Το πιο ανθεκτικό μέταλλο της αντιστασιακής κοινωνικής συνείδησης. Γράφει ο Κώστας Σταυρόπουλος
Η εφημερίδα Δρόμος της Αριστεράς με επέλεξε να γράψω για πρόσωπα ή άτομα που έδρασαν στην αθέατη πλευρά της Iστορίας.Κι εξηγούμαι: η Ιστορία έχει τα δικά της αξιολογικά κριτήρια για το ποιος είναι πρωταγωνιστής και ποιος όχι, στη θεατρική σκηνή του κοινωνικού γίγνεσθαι. Απ’ αυτά τα σημεία οράσεως επιλέγει και προβάλλει τους πρωταγωνιστές, έμπλεους στα εκτυφλωτικά φώτα της δημοσιότητας, ενώ μεταχειρίζεται τους δευτεραγωνιστές ως ανυπάκουους, υποσκάπτες και ύποπτους απέναντι στην κατεστημένη κοινωνική εξουσία.
Τους τριταγωνιστές τους καταχωρεί στο λαό, συντηρητή κατά τ’ άλλα των κοινωνικών ιδεών, προορισμένους να συμμετάσχουν στις κρίσιμες στιγμές ανατροπής και στις υπόλοιπες φάσεις των κοινωνικών επαναστάσεων, με λόγο και θέσεις, όπως προσδιορίζονται από τη μακραίωνη ελληνική μυθολογία και την πλούσια πολιτισμική γεωμετρία.
Το ευχάριστο, τελικά, είναι που η ιστορία αποσύρει τους πρωταγωνιστές, φέρνοντας στην επιφάνεια δευτεραγωνιστές, που έχουν καταθέσει ουσιαστικό έργο αδιάψευστου κριτικού στοχασμού και πολιτισμού.
Έτσι βγαίνει το συμπέρασμα ότι η ιστορία χρησιμοποιεί τους πρωταγωνιστές ωσάν εφήμερο υλικό της, ως επί σκηνής τσιρκουλάνους του άμετρου κοινωνικού κομφορμισμού, ενώ πολλούς δευτεραγωνιστές τους δικαιώνει μετά από χρόνια κι άλλους μετά θάνατον έστω.
Ένας απ’ αυτούς που για πολλά χρόνια παρέμειναν στην αθέατη πλευρά της Ιστορίας είναι κι ο Άρης Αλεξάνδρου. Με την αναφορά στο πρόσωπό του δεν επιχειρώ να κινηθώ στην οργανωμένη επιστημονική κριτική ανάλυση του έργου του. Αφηγούμαι λιτά, ως αυτόπτης μάρτυρας, τη δραματική περιπέτεια ενός άδολου κοινωνικού ιδεολόγου της Αριστεράς, ενός χαρισματικού συγγραφέα του έμμετρου και του πεζού λόγου, με κορυφαία στιγμή του έργου του το πολυδιαβασμένο Κιβώτιο.
Ο Άρης Αλεξάνδρου γεννήθηκε το 1922 κι έφυγε από κοντά μας, οριστικά κι αμετάκλητα, το 1978 στο Παρίσι. Η ζωή του κυριαρχείται από ένα πικρό και πυκνό σενάριο περιπέτειας. Γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη, στα ρώσικα χρόνια της ματωμένης Ιστορίας. Ο πατέρας του ήταν Έλληνας Πόντιος κι η μάνα του Ρωσίδα-Λιθουανέζα. Όταν η οικογένεια ήρθε στην Ελλάδα έμεινε σ’ ένα δυάρι στο Δουργούτι, δεν είχε ξεχάσει όμως το τρένο που έφερε απ’ τη Δρέσδη παράνομα, τον Λένιν στη Ρωσία, άκουσμα ανεξίτηλης μνήμης.
Ο Άρης πήγε σχολείο στο Βαρβάκειο, στην Αθήνα. Τον προσανατόλισε ο πατέρας του στα γράμματα και στην ιδιαίτερη γνώση της ελληνικής γλώσσας. Γράφτηκε στην Ανωτάτη Εμπορική αλλά δεν την τελείωσε. Η μάνα του, του πρόσφερε την καλοσύνη. Τελικά κατέληξε ακόρεστος πλάνητας του ζητούμενου. Το 1967 απόδρασε απ’ την Ελλάδα αποφεύγοντας τη σύλληψη από την απριλιανή στρατιωτική χούντα.
Πριν φύγει για το Παρίσι, το 1967, είχε την ιδεολογική του περιπέτεια. Από τον πρώτο χρόνο της ιταλογερμανικής εισβολής στην Ελλάδα μπήκε σ’ ένα μικρό πυρήνα αντίστασης κατά του εισβολέα. Από αντίπαλος της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά, ιδεολόγος της κομμουνιστικής Αριστεράς, του δόθηκε η καλύτερη ευκαιρία να δράσει στο ανοιχτό κοινωνικό πεδίο αλλά ατύχησε. Ένας από τους στενούς φίλους του επικηρύχθηκε από το ΚΚΕ ως συνεργάτης της Ασφάλειας. Ο φίλος του και δύο ακόμα κατηγορήθηκαν ότι κυκλοφορούσαν τη δεύτερη επιστολή του Νίκου Ζαχαριάδη, την οποία θεώρησε πλαστή το κόμμα. Ο Άρης δεν αποδέχτηκε αυτή τη βαριά συκοφαντία ενάντια στο φίλο του. Το σενάριο, όμως, έγινε πιο πυκνό παρακάτω. Οι τρεις κατηγορούμενοι Χρήστος Θεοδωρόπουλος, Γιώργος Λιανόπουλος κι ο Μεγαλοοικονόμου επικηρύχθηκαν στο βαθμό ενοχής για εκτέλεση. Ο Θεοδωρόπουλος κρύφτηκε για πολύ καιρό σε στενό οικογενειακό του καταφύγιο και σώθηκε. Το ίδιο κι ο Γιώργος Λιανόπουλος που απέδρασε απ’ την Ελλάδα για τη Μέση Ανατολή. Ο Μεγαλοοικονόμου εκτελέστηκε, γιατί δεν μπόρεσε να προσκομίσει την επιστολή, αφού η μάνα του την κατέστρεψε απ’ το φόβο της κι έτσι έγινε μοιραίο το λάθος της να εκτελεστεί το παιδί της.
Πρόκειται για μια πικρή κι ασήκωτη ιστορία που στοίχισε ένα θάνατο και την αποχώρηση του Άρη Αλεξάνδρου από το κόμμα.
Όταν με το καλό γκρεμοτσακίστηκαν οι Γερμανοί από την Ελλάδα και τη θέση τους πήραν οι Άγγλοι, άλλαξε κι ο συσχετισμός δυνάμεων μεταξύ της Αριστεράς και της Δεξιάς. Τότε ο Αλεξάνδρου συλλαμβάνεται και στέλνεται κρατούμενος στην Ελ Τάμπα, απ’ όπου σε λίγο καιρό αποδρά, φτάνει στην Ιταλία κι από κει επιστρέφει στην Ελλάδα. Τώρα εξορίζεται στον Άι Στράτη και τη Μακρόνησο. Το 1952 δικάζεται με την ψευδή και σχιζοφρενική κατηγορία του λιποτάκτη, ενώ ήταν απλά ανυπότακτος.
Το 1952 έρχεται σε πλήρη ρήξη με το κόμμα. Αιτία ήταν η ποιητική συλλογή του Άγονος Γραμμή, κριτική κατά της γραμμής Ζαχαριάδη, που είπε ηττημένος «Το όπλο παρά πόδα». Δικασμένος μεταφέρεται στις φυλακές Αίγινας. Εκεί και τον γνώρισα. Με πληροφόρησε ο καλός μου φίλος Μίμης Δεσποτίδης ότι ο Άρης είναι απομονωμένος από την ηγεσία της ομάδας συμβίωσης. Δεν με έπεισε ο Δεσποτίδης και με τη θρυλική απόδραση των 28 στελεχών του κόμματος απ’ τις φυλακές Βούρλων, μας πήραν βίαια τη νύχτα 200 κρατούμενους, πειθαρχική μεταγωγή και μας οδήγησαν στο κολαστήριο των εγκληματικών φυλακών της Γυάρου. Εκεί μείναμε μαζί 5 χρόνια κι ο Άρης συνέχιζε να είναι απομονωμένος και περιφρονημένος απ’ τους συγκρατούμενους με υπόδειξη της ομάδας συμβίωσης. Υπέστη τα πάνδεινα της πολιτικοϊδεολογικής κομματικής βαρβαρότητας. Του μιλάγαμε τρεις μόνο, ο λινοτύπης Γιώργος Παπαδόπουλος απ’ το Μοσχάτο, ο Σταύρος Μπενακόπουλος, ιδεολόγος με ήθος κι εγώ ο πάντα οργισμένος κι ανυπάκουος.
Στον εγκλεισμό του αυτόν συλλαμβάνει και την πρώτη ιδέα του θέματος του βιβλίου του, το γνωστό Κιβώτιο, περιγράφοντας το σύγχρονο Ατρειδικό κύκλο της Αριστεράς.
Το Κιβώτιο τον απογείωσε συγγραφικά και η ποίησή του ήρθε σε δεύτερη μοίρα. Την ίδια εκτίμηση και γνώμη είχε κι αυτός. Αν δεν είχε περιοριστεί συγγραφικά στο μηχανισμό του κόμματος και μίλαγε ανοιχτότερα, καταγγέλλοντας τους οικουμενικούς μηχανισμούς της εξουσίας θα ήταν καλύτερος κι από τον Κάφκα.
Ο Άρης δεν έκανε παιδιά. Παιδί του ήταν Το Κιβώτιο. Ήταν και πρωτοκλασάτος μεταφραστής στην Ελλάδα απ’ τα ρωσικά, μοναδικός στις μεταφράσεις των βιβλίων του Ντοστογιέφσκι. Ο στενός του φίλος Γ. Ρίτσος τον σύστησε ως μεταφραστή στον εκδοτικό οίκο Γκοβόστη, αριστερός κι αυτός πριν, όπως ο Ελευθερουδάκης, ο Καραβίας και το Θεμέλιο, επιχειρήσεις του κόμματος, οι οποίες και δεν γύρισαν ποτέ στα χέρια του.
Αν μπορούσε κανείς να συνοψίσει σε λίγες μόνο γραμμές το χαρακτήρα του Άρη Αλεξάνδρου θα ’λεγε πως ήταν το πιο ανθεκτικό μέταλλο της αντιστασιακής κοινωνικής συνείδησης, ενάντια σε κάθε μορφή κοινωνικής τυραννίας.
Ολιγομίλητος και περιορισμένος στους λιγοστούς φίλους του. Προίκα του το ήθος κι ο λεπτός ανθρώπινος πολιτισμός, άδολος φίλος και ποτέ απαιτητικός. Κάποτε τον ρώτησα: «Γιατί δεν μου λες πρώτος “καλημέρα”;». Και εκείνος μου απάντησε: «Γιατί δεν θέλω να σφετεριστώ την ελευθερία του άλλου, γιατί δεν ξέρω αν έχει ξυπνήσει με καλή διάθεση…».
Ήταν επίσης ο προπομπός αφύπνισης της σύγχρονης κοινωνικής ιδεολογίας του είδους της ατομικής πρωτοβουλίας, σε αντιπαράθεση με την κρατική και την ιδιωτική πρωτοβουλία. Ένας μόνος με εκατομμύρια μόνους, το ίδιο που λέω κι εγώ σήμερα, αλλά τόσο αργότερα απ’ αυτόν. Δηλαδή κοινωνικοί επαναστάτες χωρίς αρχηγούς, παιδιά του ηλεκτρονικού τεχνολογικού πολιτισμού. Το έργο του Αλεξάνδρου αποτελεί εγκώμιο δέησης, υψηλό τίμημα ελεγείων μνήμης στον 20όν αιώνα, οπότε η αναφορά σ’ αυτό δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως ύστατο χρέος τιμής απέναντι στην προσφορά του.
Και για να κλείσω τη σημερινή μου αναφορά στον Άρη, θα συμβούλευα τους αναγνώστες να διαβάσουν το βιβλίο του κριτικού της λογοτεχνίας Δημήτρη Ραφτόπουλου, ο οποίος αντιμετωπίζει το σύνολο του έργου του ως χαρισματικός συγγραφέας. Πρόκειται για ένα εξαίρετο μείγμα γραφής που κινείται ανάμεσα στην εμπειρική (ο Ραυτόπουλος παρακολουθεί επί χρόνια την περιπέτεια του Αλεξάνδρου ως αυτόπτης μάρτυρας) και την έντεχνη λογοτεχνία.
Τους τριταγωνιστές τους καταχωρεί στο λαό, συντηρητή κατά τ’ άλλα των κοινωνικών ιδεών, προορισμένους να συμμετάσχουν στις κρίσιμες στιγμές ανατροπής και στις υπόλοιπες φάσεις των κοινωνικών επαναστάσεων, με λόγο και θέσεις, όπως προσδιορίζονται από τη μακραίωνη ελληνική μυθολογία και την πλούσια πολιτισμική γεωμετρία.
Το ευχάριστο, τελικά, είναι που η ιστορία αποσύρει τους πρωταγωνιστές, φέρνοντας στην επιφάνεια δευτεραγωνιστές, που έχουν καταθέσει ουσιαστικό έργο αδιάψευστου κριτικού στοχασμού και πολιτισμού.
Έτσι βγαίνει το συμπέρασμα ότι η ιστορία χρησιμοποιεί τους πρωταγωνιστές ωσάν εφήμερο υλικό της, ως επί σκηνής τσιρκουλάνους του άμετρου κοινωνικού κομφορμισμού, ενώ πολλούς δευτεραγωνιστές τους δικαιώνει μετά από χρόνια κι άλλους μετά θάνατον έστω.
Ένας απ’ αυτούς που για πολλά χρόνια παρέμειναν στην αθέατη πλευρά της Ιστορίας είναι κι ο Άρης Αλεξάνδρου. Με την αναφορά στο πρόσωπό του δεν επιχειρώ να κινηθώ στην οργανωμένη επιστημονική κριτική ανάλυση του έργου του. Αφηγούμαι λιτά, ως αυτόπτης μάρτυρας, τη δραματική περιπέτεια ενός άδολου κοινωνικού ιδεολόγου της Αριστεράς, ενός χαρισματικού συγγραφέα του έμμετρου και του πεζού λόγου, με κορυφαία στιγμή του έργου του το πολυδιαβασμένο Κιβώτιο.
Ο Άρης Αλεξάνδρου γεννήθηκε το 1922 κι έφυγε από κοντά μας, οριστικά κι αμετάκλητα, το 1978 στο Παρίσι. Η ζωή του κυριαρχείται από ένα πικρό και πυκνό σενάριο περιπέτειας. Γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη, στα ρώσικα χρόνια της ματωμένης Ιστορίας. Ο πατέρας του ήταν Έλληνας Πόντιος κι η μάνα του Ρωσίδα-Λιθουανέζα. Όταν η οικογένεια ήρθε στην Ελλάδα έμεινε σ’ ένα δυάρι στο Δουργούτι, δεν είχε ξεχάσει όμως το τρένο που έφερε απ’ τη Δρέσδη παράνομα, τον Λένιν στη Ρωσία, άκουσμα ανεξίτηλης μνήμης.
Ο Άρης πήγε σχολείο στο Βαρβάκειο, στην Αθήνα. Τον προσανατόλισε ο πατέρας του στα γράμματα και στην ιδιαίτερη γνώση της ελληνικής γλώσσας. Γράφτηκε στην Ανωτάτη Εμπορική αλλά δεν την τελείωσε. Η μάνα του, του πρόσφερε την καλοσύνη. Τελικά κατέληξε ακόρεστος πλάνητας του ζητούμενου. Το 1967 απόδρασε απ’ την Ελλάδα αποφεύγοντας τη σύλληψη από την απριλιανή στρατιωτική χούντα.
Πριν φύγει για το Παρίσι, το 1967, είχε την ιδεολογική του περιπέτεια. Από τον πρώτο χρόνο της ιταλογερμανικής εισβολής στην Ελλάδα μπήκε σ’ ένα μικρό πυρήνα αντίστασης κατά του εισβολέα. Από αντίπαλος της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά, ιδεολόγος της κομμουνιστικής Αριστεράς, του δόθηκε η καλύτερη ευκαιρία να δράσει στο ανοιχτό κοινωνικό πεδίο αλλά ατύχησε. Ένας από τους στενούς φίλους του επικηρύχθηκε από το ΚΚΕ ως συνεργάτης της Ασφάλειας. Ο φίλος του και δύο ακόμα κατηγορήθηκαν ότι κυκλοφορούσαν τη δεύτερη επιστολή του Νίκου Ζαχαριάδη, την οποία θεώρησε πλαστή το κόμμα. Ο Άρης δεν αποδέχτηκε αυτή τη βαριά συκοφαντία ενάντια στο φίλο του. Το σενάριο, όμως, έγινε πιο πυκνό παρακάτω. Οι τρεις κατηγορούμενοι Χρήστος Θεοδωρόπουλος, Γιώργος Λιανόπουλος κι ο Μεγαλοοικονόμου επικηρύχθηκαν στο βαθμό ενοχής για εκτέλεση. Ο Θεοδωρόπουλος κρύφτηκε για πολύ καιρό σε στενό οικογενειακό του καταφύγιο και σώθηκε. Το ίδιο κι ο Γιώργος Λιανόπουλος που απέδρασε απ’ την Ελλάδα για τη Μέση Ανατολή. Ο Μεγαλοοικονόμου εκτελέστηκε, γιατί δεν μπόρεσε να προσκομίσει την επιστολή, αφού η μάνα του την κατέστρεψε απ’ το φόβο της κι έτσι έγινε μοιραίο το λάθος της να εκτελεστεί το παιδί της.
Πρόκειται για μια πικρή κι ασήκωτη ιστορία που στοίχισε ένα θάνατο και την αποχώρηση του Άρη Αλεξάνδρου από το κόμμα.
Όταν με το καλό γκρεμοτσακίστηκαν οι Γερμανοί από την Ελλάδα και τη θέση τους πήραν οι Άγγλοι, άλλαξε κι ο συσχετισμός δυνάμεων μεταξύ της Αριστεράς και της Δεξιάς. Τότε ο Αλεξάνδρου συλλαμβάνεται και στέλνεται κρατούμενος στην Ελ Τάμπα, απ’ όπου σε λίγο καιρό αποδρά, φτάνει στην Ιταλία κι από κει επιστρέφει στην Ελλάδα. Τώρα εξορίζεται στον Άι Στράτη και τη Μακρόνησο. Το 1952 δικάζεται με την ψευδή και σχιζοφρενική κατηγορία του λιποτάκτη, ενώ ήταν απλά ανυπότακτος.
Το 1952 έρχεται σε πλήρη ρήξη με το κόμμα. Αιτία ήταν η ποιητική συλλογή του Άγονος Γραμμή, κριτική κατά της γραμμής Ζαχαριάδη, που είπε ηττημένος «Το όπλο παρά πόδα». Δικασμένος μεταφέρεται στις φυλακές Αίγινας. Εκεί και τον γνώρισα. Με πληροφόρησε ο καλός μου φίλος Μίμης Δεσποτίδης ότι ο Άρης είναι απομονωμένος από την ηγεσία της ομάδας συμβίωσης. Δεν με έπεισε ο Δεσποτίδης και με τη θρυλική απόδραση των 28 στελεχών του κόμματος απ’ τις φυλακές Βούρλων, μας πήραν βίαια τη νύχτα 200 κρατούμενους, πειθαρχική μεταγωγή και μας οδήγησαν στο κολαστήριο των εγκληματικών φυλακών της Γυάρου. Εκεί μείναμε μαζί 5 χρόνια κι ο Άρης συνέχιζε να είναι απομονωμένος και περιφρονημένος απ’ τους συγκρατούμενους με υπόδειξη της ομάδας συμβίωσης. Υπέστη τα πάνδεινα της πολιτικοϊδεολογικής κομματικής βαρβαρότητας. Του μιλάγαμε τρεις μόνο, ο λινοτύπης Γιώργος Παπαδόπουλος απ’ το Μοσχάτο, ο Σταύρος Μπενακόπουλος, ιδεολόγος με ήθος κι εγώ ο πάντα οργισμένος κι ανυπάκουος.
Στον εγκλεισμό του αυτόν συλλαμβάνει και την πρώτη ιδέα του θέματος του βιβλίου του, το γνωστό Κιβώτιο, περιγράφοντας το σύγχρονο Ατρειδικό κύκλο της Αριστεράς.
Το Κιβώτιο τον απογείωσε συγγραφικά και η ποίησή του ήρθε σε δεύτερη μοίρα. Την ίδια εκτίμηση και γνώμη είχε κι αυτός. Αν δεν είχε περιοριστεί συγγραφικά στο μηχανισμό του κόμματος και μίλαγε ανοιχτότερα, καταγγέλλοντας τους οικουμενικούς μηχανισμούς της εξουσίας θα ήταν καλύτερος κι από τον Κάφκα.
Ο Άρης δεν έκανε παιδιά. Παιδί του ήταν Το Κιβώτιο. Ήταν και πρωτοκλασάτος μεταφραστής στην Ελλάδα απ’ τα ρωσικά, μοναδικός στις μεταφράσεις των βιβλίων του Ντοστογιέφσκι. Ο στενός του φίλος Γ. Ρίτσος τον σύστησε ως μεταφραστή στον εκδοτικό οίκο Γκοβόστη, αριστερός κι αυτός πριν, όπως ο Ελευθερουδάκης, ο Καραβίας και το Θεμέλιο, επιχειρήσεις του κόμματος, οι οποίες και δεν γύρισαν ποτέ στα χέρια του.
Αν μπορούσε κανείς να συνοψίσει σε λίγες μόνο γραμμές το χαρακτήρα του Άρη Αλεξάνδρου θα ’λεγε πως ήταν το πιο ανθεκτικό μέταλλο της αντιστασιακής κοινωνικής συνείδησης, ενάντια σε κάθε μορφή κοινωνικής τυραννίας.
Ολιγομίλητος και περιορισμένος στους λιγοστούς φίλους του. Προίκα του το ήθος κι ο λεπτός ανθρώπινος πολιτισμός, άδολος φίλος και ποτέ απαιτητικός. Κάποτε τον ρώτησα: «Γιατί δεν μου λες πρώτος “καλημέρα”;». Και εκείνος μου απάντησε: «Γιατί δεν θέλω να σφετεριστώ την ελευθερία του άλλου, γιατί δεν ξέρω αν έχει ξυπνήσει με καλή διάθεση…».
Ήταν επίσης ο προπομπός αφύπνισης της σύγχρονης κοινωνικής ιδεολογίας του είδους της ατομικής πρωτοβουλίας, σε αντιπαράθεση με την κρατική και την ιδιωτική πρωτοβουλία. Ένας μόνος με εκατομμύρια μόνους, το ίδιο που λέω κι εγώ σήμερα, αλλά τόσο αργότερα απ’ αυτόν. Δηλαδή κοινωνικοί επαναστάτες χωρίς αρχηγούς, παιδιά του ηλεκτρονικού τεχνολογικού πολιτισμού. Το έργο του Αλεξάνδρου αποτελεί εγκώμιο δέησης, υψηλό τίμημα ελεγείων μνήμης στον 20όν αιώνα, οπότε η αναφορά σ’ αυτό δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως ύστατο χρέος τιμής απέναντι στην προσφορά του.
Και για να κλείσω τη σημερινή μου αναφορά στον Άρη, θα συμβούλευα τους αναγνώστες να διαβάσουν το βιβλίο του κριτικού της λογοτεχνίας Δημήτρη Ραφτόπουλου, ο οποίος αντιμετωπίζει το σύνολο του έργου του ως χαρισματικός συγγραφέας. Πρόκειται για ένα εξαίρετο μείγμα γραφής που κινείται ανάμεσα στην εμπειρική (ο Ραυτόπουλος παρακολουθεί επί χρόνια την περιπέτεια του Αλεξάνδρου ως αυτόπτης μάρτυρας) και την έντεχνη λογοτεχνία.
* Ο Κώστας Σταυρόπουλος είναι τεχνοκριτικός
Σχόλια