Σημειώσεις για μια αντιφατική και καθόλου «καθαρή» συγκυρία
1. Το ίδιο το εκλογικό αποτέλεσμα εμπεριείχε τόσο «καθαρές εντολές» όσο και εντολές για «μη καθαρές» λύσεις. Έτσι, η νέα πολιτική συγκυρία εισήγαγε κατευθείαν «στα δύσκολα», κάτι που φαίνεται και από το είδος της συγκυβέρνησης που προέκυψε. Με αυτόν τον τρόπο, τέθηκε στο προσκήνιο η ανάγκη όχι ακριβώς μιας κυβέρνησης του τάδε κόμματος, όσο η ανάγκη για μια διέξοδο που αναγκαστικά υπερβαίνει δόγματα και σύνορα της μεταπολίτευσης.
2. Η ομιλία του πρωθυπουργού στη Βουλή για τις προγραμματικές δηλώσεις έδωσε, σε πολιτικό επίπεδο, ηχηρή απάντηση στις έξωθεν πιέσεις που δεν αποσκοπούσαν μόνο σε κάμψη της στάσης που θα τηρηθεί στις διαπραγματεύσεις, αλλά και σε αυτά που θα διακηρύσσονταν στο εσωτερικό. Οι τελευταίες φράσεις της ομιλίας του ήταν εκείνες που απέστειλαν το μήνυμα, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό της χώρας.
3. Το μήνυμα του «όχι», σε πολιτικό επίπεδο, συνυπάρχει με ένα μεγάλων διαστάσεων στρογγύλεμα σε θέσεις, στόχους, προγραμματικό ορίζοντα. Διαδικασία που έχει ξεκινήσει ήδη από την επαύριο των διπλών εκλογών του 2012 και επιταχύνθηκε μετά τις πρόσφατες Ευρωεκλογές. Η «διακυβέρνηση» και η «διαπραγμάτευση» οξύνουν στο έπακρο αυτή τη διαδικασία.
4. Πώς και πόσο μπορεί να συνυπάρξει το «πολιτικό όχι» με τις διαρκείς προγραμματικές υποχωρήσεις και το ψαλίδισμα στόχων σε όλα τα πεδία; Καταρχάς, έχει αξία η ίδια η αναγνώριση αυτής της συνύπαρξης. Δεν είναι μικρής σημασίας ούτε το ένα ούτε το άλλο επίπεδο. Αλλά δεν είναι μια «αιώνια» αντίθεση που απλώς θα συντηρείται χωρίς να επικρατεί κάτι για πολύ καιρό. Για πόσο θα συνυπάρχει η πολιτική «ακαμψία» του φορέα με την πλήρη ευκαμψία των θέσεων και του προγράμματος; Άλλοι αγνοούν τη σημασία του «πολιτικού» ή το ανάγουν απλά σε επίπεδο επικοινωνιακό (βέβαια, ακόμα κι αυτό λαμβάνει άλλες διαστάσεις και παύει να είναι ακριβώς μόνο «επικοινωνία» όταν αφορά εκατομμύρια ανθρώπους). Την αγνοούν και ερμηνεύουν τα πάντα με βάση την οικονομία ή την πλατφόρμα. Άλλοι αναπαράγουν διαρκώς το σχήμα της καθαρής, υποτίθεται, στρατηγικής ενόσω η «τακτική» μετατοπίζεται διαρκώς, σχήμα επίσης προβληματικό.
5. Αντίστοιχα, δεν αρκεί η τετριμμένη, χιλιοειπωμένη, κουραστική διαπίστωση «άλλο εξουσία, άλλο διακυβέρνηση». Αυτή μοιάζει να γίνεται για να ξεμπερδεύουμε με το πρόβλημα. «Έχουμε τη διακυβέρνηση αλλά όχι την εξουσία, άρα δεν μπορούμε να κάνουμε και πολλά σε μια σειρά επίπεδα». Και… ξεμπερδέψαμε. Η «διακυβέρνηση χωρίς εξουσία» μάλλον έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και δεν μπορεί να είναι μόνιμη κατάσταση. Στην περίπτωσή μας, η εξουσία δεν αφορά μόνο τις κυρίαρχες τάξεις στο εσωτερικό, αλλά και την ευρωπαϊκή και διεθνή επικυριαρχία. Πώς και για πόσο μπορούν να συνυπάρξουν η «πολιτική κυριαρχία» με τα τεχνικά κλιμάκια, τις εργαλειοθήκες και τους ελεγκτικούς μηχανισμούς;
6. Η «αμοιβαία επωφελής λύση», αν μιλήσουμε για μια τέτοια πιθανότητα, δεν μπορεί, επίσης, να υπάρχει χωρίς ευθραυστότητα και προσωρινότητα και δεν μπορεί να καλύψει τις ανταγωνιστικές αντιθέσεις ανάμεσα σε όσους «διαπραγματεύονται». Το σχήμα «θέλουμε να αλλάξει η Ευρώπη αλλά μέχρι να αλλάξει, τηρούμε και σεβόμαστε όλες τις καταστατικές και θεσμικές αρχές της», πόσο μπορεί να σταθεί, τη στιγμή που οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και συνθήκες, τουλάχιστον των τελευταίων δεκαετιών, είναι διαποτισμένες από το νεοφιλελευθερισμό και τη γερμανική παντοκρατορία; Τι κόστος έχει και πόσα περιθώρια για μια πολιτική διεξόδου αφήνει αυτή η αποδοχή; Πόσο εφικτή είναι ρεαλιστικά η επιθυμητή αλλαγή της Ευρώπης, ως διαδικασία, χωρίς τομές και ρήξεις;
7. Το Μνημόνιο είναι σύνολο μέτρων, αλλά μεταφράζεται και σε ένα ολόκληρο πλέγμα εφαρμοστικών νόμων, ρυθμίσεων, όρων αλλά και διαδικασιών και μηχανισμών ελέγχου και εφαρμογής. Άρα, έχει να κάνει με την πολιτική κυριαρχία, την εθνική κυριαρχία, με το καθεστώς της επιτήρησης, του πολιτικού ελέγχου, του οικονομικού ελέγχου, το καθεστώς της αποικίας χρέους. Άρα, 70% απλά κάποιων «μέτρων» ή 70% μνημονιακή Ελλάδα, 70% αποικία;
8. Το κέρδισμα χρόνου μπορεί πράγματι να είναι σημαντικό, οι συμβιβασμοί ποτέ δεν απουσίαζαν από την πολιτική αναμέτρηση. Το ζητούμενο εξακολουθεί να είναι: χρόνος και συμβιβασμοί για την υπηρέτηση, τελικά, ποιας ακριβώς πολιτικής και κατεύθυνσης; Έχουν νόημα αυτά στο βαθμό, όμως, που οικοδομείται πράγματι μια κεντρική πολιτική διεξόδου και αντίστοιχες «μεγάλες ιδέες». Κομβικό σημείο αυτής της πολιτικής δεν μπορεί παρά να είναι το ζήτημα της παραγωγής και των όρων που υποστυλώνουν την ύπαρξη της χώρας και μάλιστα στο συγκεκριμένο διεθνές περιβάλλον.
9. Συχνά τα «όχι» νοηματοδότησαν και έδωσαν άλλες διαστάσεις σε σημαντικές στιγμές, καθόρισαν τη λαϊκή ενεργοποίηση. Η δήλωση του Τάσσου Παπαδόπουλου «Παρέλαβα κράτος, δεν θα παραδώσω κοινότητα» έπαιξε τεράστιο ρόλο στην έκφραση ενός κατηγορηματικού «όχι» στο δημοψήφισμα που έβαλε φραγμό στο ιμπεριαλιστικό σχέδιο Ανάν-Μπους. Το σημερινό «όχι» του Αλέξη Τσίπρα, στο τελεσίγραφο να ευθυγραμμιστεί πλήρως με το μνημονιακό καθεστώς, κινητοποιεί τον λαό που ξαναγεμίζει τις πλατείες. Παρ’ όλα αυτά, ούτε η Κυπριακή ούτε η Ελληνική Δημοκρατία έβγαλαν οριστικά τις θηλιές της ειδικής εξάρτησης ή της «δημοσιονομικής» πειθαρχίας. Ο πολιτικός αγώνας έχει την ξεχωριστή σημασία του αλλά η διέξοδος έχει όχι μόνο «ιδεολογικές» αλλά και οικονομικές προϋποθέσεις.
10. Ακόμα και μια δικτατορική κυβέρνηση βρέθηκε στην ανάγκη, για μια σειρά λόγους και σε ειδικές συνθήκες, να πει ένα «όχι» σε ένα προσβλητικό και ταπεινωτικό τελεσίγραφο (1940). Αυτό το «όχι» το «αξιοποίησε» με τον δικό του ορμητικό τρόπο ο λαϊκός παράγοντας. Χωρίς να εξετάζει ακριβώς τους λόγους για τους οποίους εξαγγέλθηκε από την ηγεσία. Η Αριστερά της εποχής κράτησε μια συγκεκριμένη στάση, μετρώντας με στρατηγικό βάθος και όχι με τα αναμενόμενα μέτρα και σταθμά που όριζε η «ταξική πάλη» στο εσωτερικό της χώρας, αλλά ακόμα και διεθνώς. Γιατί, σε τέτοιες συνθήκες, οι επιλογές και οι αποφάσεις μετατρέπονται σε άλλου είδους γεγονότα και στάσεις σε μαζικό επίπεδο, με τρόπο που ξεπερνά τη φαντασία.
11. «Τα καπάκια, οι μυστικές συμφωνίες των οπλαρχηγών της Ρούμελης με τους Τούρκους, θεωρούνταν γενικά εθνοφελή στρατηγήματα. Όποιος έβαζε καπάκι ή ψευτο-κάπακο επέβαλε ανακωχή, έσωζε τους πληθυσμούς από τη σφαγή και τη λεηλασία και συνάμα κέρδιζε πολύτιμο χρόνο. Σε παρόμοιες συμφωνίες κατέφυγαν ο Βαρνακιώτης, ο Ίσκος, ο Γιώργος Μπακόλας, ο Ράγκος, ο Βαλτινός, ο Στορνάρης, ο Σαφάκας, ο Καραϊσκάκης και βέβαια ο Ανδρούτσος. Ήταν, δηλαδή, μια χερσοελλαδίτικη τακτική – γνωστή σε όλους και αποδεκτή»
(Κωστή Παπαγιώργη, Τα καπάκια).
12. Η Ιστορία δεν προχωρά μέσα από «καθαρά» και καθορισμένα, από πριν, σχήματα αλλά από απίθανους συνδυασμούς και εξελίξεις που δεν μπορούν να προβλεφθούν σε όλη τους την έκταση. Μεγάλοι στόχοι και «οράματα» εμποτίζουν όλους τους εμπλεκόμενους σε κορυφαία γεγονότα, άσχετα από τα ακριβή κίνητρα, τη στράτευση ή τις αμφισημίες των πρωταγωνιστών.
13. Είναι σαφής σήμερα, ακόμα κι αν συχνά δυσκολεύεται να γίνει κατανοητή, η καθοριστική σημασία της γεωπολιτικής διάστασης. Είναι προφανές ότι οι σχέσεις και αντιθέσεις παλιών και ανερχόμενων μεγάλων δυνάμεων είναι που επηρεάζουν καθοριστικά και το ελληνικό ζήτημα. Όσα παίζονται σε αυτό το επίπεδο υπερβαίνουν το οικονομικό ζήτημα της Ελλάδας ή των σχέσεων της Ελλάδας με την Ευρώπη. Είναι διαφορετική η αξιοποίηση αντιθέσεων από την υπαγωγή σε αυτές και η αξιοποίηση όχι αυτών αλλά από αυτές.
14. Παράλληλα, ποια είναι η σημασία της εκχώρησης μιας σειράς κομβικών πεδίων της πολιτικής στη χώρα; Απαλλάσσεται ο βασικός πολιτικός «παίκτης» από τομείς που δυσκολεύεται να διαχειριστεί ή δεν θέλει να εμπλακεί; Ποιος και με ποια πολιτική θα ελέγχει κρίσιμους τομείς του κράτους, την ίδια στιγμή που παραμένει το εγχείρημα υπονομευμένο σε στρατηγικούς τομείς και επί της ουσίας απουσιάζουν οι θεσμοί οργανωμένης «διαμεσολάβησης» -με οποιαδήποτε μορφή, είτε παρωχημένη είτε σύγχρονη- όπως το κόμμα;
15. Προς το παρόν, δεν διαβάζεται σωστά, αλλά μάλλον στατικά ή και επικοινωνιακά, ο συσχετισμός δύναμης και ο ρόλος που έχει ο αστάθμητος παράγοντας, ο ίδιος ο λαός. Δεν υπολογίζονται οι πραγματικές διαθέσεις και η δυναμική που μπορεί να έχει (άσχετα αν, σε δηλώσεις ή tweets, αναγνωρίζεται ως καθοριστικός ο ρόλος του). Σοβαρή λήψη υπ’ όψιν αυτού του παράγοντα θα σήμαινε άλλο βάρος στην πολιτική και στη «διαπραγμάτευση», άλλες κινήσεις σε όλα τα επίπεδα. Τον Ιούνιο του 2012, σύμφωνα με μια ερμηνεία, εξελήφθη το μήνυμα ότι «μάλλον αυτοί δεν θέλουν να αναλάβουν». Αδίκως; Σήμερα κινδυνεύει να εκληφθεί, με πολλαπλούς τρόπους, το μήνυμα ότι «μάλλον αυτοί δεν μας θέλουν στα πόδια τους», ότι στο τιμόνι είναι η «τεχνοπολιτική», η τεχνική και οι τεχνικοί της «διαπραγμάτευσης».
16. Η έκβαση είναι ακόμα ανοιχτή αλλά ούτε και αυτό μπορεί να είναι μόνιμο σχήμα. Οι επιλογές και οι κινήσεις που γίνονται σπρώχνουν την «έκβαση» προς τη μία ή την άλλη μεριά. Έτσι κι αλλιώς, ο κύκλος της μεταπολίτευσης έκλεισε. Το δίλημμα παραμένει και είναι αν θα προχωρήσει μια διαδικασία μετάβασης που έχει ήδη ανοίξει (πριν ακόμη από την ανάληψη της «διακυβέρνησης») ή θα υπάρξει παλινόρθωση του πολιτικού συστήματος αλλά και διαιώνιση της ειδικής μορφής εξάρτησης, του καθεστώτος της αποικίας χρέους. Διαδικασίες που –όσο και αν ξενίζει– επιχειρείται να προωθηθούν κυρίως μέσα από τις κινήσεις του ίδιου του πρωταγωνιστικού πολιτικού φορέα.
Γιώργος Παπαϊωάννου