Το μεγάλο μας τσίρκο
Στίχοι: Ιάκωβος Καμπανέλλης
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης, Τζένη Καρέζη
Μεγάλα νέα φέρνω από κει πάνω
περίμενε μια στάλα ν’ ανασάνω
και να σκεφτώ αν πρέπει να γελάσω,
να κλάψω, να φωνάξω, ή να σωπάσω.
Οι βασιλιάδες φύγανε και πάνε
και στο λιμάνι τώρα, κάτω στο γιαλό,
οι σύμμαχοι τους στέλνουν στο καλό.
Καθώς τα μαγειρέψαν και τα φτιάξαν
από ξαρχής το λάκκο τους εσκάψαν
κι από κοντά οι μεγάλοι μας προστάτες,
αγάλι-αγάλι εγίναν νεκροθάφτες
και ποιος πληρώνει πάλι τα σπασμένα
και πώς να ξαναρχίσω πάλι απ’ την αρχή
κι ας ήξερα τουλάχιστον γιατί.
Το ριζικό μου ακόμα τι μου γράφει
το μελετάνε τρεις μηχανορράφοι.
Θα μας το πουν γραφιάδες και παπάδες
με τούμπανα, παράτες και γιορτάδες.
Το σύνταγμα βαστούν χωροφυλάκοι
και στο παλάτι μέσα οι παλατιανοί
προσμένουν κάτι νέο να φανεί.
Στολίστηκαν οι ξένοι τραπεζίτες,
ξυρίστηκαν οι Έλληνες μεσίτες.
Εφτά ο τόκος πέντε το φτιασίδι,
σαράντα με το λάδι και το ξύδι
κι αυτός που πίστευε και καρτερούσε,
βουβός φαρμακωμένος στέκει και θωρεί
τη λευτεριά που βγαίνει στο σφυρί.
Λαέ μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι,
μην έχεις πια την πείνα για καμάρι.
Οι αγώνες πούχεις κάνει δεν φελάνε
το αίμα το χυμένο αν δεν ξοφλάνε.
Λαέ μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι,
η πείνα το καμάρι είναι του κιοτή,
του σκλάβου που του μέλλει να θαφτεί.
Οι στίχοι είναι απόσπασμα από τη θεατρική παράσταση «Το μεγάλο μας τσίρκο» που ανέβηκε 22 Ιουνίου του 1973, στη μαύρη περίοδο της χούντας και αποτέλεσε μια πράξη αντίστασης στο καθεστώς. Οδήγησε τους συντελεστές στα γραφεία της ασφάλειας και την Τ. Καρέζη και Κ. Καζάκο για ένα μήνα στη φυλακή (μέσα Οκτώβρη – μέσα Νοέμβρη).
Οι στίχοι αυτοί θα μπορούσαν να είχαν γραφτεί στην εποχή μας, αν αυτά που ζούμε σήμερα ήταν πρωτόγνωρα στον τόπο μας. Αρκεί να αλλάξουμε λίγες λέξεις, όπως μεγάλοι μας προστάτες σε Ε.Ε. & ΔΝΤ και παλατιανοί σε κυβέρνηση, αλλά οι εκάστοτε «μεγάλοι μας προστάτες» έχουν ανεβάσει πολλές φορές αυτό το έργο, αν και σήμερα το έχουν στήσει καλύτερα.
Ο λαός, λοιπόν, πρέπει για άλλη μια φορά να αγωνιστεί για την ελευθερία του. Στο παρελθόν ο λαός είχε στο πλευρό του τους ανθρώπους του πνεύματος και των τεχνών. Με ποιήματα, τραγούδια, θεατρικά έργα, συναυλίες τον ξυπνούσαν απ’ το λήθαργο και του έδιναν ελπίδα και κουράγιο. Σήμερα υπάρχει σιγή. Οι λίγες φωνές που ψιθυρίζουν κάτι, χάνονται στον αχό που βγαίνει από τα τηλεπαράθυρα των Μέσων Μαζικής Εξαπάτησης. Ας ελπίσουμε ότι σύντομα θα βγουν μπροστά και θα φουντώσουν τη φλόγα για δικαιοσύνη και ελευθερία, που καίει σε κάθε καρδιά, ξυπνώντας ταξικές συνειδήσεις.
Μ.Σ.