεργία. Ήδη επανακτάται από αυτούς που αποκλείονται από ένα σύστημα τα κέρδη του οποίου πάντα ρέουν προς τα πάνω: προς τη διάσωση των τραπεζών και μακριά από την υγεία, την παιδεία και από παντού όπου τα χρειάζονται περισσότερο. Η εργασία έχει τώρα την ευκαιρία να ενωθεί σε αυτήν την επανανοηματοδότηση της Γενικής Απεργίας σαν μία συλλογικότητα αποκλεισμένων πολιτών: το 99%.
Ο Αντόνιο Γκράμσι (1891-1937) όρισε όσους δεν είχαν καμία πρόσβαση στην προνοιακή δομή του κράτους και όσους δεν έπαιζαν κανένα ρόλο στο κράτος ως υποτελείς τάξεις: οι φτωχότεροι των φτωχών. Σήμερα και αυτή η ιστορία ξαναγράφεται. Αυτό που βλέπουμε είναι η μετατροπή της μεσαίας τάξης – το μεγαλύτερο κομμάτι του 99%- σε υποτελή τάξη. Η Γενική Απεργία, όπως την οραματίστηκαν κάποτε ο Ντυ Μπουά και ο Γκάντι, γίνεται ένα πανίσχυρο σύμβολο που υπερβαίνει την καθαρή αντιπαράθεση της παλιάς μάχης εργάτη/αφέντη. Σε αυτό το σημείο, υπάρχουν αρκετά χαρακτηριστικά μιας Γενικής Απεργίας που πρέπει να θυμόμαστε.
1.Μια Γενική Απεργία υποστηρίζεται από εκείνους που υπομένουν καθημερινή αδικία, όχι από ηθικά εξαγριωμένους ιδεολόγους.
2. Μια Γενική Απεργία είναι εξ ορισμού μη-βίαιη, παρόλο που ο κατασταλτικός μηχανισμός του κράτους έχει χρησιμοποιήσει μεγάλη βία εναντίον των απεργών.
3. Μια Γενική Απεργία γενικά αποτελείται από αιτήματα με στόχο τη μεταρρύθμιση ή την επανεξέταση νόμων, π.χ η διάρκεια της εργάσιμης μέρας για τους Ρώσους εργάτες, η δέκατη τέταρτη και δέκατη πέμπτη τροπολογία (στην ουσία αν όχι στα λόγια) για τους πρώην σκλάβους, μία απο-αποικιοποιημένη νομική δομή στην εποχή του Γκάντι.
Εάν κάποιος αναγνωρίσει τη σύνδεση μεταξύ Γενικής Απεργίας και Νόμου, αντιλαμβάνεται ότι δεν πρόκειται για νομική μεταρρύθμιση αλλά για ένα κάλεσμα για κοινωνική και οικονομική δικαιοσύνη. Απαγόρευση των διασώσεων για τις τράπεζες, θεσμοθέτηση νομικής επιτήρησης της δημοσιονομικής πολιτικής, φορολόγηση των πλουσίων, αποσύνδεση της εκπαίδευσης από τις εταιρείες, αύξηση των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα και τη γεωργία, και ούτε κάθε εξής. Η έντονη αφοσίωση στη νομική αλλαγή και η εφαρμογή της είναι μία προσφορά για τη δικαιοσύνη. Και θυμηθείτε: σε αντίθεση με ένα πολιτικό κόμμα, οι πρωτοπόροι μιας Γενικής Απεργίας δεν χρειάζεται να συνεργαστούν μέχρι να δουν τα πράγματα να αλλάζουν πραγματικά. Ήδη η πίεση λειτουργεί: δείτε τη νίκη με τη μείωση κατά 5% στις χρεώσεις των χρεών των πιστωτικών κρατών τον προηγούμενο μήνα.
Οι Γενικές Απεργίες είναι πάντα κατά κάποιο τρόπο ενάντια στη «Wall Street», που ευρύτερα περιγράφεται ως καπιταλισμός. Αλλά, επειδή επαναστάσεις έγιναν επίσης εναντίον κακών καθεστώτων που αντιπροσωπεύονταν από δικτάτορες ή βασιλιάδες, η ιδέα που έχουμε για την «επανάσταση» μπερδεύεται με τον ένοπλο αγώνα, τη βία και την καθεστωτική αλλαγή. Στην Ρωσία, οι τσάροι. Στην Κίνα, ένας παρακμάζων φεουδαρχισμός και η Ευρω-αποικιοκρατία. Στην Λατινική Αμερική, τα λατιφούντια. Στη Γαλλία, η μοναρχία των Βουρβώνων. Στην Αμερική η μοναρχία των Ανοβεριανών (1) και αργότερα το σύστημα της δουλοκτησίας. Σήμερα στον Αραβικό κόσμο, ο Ζαίν αλ-Αμπιντίν Μπεν Αλί στην Τυνησία, ο Χόσνι Μουμπάρακ στην Αίγυπτο, ο Μουαμάρ Καντάφι στη Λιβύη.
Από την άλλη, στο κίνημα Occupy, το πνεύμα της Γενικής Απεργίας ήρθε και ένωσε δυνάμεις με την αμερικανική παράδοση της πολιτικής ανυπακοής: πολίτες ενάντια σε ένα άναρχο καπιταλιστικό κράτος, όχι ενάντια σε ένα άτομο και ένα καθεστώς. Επομένως, βραχυπρόθεσμα, πρέπει να αλλάξουμε τους νόμους που τώρα καθιστούν το κράτος υπόλογο στις επιχειρήσεις και στις τράπεζες και όχι στους πολίτες. Και μακροπρόθεσμα, να εγκαθιδρύσουμε και να καλλιεργήσουμε μία εκπαίδευση που κρατά τη βούληση για δικαιοσύνη ζωντανή.
(1) Ο βασιλικός οίκος του Ανόβερου κυρίαρχος στο Δουκάτο του Μπράνσβικ-Λούνεμπεργκ και το Βασίλειο του Ανόβερου, διαδέχτηκε τον οίκο των Στιούαρτ στο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας. Βασίλεψε από το 1714 μέχρι το 1901 περίοδο κατά την οποία ξέσπασε η αμερικάνικη επανάσταση της ανεξαρτησίας ενάντια στην μοναρχία του.
Σχόλια