Ενας σπουδαίος πανεπιστημιακός δάσκαλος και λαμπρός γλωσσολόγος, ο Ευάγγελος Πετρούνιας πέθανε την περασμένη Πέμπτη σε ηλικία 81 ετών, μετά από μακρά και επώδυνη ασθένεια. Ο Ευάγγελος Πετρούνιας σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, κλασική φιλολογία και γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο της Tubingen, γλωσσολογία και γλωσσοδιδαχτική στα Πανεπιστήμια της Lille, του Los Angeles, και του Saltzburg. Δίδαξε αρχαία, βυζαντινή, και νεοελληνική γλώσσα, φιλολογία, γλωσσολογία, και γλωσσοδιδαχτική στα Πανεπιστήμια της Tubingen, του Los Angeles, και της Θεσσαλονίκης, ενώ είχε διατελέσει τακτικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών (“Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη”) του ΑΠΘ, ενώ, μεταξύ άλλων, είχε συντάξει τις ετυμολογίες του Λεξικού της Κοινής Νεοελληνικής του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη (Θεσσαλονίκη 1998).
Σε ψήφισμα των πρυτανικών αρχών του ΑΠΘ αναφέρεται ότι ο εκλιπών τίμησε με το πολύτιμο ερευνητικό, εκπαιδευτικό και διοικητικό του έργο το πανεπιστήμιο και εκφράζονται τα συλλυπητήρια στους οικείους του.
“Ο εκλιπών ήταν ένας σπουδαίος πανεπιστημιακός δάσκαλος και λαμπρός γλωσσολόγος, με βαθιά γνώση της ελληνικής γλώσσας και της ιστορίας της. Ήταν ακόμη μαχητικός δημοτικιστής, συνεχιστής του πνεύματος του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, από τον οποίο εμπνεύστηκε σε όλη τη διάρκεια του επιστημονικού του βίου”, αναφέρεται, μεταξύ άλλων, σε ψήφισμα που εξέδωσε το Ινστιτούτο.
Αντίστοιχα, το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας σε ανακοίνωσή του επισημαίνει ότι “ο κόσμος των ελληνικών γραμμάτων αισθάνεται ως μεγάλη απώλεια την εκδημία του Ευάγγελου Πετρούνια”, υπογραμμίζει ότι “με τις ειδικές του γνώσεις εμπλούτισε την έντυπη και την ηλεκτρονική περιουσία του ΚΕΓ, συνεισφέροντας κείμενα που χαρακτηρίζονται από την προσήλωση στην επιστημονική αλήθεια και το έμπεδο δημοτικιστικό πάθος”.
Δείγμα γραφής
Στη συνέχεια δημοσιεύουμε κάποια μικρά αποσπάσματα από την εργασία του Ευάγγελου Πετρούνια, «Νεοκαθαρεύουσα και εξαγγλισμός της ελληνικής», στο Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα 27, 348-360, Θεσσαλονίκη 2007.
«Όπως συχνά συμβαίνει, τόσο οι γραμματικοί όσο και οι λεξιλογικοί δανεισμοί αρχικά παράγουν γλωσσικά λάθη, που στη συνέχεια επικρατούν […].
Επίσης η άποψη οτι τα δάνεια ξεκινούν απο τη γλωσσική χρήση δίγλωσσων ομιλητών δέν ισχύει οπωσδήποτε στο θέμα που εξετάζεται εδώ. ‘Καθωσπρέπει’ εφημερίδα δημοσίευσε (αρχές 2006) επιστολή αναγνώστη, που ζητούσε η λέξη πυροσβέστης ν’ αντικατασταθεί απο τη λέξη πυρομαχητής, “γιατι έτσι είναι στα αγγλικά”. Όμως στ’ αγγλικά η λέξη fire fighter είναι μάλλον παλιά και όχι συνηθισμένη. Συνήθως λένε fireman. Πραγματικός δίγλωσσος θα το ήξερε αυτό. Παρόμοια δέν μπορεί να είναι δίγλωσσος στα ελληνικά και στα ιταλικά ο παρουσιαστής που επιμένει να προφέρει: δυο [divertimendi]. Άλλωστε, και σχετικά με την παλιά καθαρεύουσα, δέν μπορούμε να δεχτούμε πως υπήρχαν τόσοι πολλοί δίγλωσσοι σε ελληνικά και γαλλικά, και μάλιστα δημόσιοι υπάλληλοι, κατα το δεύτερο μισό του 19ου αι.
Όπως είναι γενικά γνωστό, οι περισσότεροι γραμματικοί δανεισμοί ξεκινούν απο συγγενικές εκφράσεις, προσθέτονται στο γλωσσικό ευρετήριο, και άν επικρατήσουν, μπορεί τελικά ν’ αντικαταστήσουν τις παλιότερες. Ένα παράδειγμα εισαγωγής νέας γραμματικής δομής: Το ρήμα παρακαλώ, που παλιότερα δέ διέθετε εξακολουθητικό (μή συνοπτικό) θέμα στη μέση φωνή, εκτός απο το σπάνιο αρχαίο παρακαλουμενος, απέκτησε απο επίδραση των γαλλικών και μή συνοπτικό (“ενεστωτικό”) θέμα στη μέση, όπως στην παλιότερη καθαρεύουσα: παρακαλείσθε όπως, και σήμερα στη νεοδημοτική: παρακαλείται ο κ. X να προσέλθει στον έλεγχο αποσκευών.
[…]
Μιά γλώσσα υποχωρεί, όταν χώροι “υψηλής χρήσης”, όπως πανεπιστημιακή διδασκαλία, ή συγγραφή διδακτορικών διατριβών, παραχωρούνται σε άλλη πιο “ισχυρή” γλώσσα, κάτι που συμβαίνει με την ελληνική. (Για παράδειγμα, Χριστίδης 2004, 217.) Βέβαια, υποχωρεί μια γλώσσα και με την εξαφάνιση των ομιλητών-της: ινδιάνικα στην Αμερική, ελληνικά στη Μικρά Ασία. Άλλος σημαντικός παράγοντας υποχώρησης είναι η ισχυρή ξένη επίδραση στο σύστημα και στη μορφή της γλώσσας, όπως αυτή που παρουσιάστηκε εδώ.
Ένας χαρακτηρισμός οποιασδήποτε καθαρεύουσας μπορεί να είναι ο ακόλουθος: Καθαρεύουσα είναι η συστηματική αλλαγή των γλωσσικών κανόνων και του λεξιλογίου με βάση πραγματικά ή υποθετικά ξένα πρότυπα για δήλωση γλωσσικής και κοινωνικής ανωτερότητας. Αυτό ισχύει τόσο για την παραδοσιακή καθαρεύουσα όσο και για τη σημερινή νεοκαθαρεύουσα· όπως άλλωστε και σε αντίστοιχες περιπτώσεις διγλωσσίας σε άλλες χώρες και άλλες εποχές.
Παλιότερα, η καθαρεύουσα και το ιδίωμα των μορφωμένων επικαλύπτονταν σε μεγάλο βαθμό. H παραδοσιακή καθαρεύουσα στηριζόταν ενμέρει στα γαλλικά. Όμως η γλώσσα αυτή ήτανε γνωστή σε λίγους, ενώ η καθαρεύουσα και το ιδίωμα των μορφωμένων επίσης περιορίζονταν σε μικρό αριθμό ομιλητών, έτσι ώστε η ευρύτερη γλώσσα, παρόλο που φυσικά εξελισσόταν, παρέμενε αυτόνομη και δέν πλησίαζε πολύ προς τα γαλλικά.
Σήμερα η νεοκαθαρεύουσα μιμείται πραγματικά ή υποθετικά πρότυπα της αγγλικής, επηρεάζοντας και το λόγιο ιδίωμα. Τούτο, λόγω της διάδοσης της παιδείας, γίνεται ευρύτερα γνωστό, ενώ και γενικότερα η πλειονότητα των νέων μαθαίνει αγγλικά, έτσι ώστε η εξέλιξη αυτή ενισχύεται και απο μή λόγιο δανεισμό. Το αποτέλεσμα είναι οτι ολόκληρη η νέα ελληνική εξαγγλίζεται».