Γνωρίζουμε πόσο πολύτιμα (sic!) είναι τα προγράμματα στις εκλογές του εικοστού πρώτου αιώνα, όταν η γενικότητα είναι το κόλπο για να συλλάβει κανείς τη συναίνεση από παντού και η «πολιτική ορθότητα» είναι η παραπλανητική γλώσσα που αποδέχονται όλοι! Ωστόσο, τα προγράμματα εξακολουθούν να υπάρχουν και έχουν τη σχετική σημασία τους. Βεβαίως αυτό που μετράει είναι η (αν)αξιοπιστία των προσώπων που εκφράζουν αυτά τα προγράμματα. Η αξιοπιστία του Μακρόν βρίσκεται στα Τάρταρα. Αυτή της Λεπέν είναι σταθερά υψηλά. Δυστυχώς το Νέο Λαϊκό Μέτωπο δεν έχει καταφέρει να βρει τον κοινό εκφραστή των ιδεών του… και δύσκολα θα τον βρει…
ΓΙΑ ΤΗΝ Λεπέν, τον Μπαρντελά και το Rassemblement National (RN) το θέμα είναι απλό. Η καρδιά του προγράμματος τους είναι η ίδια όπως πάντα: ασφάλεια και καταπολέμηση της μετανάστευσης. Το Rassemblement National σχεδιάζει να αντιμετωπίσει τις μεταναστευτικές ροές, μεταξύ άλλων με την κατάργηση της κρατικής υγειονομικής περίθαλψης και την επιβολή της αρχής της «εθνικής προτίμησης». Παράλληλα το RN, το οποίο κατηγορείται όχι μόνο για φιλοπουτινισμό, αλλά και κάτι παραπάνω από τον ίδιο τον Μακρόν, προσπαθεί τώρα να ελιχθεί περισσότερο σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Από τη μια η Μαρίν Λεπέν καταδικάζει τη Ρωσία, από την άλλη καταγγέλλει τις κυρώσεις ως απερίσκεπτες. Ακόμα κι αν οι γαλλικές εφημερίδες μιλούν τώρα για μια θέση που είναι κατά μια έννοια «συμβατή με την Ουκρανία», είναι σαφές ότι μια κυβέρνηση Μπαρντελά δεν θα μπορούσε ποτέ να φτάσει στο σημείο να υποστηρίξει την παρεμβατική γραμμή του Μακρόν. Και αυτό είναι σίγουρα το μεγαλύτερο πρόβλημα για την ευρωατλαντική ολιγαρχία.
Ενώ σε θεσμικά ζητήματα το RN υποστηρίζει ορισμένους στόχους της αριστεράς, όπως η εισαγωγή του Ric (δημοψήφισμα λαϊκής πρωτοβουλίας) και το αναλογικό σύστημα για την εκλογή της Εθνοσυνέλευσης, είναι σε κοινωνικά ζητήματα που η δεξιά δείχνει έντονα το συντηρητικό της πρόσωπο. Συγκεκριμένα: όχι στη φορολόγηση του πλούτου, αυξήσεις μισθών μόνο με τις παράλληλες φορολογικές ελαφρύνσεις για τις εταιρείες, το ζήτημα των συντάξεων μπαίνει στο πίσω μέρος προς το παρόν παρά την αντίθεση στην αντιμεταρρύθμιση που επιθυμεί ο Μακρόν: αυτά είναι μερικά από τα πιο σημαντικά σημεία του προγράμματος της Λεπέν. Εμφανώς φαίνεται ότι στα ζητήματα της οικονομικής πολιτικής δεν υπάρχει διαφοροποίηση από τα κόμματα του ΕΛΚ που βρίσκονται στην κυβέρνηση (π.χ. Νέα Δημοκρατία).
Στο υποτιθέμενο κέντρο (σωστότερα στο ακραίο κέντρο) οι Μακρονιστές της «Αναγέννησης»( Reinassance) δεν μπορούν να κάνουν τίποτα άλλο παρά να υπερασπιστούν τους νόμους τους, αυτούς που έφεραν εκατομμύρια Γάλλους στους δρόμους. Επομένως, η συνταξιοδοτική αντιμεταρρύθμιση δεν αλλάζει, οι μισθοί μπορούν να αυξηθούν μόνο με περικοπή των κοινωνικών εισφορών (βλ. το ιταλικό και το ελληνικό υπόδειγμα μείωσης του μη μισθολογικού κόστους), όχι στις αυξήσεις φόρων, ναι σε νέες δρακόντειες περικοπές στις δημόσιες δαπάνες. Ερμηνεύουν τέλεια το κλασικό νεοφιλελεύθερο μοντέλο, χωρίς κανένα ελάττωμα. Και το πρόγραμμά τους λοιπόν είναι σε απόλυτη συνέχεια με όσα έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια. Αλλά το σημείο στο οποίο η Reinassance απομακρύνεται πολύ από όλους τους άλλους είναι ο πόλεμος, με την πρόταση να στείλει ανοιχτά Γάλλους στρατιώτες στην Ουκρανία, αρχικά με εκπαιδευτικά καθήκοντα πίσω από τις γραμμές.
ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ του Νέου Λαϊκού Μετώπου (NFP), που συνέταξε η αριστερά τις τελευταίες ημέρες, έχει σίγουρα περισσότερο κοινωνικό χαρακτήρα. Το πρόγραμμα του NFP είναι προωθημένο σε κοινωνικό και θεσμικό επίπεδο, αλλά πολύ ευθυγραμμισμένο και συμβατό με το ΝΑΤΟ στο ουκρανικό ζήτημα.
Το πρόγραμμα επηρεάζεται περισσότερο από τη λίστα με επικεφαλής τον Glucksmann, λόγω της νίκης του στις ευρωπαϊκές εκλογές: Kαι ενώ υπήρχε μια ορισμένη ευθυγράμμιση σε οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα, στην εξωτερική πολιτική το πρόγραμμα φαίνεται πολύ πιο κοντά στο θέσεις των σοσιαλιστών και του Glucksmann παρά εκείνες του Mélenchon.
Το πρόγραμμα είναι 23 σελίδων και απαριθμεί μέτρα που πρέπει να εφαρμοστούν άμεσα, δηλαδή τις πρώτες 15 ημέρες μιας πιθανής αριστερής κυβέρνησης, άλλα που θα εγκριθούν τις πρώτες 100 ημέρες και τέλος κάποια πιο μακροπρόθεσμα.
Το πιο αποφασιστικό μέτρο που θα περιλάμβανε το πρόγραμμα τις πρώτες 15 ημέρες είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 1.600 ευρώ καθαρά (από 1ης Ιανουαρίου 2024 είναι περίπου 1.400 ευρώ). Επίσης, εντός των πρώτων 15 ημερών, η αριστερά θα ήθελε να επιβάλει ελεγχόμενη τιμή για είδη πρώτης ανάγκης και καύσιμα και να καταργήσει την αμφιλεγόμενη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος που εγκρίθηκε από τον Μακρόν το 2023, η οποία αυξάνει την ελάχιστη ηλικία συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη από το 2030.
Όσον αφορά στους φόρους, προτείνεται αύξηση της προοδευτικότητας του Φόρου Εισοδήματος από 5 σε 14 φορολογικά κλιμάκια και η αποκατάσταση του φόρου κληρονομιάς που καταργήθηκε από τον Μακρόν. Αναφορικά με τους θεσμούς, το εγχείρημα είναι αυτό της μετάβασης στην «Έκτη Δημοκρατία», με τη σύγκληση συντακτικής συνέλευσης, την καθιέρωση του δημοψηφίσματος λαϊκής πρωτοβουλίας και την κατάργηση του περιβόητου άρθρου 49.3 του Συντάγματος που επιτρέπει την έγκριση νόμου παρακάμπτοντας το κοινοβούλιο.
Το πρόγραμμα περιλαμβάνει επίσης μεταρρυθμίσεις που πρέπει να εφαρμοστούν μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα: για παράδειγμα την έγκριση της άδειας εμμήνου ρύσεως για τις γυναίκες, ένα σχέδιο για την κατασκευή ενός εκατομμυρίου μονάδων κοινωνικής στέγασης σε πέντε χρόνια και μια μεταρρύθμιση της υποδοχής μεταναστών και αιτούντων άσυλο. έγινε πολύ πιο σκληρό από τον Μακρόν στα τέλη του 2023.
ΣΕ ΔΙΕΘΝΕΣ επίπεδο, ωστόσο, ο αριστερός συνασπισμός έχει δεσμευτεί να στηρίξει την Ουκρανία και με την προμήθεια όπλων, όπως έχει γίνει μέχρι τώρα: είναι ένα σημείο στο οποίο έχει περάσει η γραμμή των Σοσιαλιστών και του Glucksmann.
Όσον αφορά το ισραηλινο-παλαιστινιακό ζήτημα, το πρόγραμμα είναι αρκετά σαφές: ορίζει τη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου της Χαμάς ως «τρομοκρατική σφαγή», ζητά άμεση κατάπαυση του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας και αναγνώριση του κράτους της Παλαιστίνης, όπως επίσης αποφάσισε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες τις τελευταίες εβδομάδες.