Εν αναμονή των αποτελεσμάτων στον Β’ γύρο των γαλλικών διαμερισματικών εκλογών
Παζλ για δυνατούς λύτες αποτελεί η ανάλυση των αποτελεσμάτων των διαμερισματικών εκλογών, ο Α΄ γύρος των οποίων διεξήχθη στη Γαλλία την προηγούμενη εβδομάδα και αναμένεται να ολοκληρωθεί αύριο. Κι αυτό γιατί τα συμπεράσματα είναι πολλά και διαφορετικής βαρύτητας, ανάλογα από ποια πολιτική σκοπιά τα προσεγγίζει κανείς, ενώ η πολυπλοκότητα του εκλογικού συστήματος και οι διαφορετικές συμμαχίες ανά διαμέρισμα περιπλέκουν ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Επίσης, από τις εκλογές εξαιρούνταν το Παρίσι, η Λυόν (που είναι η δεύτερη πληθυσμιακά πόλη της χώρας) και οι γαλλικές «υπερπόντιες κτήσεις». Άρα τα συμπεράσματα –σύμφωνα με πολλούς Γάλλους αναλυτές– δεν μπορούν να γενικεύονται, καθώς δεν αντιπροσωπεύουν τα δύο αστικά κέντρα με τον πιο πολυάριθμο γαλλικό πληθυσμό. Οι εν λόγω εκλογικές αναμετρήσεις θεωρούνται τροχιοδεικτικές και ο πιο σημαντικός γύρος προθέρμανσης πριν από τις περιφερειακές εκλογές (που θα διεξαχθούν στα τέλη του 2015) και τις προεδρικές εκλογές, που έχουν προγραμματιστεί για το 2017.
Όλοι δηλώνουν κερδισμένοι
Σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα που ανακοίνωσε το υπουργείο Εσωτερικών της Γαλλίας, εξελέγησαν από τον Α΄ γύρο 220 διαμερισματικοί σύμβουλοι της Δεξιάς, 56 από τον συνασπισμό κομμάτων της Αριστεράς, 8 του Εθνικού Μετώπου της Μαρίν Λεπέν και 6 που ανήκουν σε άλλα μικρότερα κόμματα. Οι υπόλοιποι θα εκλεγούν αύριο. Ας σημειωθεί ότι στη «γαλλική» πολιτική ορολογία, ο όρος Αριστερά περιλαμβάνει και το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα, γεγονός που επιτείνει τη σύγχυση…
Όσον αφορά τα ποσοστιαία αποτελέσματα, στην πρώτη θέση κατατάσσεται η κεντροδεξιά συμμαχία UMP-UDI-MoDEM με ποσοστό 35%. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται το Εθνικό Μέτωπο με περίπου 25%. Στην τρίτη θέση τοποθετείται το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα με 21%. Διάφοροι υποψήφιοι της Αριστεράς (συμμαχίες του Μετώπου της Αριστεράς με τους Πράσινους κ.λπ.) συγκεντρώνουν σχεδόν 7%. Επιπλέον, το Μέτωπο της Αριστεράς (Μελανσόν, Κ.Κ.) λαμβάνει μόνο του περί το 5%, και η Ευρώπη Οικολογία-Πράσινοι 2%. Διάφοροι άλλοι κεντροδεξιοί υποψήφιοι συγκέντρωσαν πάνω από 5%.
Με βάση αυτά τα αποτελέσματα, τα πολιτικά μηνύματα είναι πολλά και στην αρχή υπήρξαν ιδιαιτέρως συγκεχυμένα. Βασικός λόγος γι’ αυτό ήταν ότι αφενός –και προς ανακούφιση των περισσότερων πολιτικών δυνάμεων– δεν φαινόταν να υπάρχει συντριπτική νίκη του Εθνικού Μετώπου της Μαρίν Λεπέν, όπως είχαν προβλέψει αρκετές δημοσκοπήσεις, αφετέρου δεν ήταν ξεκάθαρο ποια πολιτική δύναμη πραγματικά νίκησε.
Με μια πρώτη ανάγνωση, είναι σαφές πως η νίκη της κεντροδεξιάς συμμαχίας UMP-UDI-MoDem αναχαίτισε την έφοδο του Εθνικού Μετώπου, γεγονός στο οποίο συνηγόρησε και η μεγαλύτερη συμμετοχή από τις προηγούμενες εκλογές (η αποχή παραμένει σε υψηλά επίπεδα, περίπου 50%, αλλά σημαντικά χαμηλότερα από το 58% της αποχής της προηγούμενης εκλογικής αναμέτρησης). Η τακτική του Σαρκοζί –και όχι κατ’ ανάγκη πολιτική επιλογή, όπως τα γαλλικά ΜΜΕ έσπευσαν να του αποδώσουν– να «σπάσει» κατά βούληση τον ρεπουμπλικανικό συνασπισμό, συνεργαζόμενος με το κεντρώο UDI, απέδωσε καρπούς, τουλάχιστον σε ποσοστιαία βάση. Δεν αποτελεί όμως ένα νέο πολιτικό συνασπισμό με βάθος και ουσία που θα μπορούσε να έχει μακροχρόνια παρουσία.
Παρά το γεγονός ότι η Μαρίν Λεπέν δεν πέτυχε τον στόχο της, να έρθει πρώτο κόμμα και στις περιφερειακές εκλογές (με σκοπό βεβαίως να εδραιώσει την τάση αυτή στις εκλογές του 2017), κατάφερε να επιβάλει το Εθνικό Μέτωπο ως κόμμα εξουσίας, ανοίγοντας και στη Γαλλία την πόρτα του… τρικομματισμού. Ήταν χαρακτηριστική –όσο και τρομακτική– η δήλωση της ίδιας αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων: «Αναμέτρηση με την αναμέτρηση, αποδεικνύουμε ότι ριζώνουμε στη συνείδηση των Γάλλων».
Η «Αριστερά» που βρίσκεται στην εξουσία, μέσω του Σοσιαλιστικού Κόμματος του προέδρου Ολάντ (PS), κατάφερε μεν να ξεπεράσει το ψυχολογικό φράγμα του 20%, ωστόσο κατέγραψε πτώση σε ποσοστά και εκπροσώπους για τέταρτη συνεχή εκλογική αναμέτρηση (δημοτικές, ευρωεκλογές, Γερουσία 2014, και τώρα περιφερειακές). Η Αριστερά (εκτός εισαγωγικών) πάλι, για μια ακόμη φορά δεν κατάφερε να αναδειχτεί σε εναλλακτικό πόλο, παρά τη γενικευμένη δυσαρέσκεια που διαπερνά τη γαλλική κοινωνία.
Με καθαρά κομματικούς όρους, το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου περιέγραψε επιτυχώς η εταιρεία ερευνών Harris Interactive αναφέροντας: «Αντικειμενικά, όλοι μπορούν αληθινά να χαίρονται. Το UMP επειδή κατάφερε σαφώς να ξεχωρίσει από το Εθνικό Μέτωπο. Το Εθνικό Μέτωπο επειδή σημείωσε σημαντική ποσοστιαία άνοδο σε σχέση με τις τελευταίες εκλογές. Αλλά και το Σοσιαλιστικό Κόμμα μπορεί να χαίρεται γιατί κινητοποιήθηκε αρκετά, ξεπερνώντας το όριο του 20%». Όπως όμως είπε και ο διευθυντής του HI, «η Γαλλία δεν ξέρω πόσο μπορεί να χαίρεται»…
Β΄ γύρος και Αριστερά
Η Αριστερά σε αυτές τις εκλογές –με την έννοια που χρησιμοποιείται ο όρος στη Γαλλία, ξεκινώντας από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και φτάνοντας στην άκρα Αριστερά– σαφώς και έχει υποστεί πλήγμα, το οποίο οφείλεται κυρίως στη διαίρεσή της, και στις κατά περιοχή επιλογές, είτε να «κατεβαίνουν» καθαρά αριστεροί υποψήφιοι, είτε να συμμετέχουν σε συνεργασίες με τους σοσιαλιστές ή/και με τους Οικολόγους. Μέχρι τώρα, η Αριστερά κυβερνούσε συνολικά, με διάφορες μορφές συνεργασιών, σε 60 από τις 101 περιφέρειες. Μετά τον Α΄ γύρο, κινδυνεύει να απολέσει γύρω στις μισές. Οι σοσιαλιστές έκαναν μεγάλη προσπάθεια προεκλογικά να συσπειρώσουν την εκλογική τους βάση, ως ανάχωμα στον «ακροδεξιό κίνδυνο της Λεπέν», αλλά σύμφωνα και με τον Ζεράρ λε Γκαλ του PS, «η Αριστερά υποφέρει από την ψήφο διαμαρτυρίας για όσα έκανε ή όσα δεν έκανε». Ο ίδιος, μιλώντας στη Le Monde, προέβλεψε ότι το 2015 θα είναι ένα «τρομερά δυσάρεστο εκλογικά έτος για την Αριστερά».
Τι θα γίνει τελικά αύριο, εξαρτάται εν πολλοίς και από την τακτική των κομμάτων όσον αφορά τις νέες συμμαχίες που παραδοσιακά δημιουργούνται στο Β΄ γύρο. Ο Σαρκοζί μπορεί να θεωρεί εαυτόν νικητή των διαμερισματικών εκλογών, ωστόσο δεν θα μπορούσε να είχε αυτά τα αποτελέσματα χωρίς τη στήριξη του κεντρώου UDI. Πάντως ο ίδιος από την πρώτη εκλογική βραδιά έχει καλέσει τους ψηφοφόρους του να μην ψηφίσουν ούτε Εθνικό Μέτωπο ούτε Αριστερά στις περιπτώσεις «μονομαχίας» μεταξύ τους, σπάζοντας την παράδοση που θέλει τις δυνάμεις του «δημοκρατικού τόξου» να συσπειρώνονται όποτε αντιμετωπίζουν ακροδεξιό υποψήφιο.
Μ.Ε.