Κάπως έτσι, πλάκα πλάκα, η μεταβατική, προσωρινή, ειδικού χαρακτήρα και επικίνδυνων αποστολών κυβέρνηση έχει ροκανίσει ήδη πέντε μήνες και πάει για έκτο. Και με την ασφάλεια που προσφέρει η απουσία του «οργισμένου πλήθους» έξω από τα παράθυρα της πρωθυπουργικής Βαστίλης, ο πρωθυπουργός Λ. Παπαδήμος μπορεί να ερμηνεύει κατά βούληση τη θέληση της «σιωπηρής πλειοψηφίας».
Η πρόσφατη συνέντευξή του στους Financial Times αποτέλεσε ένα ενδιαφέρον υπόδειγμα ρητορικής ακροβασίας που εκφράζει την αγωνία της εγχώριας πολιτικής και οικονομικής ελίτ, αλλά και των πιστωτών, να ανασυνθέσουν την πολιτική και κοινωνική συναίνεση που έχει θρυμματιστεί ελέω μνημονίων, έπειτα από δεκαετίες σχετικής σταθερότητας ως προς το status quo της χώρας.
Περί του ευρώ
Γι’ αυτό και ο κ. Λ. Παπαδήμος προέταξε στη συνέντευξή του αυτή την «αυθεντική ερμηνεία» της βούλησης της κοινωνικής πλειοψηφίας. «Η μεγάλη, σιωπηλή πλειοψηφία των Ελλήνων -και δεν είναι ο κόσμος που διαδηλώνει στους δρόμους- είναι αποφασισμένη να κάνει ό,τι χρειάζεται για να παραμείνει η χώρα στην Ευρωζώνη… Έχω δει ποσοστά που κυμαίνονται μεταξύ 70% και 80%. Αυτή είναι η θέληση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και τα κόμματα θα πρέπει να το λάβουν σοβαρά υπόψη», είπε ο πρωθυπουργός.
Το πιο εύλογο σχόλιο γι’ αυτή τη δήλωση προήλθε από το ΚΚΕ: «Αφού είναι τόσο βέβαιοι για τη θέληση της πλειοψηφίας, τότε γιατί την τρομοκρατούν και την εκβιάζουν;», ήταν το ρητορικό ερώτημα που έθεσε το Γραφείο Τύπου του ΚΚΕ. Και, πράγματι, αποτελεί κραυγαλέα λαθροχειρία η δημοσκοπική εκμαίευση ενός «ναι ή όχι» στο ευρώ, όταν η απάντηση περνά από το πορτοφόλι και την περιουσιακή κατάσταση κάθε νοικοκυριού, που σήμερα μετρά την επιβίωσή του σε ευρώ, όχι από κάποιον φετιχισμό προς το κοινό νόμισμα, αλλά γιατί είναι το μόνο μέτρο που διαθέτει. Και ισχύει απολύτως η θέση ότι «χρεοκοπία με ευρώ ή δραχμή είναι το ίδιο», αλλά προς το παρόν είναι το ευρώ που ο μέσος μισθωτός αναγκάζεται να διαιρεί αενάως στα δύο, στα τέσσερα, στα οκτώ και σε όσα μέρη χρειαστεί για να διαχειριστεί την καθημερινότητα της χρεοκοπίας. Το «ναι» στο ευρώ, σε όποιο ποσοστό κι αν μετράται, ενσωματώνει ακριβώς τον ρεαλιστικό φόβο για τις συνέπειες μιας άτακτης χρεοκοπίας και φυγής από το κοινό νόμισμα. Δεν αποτελεί μια εν λευκώ έγκριση των σχέσεων κυριαρχίας, ηγεμονίας και, εσχάτως, νέο-αποικιοκρατίας που αυτό ενσωματώνει εις βάρος των αδύναμων κρίκων της Ευρωζώνης, και, κυρίως, των υποτελών τάξεων σε όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Επτά γενιές Ελλήνων, από την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, έζησαν με τη δραχμή. Μ’ αυτήν πέρασαν και τις δύο επίσημες χρεοκοπίες του κράτους. Μέχρι το 2002 ουδείς διανοήθηκε να θέσει σε έγκριση ποιο νόμισμα προτιμά η «σιωπηρή πλειοψηφία». Κι όταν μεθοδεύτηκε η ένταξη στην ΟΝΕ, τα σχετικά αιτήματα πνίγηκαν στη σιωπή. Η «σιωπηρή πλειοψηφία» αποδέχθηκε -με δυσθυμία και καχυποψία αυξανόμενη στις παραμονές και στα πρώτα χρόνια ένταξης- το νέο κοινό νόμισμα περίπου ως φυσική εξέλιξη, ανυποψίαστη για το πόσο βάναυσα μπορεί αυτό να «συμπεριφερθεί» εις βάρος κοινωνιών και οικονομιών χωρίς μια στοιχειώδη παραγωγική αυτοτέλεια. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά: μέσα σε λίγα χρόνια, η Ελλάδα και αρκετές ακόμη χώρες της Ευρωζώνης, μετατράπηκαν σε αγωγούς μεταφοράς εμπορικών πλεονασμάτων προς τις κεντρικές χώρες της ΟΝΕ. Θα ήταν ενδιαφέρον να απαντήσει ο κ. Παπαδήμος αν αυτό τελεί υπό την έγκριση της «σιωπηράς πλειοψηφίας». Κι ακόμη, αν στα μνημόνια περιλαμβάνεται έστω και ένα μέτρο που μπορεί να το αντιστρέψει, πέρα από τη μετατροπή των μισθωτών σε «φθηνό κρέας» για επίδοξους επενδυτές. Κι αυτό χωρίς εγγύηση αποτελέσματος.
Το επόμενο κούρεμα
Το χειρότερο είναι πως, στην ίδια συνέντευξη στους Financial Times, το τρομοκρατικό δίλημμα «ευρώ ή χάος» που διατυπώνει ο κ. Λ. Παπαδήμος δεν συνοδεύεται από την παραμικρή εγγύηση ότι όσα υπομένει καρτερικά -κατά τον ίδιο- η «σιωπηρά πλειοψηφία» αποτρέπουν πράγματι το «χάος». «Θα κάνουμε ό,τι είναι αναγκαίο για να διασφαλίσουμε ότι αυτή ήταν η τελευταία αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους», λέει ο πρωθυπουργός. Άρα, το PSI ίσως το διαδεχθεί ένα PSI 2, αλλά με τι τίμημα αυτή τη φορά; Και πόσο αποτρεπτικό μιας πλήρους χρεοκοπίας μπορεί να είναι ένα νέο «κούρεμα» με το δεδομένο ότι η χώρα έχει πλέον απέναντί κράτη ως κατόχους του χρέους της, σε ποσοστό 80%;
Ούτε το ενδεχόμενο να χρειαστεί νέο πρόγραμμα αποκλείει ο κ. Παπαδήμος: «έχει ξεκάθαρα δηλωθεί ότι οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης θα συνεχίσουν να παράσχουν επαρκή στήριξη και πέρα από τη διάρκεια του προγράμματος, μέχρις ότου η Ελλάδα ανακτήσει πρόσβαση στις αγορές, με προϋπόθεση βεβαίως ότι η χώρα εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της», τονίζει σε άλλο σημείο της συνέντευξης. Μήπως, τουλάχιστον, υπάρχει κάποια εγγύηση ότι η πιστωτική εξάρτηση από κράτη – εταίρους, που μετατρέπουν αναγκαστικά τη χώρα σε προτεκτοράτο, έχει ορατή ημερομηνία λήξης, με επιστροφή στις πιστωτικές αγορές; «Δεν μπορώ να προβλέψω με ακρίβεια. Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς από τώρα ποιες θα είναι οι εκτιμήσεις των αγορών σε τρία χρόνια. Είμαι αισιόδοξος ότι μετά από όσα έχουμε κάνει βρισκόμαστε σε πιο στέρεο έδαφος από ό,τι πριν από μερικούς μήνες», λέει ο πρωθυπουργός.
Μήπως, πάλι, υπάρχει κάποιου είδους σχέδιο για να ξεφύγει η χώρα από το άγριο σπιράλ λιτότητας – ύφεσης – δημοσιονομικών ελλειμμάτων, να επιστρέψει σε ανάπτυξη; «Είμαι πεπεισμένος ότι έχουμε διανύσει περισσότερο από το μισό δρόμο για την οικονομική ανάκαμψη, αν και η διαδικασία για τη δημοσιονομική σταθεροποίηση θα διαρκέσει περισσότερο… Θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης θα πρέπει να επιτευχθούν σε λιγότερο από δύο χρόνια», λέει ο πρωθυπουργός. Και πώς θα συντελεστεί αυτό το θαύμα; Απλά πράγματα: «Εάν ανακτηθεί η εμπιστοσύνη, τότε μπορούμε να προχωρήσουμε στον ενάρετο κύκλο». Η εμπιστοσύνη ποιών και σε τι; Των αγορών, φυσικά, στην εφαρμογή των «μεταρρυθμίσεων» και στις θετικές προοπτικές του «εξωτερικού περιβάλλοντος», δηλαδή των οικονομιών της Ευρωζώνης. Η οποία, ωστόσο, διολισθαίνει και πάλι στην ύφεση και, άρα, περιορίζει πάλι τα όποια «πλεονεκτήματα ανταγωνιστικότητας» κέρδισε η Ελλάδα εντός της ευρωπαϊκής αγοράς, με τον ταξικό άθλο εις βάρος της μισθωτής εργασίας. Ακόμη και για τον πιο φανατικό οπαδό της οικονομίας της αγοράς, η παρακολούθηση της «θετικής οικονομικής σκέψης» και των συλλογισμών του τεχνοκράτη πρωθυπουργού θυμίζει το γρίφο για το αβγό του Κολόμβου: Η εμπιστοσύνη των αγορών είναι προϋπόθεση επιστροφής στην ανάπτυξη, αλλά χωρίς ανάπτυξη (έστω, ανάπτυξη των άλλων εταίρων) είναι αδύνατη η εμπιστοσύνη…
Περί δημοκρατίας
Άκρως ενδιαφέρουσες είναι οι πρωθυπουργικές αναφορές του πρωθυπουργού- αυθεντικού ερμηνευτή της σιωπηρής πλειοψηφίας- και στα ζητήματα δημοκρατίας και εθνικής κυριαρχίας.
«Οι μεταρρυθμίσεις θα συνεχιστούν με οποιαδήποτε κυβέρνηση. Αυτή είναι η βούληση της πλειονότητας των Ελλήνων και θα ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη από τα πολιτικά κόμματα». Κι αν δεν; Δηλαδή, αν η κοινή γνώμη πάρει τοις μετρητοίς όσα λέγονται από τους μνηστήρες της ψήφου της, τις υποσχέσεις αναδιαπραγμάτευσης και αντιμνημονιακής αντίστασης; «Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ενδεχομένως να ακούσετε κάποιες διαφοροποιήσεις, όμως πιστεύω ότι υπάρχει κατανόηση πως ο μόνος δρόμος μπροστά είναι η επιδίωξη της πολιτικής που ορίζεται στο πρόγραμμα», καθησυχάζει ο κ. Λ. Παπαδήμος. Τότε, γιατί γίνονται οι εκλογές και η προεκλογική εκστρατεία; Έλα μου, ντε;
Όσο για την εθνική κυριαρχία, οι σχετικές αναφορές αντιστοιχούν σε δελφικούς χρησμούς: «Η συμμετοχή στη νομισματική ένωση απαιτεί κάποια απώλεια εθνικής κυριαρχίας στην οικονομική πολιτική», αλλά «θα πρέπει να γίνεται ο διαχωρισμός ανάμεσα στην απώλεια πολιτικής εθνικής κυριαρχίας και στη μείωση του βαθμού της κυριαρχίας στην οικονομική πολιτική… Οι πολιτικές που εφαρμόζονται δεν συνεπάγονται ουσιώδη απώλεια πολιτικής ή δημοκρατικής κυριαρχίας. Κάτι τέτοιο θα ήταν απαράδεκτο και ανάρμοστο…» Ποιος είναι, όμως, ο διαχωρισμός; Από πότε το κρατικό θησαυροφυλάκιο και η κρατική περιουσία που μπαίνει στην προκρούστια κλίνη της ιδιωτικοποίησης και των εγγυήσεων εξαιρείται της ελληνικής επικράτειας; Και γιατί η διαχείριση του δημόσιου πλούτου, του ατομικού πλούτου των φορολογούμενων πολιτών, αλλά ακόμη και το δικαίωμα αυτοδιάθεσης (το παμπάλαιο habeas corpus, στα δεδομένα της αγοράς εργασίας) που υποτάσσεται στους κανόνες διατίμησης της εργασίας μέσω της νέας εργατικής νομοθεσίας εξαιρούνται της δημοκρατικής κυριαρχίας;
Ανορθολογισμός
Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί να σχολιάσει και να αποκρυπτογραφήσει κανείς στον καθημερινό επίσημο μνημονιακό λόγο, ιδιαίτερα όταν εκφέρεται από έναν «τεχνοκράτη πρωθυπουργό». Και το ενδιαφέρον τους συνίσταται, μεταξύ άλλων, στο εξής: η ιντελιγκέντσια του μνημονιακού μονόδρομου διεκδικεί για τον εαυτό της τον ρόλο του αποκλειστικού κληρονόμου των καλύτερων παραδόσεων του διαφωτισμού, του ορθολογισμού και της δημοκρατίας που υποτίθεται πως συμπυκνώνονται στον ευρωπαϊσμό. Στην πράξη, και στην αγωνία της να υπερασπιστεί τις πιο βίαιες και ταξικές πολιτικές της μεταπολεμικής περιόδου, κατρακυλάει σε ένα μίγμα ανορθολογισμού, ιδεολογικού δογματισμού και αυταρχισμού. Και διανοητικού και πολιτικού. Μιλώντας εξ ονόματος της «σιωπηράς πλειοψηφίας» της απαιτούν και της επιβάλλουν ακριβώς αυτό: σιωπή!