Ο Νετανιάχου ήταν πρωθυπουργός του Ισραήλ από το 2009. Δηλαδή επί 12 συναπτά έτη, συν άλλα 3 το 1996-99. Ούτε μία από τις «θρυλικές» μορφές αυτού του κράτους (από τον Μπεν-Γκουριόν και την Μέιρ ως τον Ράμπιν και τον Πέρες) δεν προσεγγίζει τέτοιο ρεκόρ. Αυτό ίσως εξηγεί την ετερόκλητη πανστρατιά που δημιουργήθηκε για να ξεφορτωθεί τον «μοναχοφάη». Διότι ο Νετανιάχου, υπόδικος για σειρά υποθέσεων διαφθοράς και απάτης (όχι βέβαια για τα εγκλήματα που διέπραξε εναντίον των Παλαιστινίων…), σταδιακά έχτισε ένα ασφυκτικά ελεγχόμενο καθεστώς πολιτικής και οικονομικής «απαλλοτρίωσης» προς ίδιον όφελος – κρατώντας εκτός παιχνιδιού όσους δεν ευθυγραμμίζονταν μαζί του. Μέχρι τώρα, κάθε προσπάθεια εκδίωξής του έπεφτε σε τοίχο, χάρη και στη δυναμική στήριξη που είχε από τους εκάστοτε Αμερικανούς προέδρους. Επιπλέον, όποτε ένιωθε να κινδυνεύει, πάγωνε κάθε απόπειρα προκαλώντας έναν ακόμη «πόλεμο» –διάβαζε μακελειό– εναντίον των Παλαιστινίων.
Στο ενδιάμεσο βρίσκει κανείς τα υπόλοιπα… κοσμήματα: το «Μπλε και Λευκό» του απόστρατου Μπένι Γκαντζ, το «Ισραήλ το Σπίτι μας» των ρωσόφωνων σιωνιστών, την δεξιά «Νέα Ελπίδα» και τη σιωνιστική «κεντροαριστερά» (Εργατικοί και Μέρετζ). Όλοι μαζί συγκεντρώνουν μαζί μόλις 62 από τις 120 έδρες της Κνεσέτ: ήδη πολλοί φοβούνται μήπως ο Νετανιάχου (που γνωρίζει τα άπλυτα των πάντων) προλάβει να «πείσει» μερικούς βουλευτές να αλλάξουν γνώμη. Αν τελικά ο Λαπίντ σχηματίσει κυβέρνηση, θα είναι «ειδικού σκοπού» (οριστική απαλλαγή από τον Νετανιάχου, πιθανά και με φυλάκισή του) και βραχυχρόνια. Οι μόνοι που δεν περιμένουν τίποτα θετικό από οποιαδήποτε ισραηλινή κυβέρνηση είναι –εύλογα– οι Παλαιστίνιοι…