Για εμάς τους άθεους από ένθεο ζήλο, η αθώωση ενός επισκόπου που το όνομά του αρνούμαι ακόμα και να προφέρω εδώ, δεν σημαίνει τίποτε. Το σημαντικό είναι να κοιτούμε τα πράγματα μακροσκοπικά, να ψυχανεμιζόμαστε τους γεωλογικούς αντίκτυπους των γεγονότων. Και οι αντίκτυποι είναι μάλλον αμείλικτοι για το καθίδρυμα που ακούει στο όνομα «Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος». Σεξουαλικά σκάνδαλα, συναγελασμοί του αρχιεπισκόπου με υπουργικά συμβούλια και Λαυρεντιάδηδες, θερμοί εναγκαλισμοί με τη Χρυσή Αυγή· ολόθερμη συμπόρευση με το κίνημα «Μένουμε Ευρώπη», πλειοδοσία στο σκοταδισμό και τη μισαλλοδοξία απέναντι στο ζίου-ζίτσου, το σύμφωνο συμβίωσης και τα «Νέα» Θρησκευτικά αδιακρίτως. Όσες προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας κι αν κάνουν, όσες επισκοπικές αθωώσεις κι αν μαγειρέψουν, όσο κι αν η Εκκλησία εκμεταλλευτεί τα θεσμικά και νομικά προνόμια που απορρέουν από τη συνταγματική κατοχύρωση της «ορθοδοξίας» ως επικρατούσας θρησκείας, τίποτε εν τούτοις δεν μπορεί να αναστρέψει την πνευματική της χρεωκοπία. Το φρούτο έχει σκουληκιάσει για τα καλά, η δυσωδία είναι ασφυκτική. Και οι νέοι άνθρωποι –είναι τυχαίο;– αναζητούν πλέον απαντήσεις στα υπαρξιακά τους ερωτήματα οπουδήποτε αλλού, εκτός από τους κόλπους της. Μην νομίζετε ότι η Εκκλησία δεν το βλέπει. Το βλέπει και το καταλαβαίνει μια χαρά. Καταλαβαίνει ότι τα ψωμιά της είναι λίγα, ότι ο χωρισμός της από το Κράτος θα πραγματοποιηθεί αργά ή γρήγορα. Καταλαβαίνει ότι ο αθρόος εκκλησιασμός που σημειώνεται κατά τις εορταστικές περιόδους είναι καθαρά εθιμοτυπικός, και δεν επαρκεί στο ελάχιστο για να νομιμοποιήσει την ύπαρξή της. Πάνω απ’ όλα, όμως, καταλαβαίνει ότι οι νέες ολιγαρχίες και τεχνολογίες που κυβερνούν ήδη τον κόσμο, κάθε άλλο παρά έχουν την ανάγκη της.
Γι’ αυτό σκληραίνει τη στάση της. Γι’ αυτό γαβγίζει σαν φοβικό σκυλί. Γιατί ξέρει ότι ακόμα κι αν αντιταχθούν οι «καλοί» της επίσκοποι στους «κακούς», και το «ανεκτικό» της προφίλ στο μισαλλόδοξο, ακόμα κι αν ο αρχιεπίσκοπος «εξηγήσει» περαιτέρω τις θέσεις του (λες και αυτές δεν ήταν εξαρχής σαφείς), και πάλι το παιχνίδι για την Εκκλησία είναι χαμένο. Δεν αποτελεί σύμπτωση ότι η σύγχρονη πολιτισμική θεωρία και κοινωνιολογία της θρησκείας συγκλίνουν εντυπωσιακά προς μια κατανόηση του 21ου αιώνα ως θεμελιωδώς μεταχριστιανικού –μεταχριστιανικού, όσον αφορά τουλάχιστον στις παλαιο-θεσμικές, κάθετες και συγκεντρωτικές εκδοχές του χριστιανισμού. Ούτε είναι τυχαίο ότι τα ίδια αυτά θεωρητικά πεδία αναγνωρίζουν τρεις και μόνο δυνατότητες στον παλαιο-θεσμικό χριστιανισμό: ή να μαραζώσει και να πεθάνει, παφλάζοντας μέσα στη φονταμενταλιστική του αρτηριοσκλήρωση· ή να υπερκερασθεί από κάποια καινούργια μορφή ηγεμονικής θρησκευτικότητας, την οποία θα γεννήσει κάποια στιγμή η Ιστορία· ή να προβεί σε κάποιον δομικό μετασχηματισμό κοινοποίησης και ευαγγελισμού του περιεχομένου του, ο οποίος θα κυριαρχείται από στοιχεία ενθουσιαστικά, θεραπευτικά και φιλελεύθερα. Να ακολουθήσει δηλαδή εξίσου ο χριστιανισμός αυτός, την πεπατημένη των πεντηκοστιανών εκκλησιών.
Και στις τρεις περιπτώσεις, το φονικό είναι αναπότρεπτο. Και η Ελλαδική Ορθόδοξη Εκκλησία αποδεικνύεται κυριευμένη προ πολλού από την «ασέλγεια της αυτοκαταστροφής».