Με κλειστό διαγωνισμό ανέθεσαν σε ιδιώτες τις αλλαγές στα τεχνικά επαγγέλματα. Του Βασίλη Τσάκου.
Κατά το γνωστό ερώτημα «ποιος κυβερνά», ήρθε η ώρα να προστεθεί και το «ποιος νομοθετεί»; Ή, αν θέλετε, ας μην έχουμε πλέον καμία αυταπάτη για τον νέο τρόπο διακυβέρνησης της χώρας μας και το ρόλο που διαδραματίζουν οι άμισθοι και έμμισθοι σύμβουλοι που μας έχουν κατακλύσει.
Το υπουργείο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας ανέθεσε σε εξωτερικό σύμβουλο, με αμοιβή 130.000 ευρώ, την κατάθεση σχεδίου νόμου-πλαίσιο(!) για το νέο σύστημα αδειοδότησης των τεχνικών επαγγελμάτων που προωθεί, ως απόρροια των δεσμεύσεών του από το Μνημόνιο και τις ευρωπαϊκές οδηγίες 36/2005 και 123/2006 που, πρόσφατα, ενσωματώθηκαν στο δίκαιο της χώρας μας.
Η υπογραφή της σύμβασης, διά χειρός Λούκας Κατσέλη, έγινε στις 4 Αυγούστου, ενώ ο διαγωνισμός που ήταν κλειστός με προεπιλογή έξι εταιριών, διενεργήθηκε στις 21 Ιουλίου, για λογαριασμό της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας. Και, βέβαια, δεν αναρτήθηκε ποτέ στην ιστοσελίδα του υπουργείου. Φέρει, δε, τον τίτλο «Μελέτη και παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών νομικής και τεχνικής υποστήριξης για την καταγραφή, επεξεργασία, απλοποίηση και επιτάχυνση της διαδικασίας αδειοδότησης δραστηριοτήτων και επαγγελμάτων».
Σημειώνουμε ότι ο διαγωνισμός διενεργήθηκε με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες μας, εταιρίες του ίδιου αντικειμένου (δηλαδή, μελετών και παροχής υπηρεσιών) που δεν συμπεριλαμβάνονταν στη λίστα του υπουργείου, εξέφρασαν, μέσω εκπροσώπου του ΕΒΕΑ, τη διαμαρτυρία τους για τη διαδικασία που ακολουθήθηκε.
Και τις κανονιστικές πράξεις…
Την ώρα που η Ελλάδα αναστενάζει και εκατομμύρια συμπολίτες μας ζουν με την αβεβαιότητα του αύριο, φαίνεται ότι το υπουργείο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας μπορεί να διαθέτει 160.000 ευρώ (σ.σ.: το αρχικό ποσό που προέβλεπε ο διαγωνισμός – τα 130.000 ευρώ προέκυψαν μετά την έκπτωση κατά 20% του μειοδότη), προκειμένου εξωτερικοί σύμβουλοι να κάνουν αυτό που το ίδιο, μέσω των υπηρεσιών του, έχει υποχρέωση. Δηλαδή, να νομοθετεί. Κι επειδή δεν θέλουμε να παίζουμε με τις λέξεις: ο ανάδοχος προτείνει και η αποδοχή ή όχι των προτάσεών του είναι υπόθεση του υπουργείου. Μια προσεκτική ανάγνωση της σύμβασης του έργου όμως, και με δεδομένο ότι το υπουργείο θα πρέπει μέχρι το τέλος του έτους να έχει προχωρήσει στην εν λόγω διαρθρωτική μεταρρύθμιση, καταδεικνύει, εν πολλοίς, την «εξάρτησή» του από τις εκτιμήσεις, τις αξιολογήσεις και τα συμπεράσματα του αναδόχου.
Γι’ αυτό και του ζητά να προτείνει σχέδιο νόμου-πλαίσιο και όλες τις νομοθετικές ρυθμίσεις που απαιτούνται, υπό μορφή κανονιστικών πράξεων, για το νέο σύστημα αδειοδότησης των επαγγελματιών.
Πρωτοφανές ή όχι, ένας εξωτερικός σύμβουλος καλείται να εκτιμήσει τις ανάγκες της εθνικής οικονομίας σε προσφορά υπηρεσιών που αφορούν τεχνικά επαγγέλματα συναφή με τις αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας και ανάλογα να «νομοθετήσει», υπό τη μορφή σχεδίου νόμου, τον τρόπο με τον οποίο θα πιστοποιούνται/αδειοδοτούνται οι επαγγελματίες. Αφού, δε, αξιολογήσει τις υφιστάμενες εκπαιδευτικές υποδομές και τα αποδιδόμενα επαγγελματικά δικαιώματα, θα ορίσει ποια επαγγέλματα ακόμα πρέπει να κατοχυρωθούν νομοθετικά, όπως και τα επαγγελματικά προσόντα (συνδυασμός εκπαίδευσης, πρακτικής άσκησης και εμπειρίας) που απαιτούνται για την άσκηση της κάθε δραστηριότητας.
Σε σχέση με τα ήδη νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα (ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί, ψυκτικοί κ.λπ.), ο σύμβουλος θα λάβει υπ’ όψιν του τις εξελίξεις στο χώρο άσκησης των επαγγελμάτων αυτών και θα ρυθμίσει, μέσω του σχεδίου-νόμου, ειδικά θέματα και λεπτομέρειες.
Το όλο ζήτημα και η φιλοσοφία των μεταρρυθμίσεων που προωθούνται, όπως σχετικά έχουμε γράψει και σε προηγούμενο άρθρο της εφημερίδας, άπτεται με την εξάλειψη των νομοθετικών εμποδίων για την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων και υπηρεσιών μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την αμοιβαία αναγνώριση διπλωμάτων, πιστοποιητικών και προσόντων, καθώς και τη χορήγηση επαγγελματικής άδειας (προσωρινής ή μόνιμης) για την άσκηση του κάθε επαγγέλματος.
Σε κάθε περίπτωση, η διευκόλυνση της πρόσβασης στα διάφορα επαγγέλματα αποτελεί κύριο στόχο του υπουργείου, σε συνδυασμό και με τα όσα προβλέπονται από το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας για τη «Διά βίου Μάθηση» και την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων από τις βαθμίδες της μη τυπικής και άτυπης μάθησης.
Αξίζει, πάντως, να αναφέρουμε ότι μεταξύ των υποχρεώσεων του συμβούλου είναι και η μελέτη των συστημάτων επαγγελματικής εκπαίδευσης στις χώρες της Ιταλίας, της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, κάτι που εκτιμούμε ότι το υπουργείο θα το είχε πολύ εύκολα αν «ανέτρεχε» σε φορείς του Δημοσίου, για παράδειγμα στον ΟΕΕΚ (που πλέον καταργείται ως οργανισμός) το ΕΚΕΠΙΣ, στελέχη του οποίου, χρόνια τώρα, ασχολούνται και με αυτού του είδους τα ζητήματα.