Βαθαίνει η εμπλοκή της χώρας στους πολεμικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ
Το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου σημειώθηκε έντονη κινητικότητα στις διμερείς σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ. Η ελληνική κυβέρνηση από εκεί που τον περασμένο Νοέμβρη αποθέωνε τον Μπαράκ Ομπάμα τώρα προσπαθεί απεγνωσμένα να κερδίσει την εύνοια του Ντόναλντ Τραμπ παραχωρώντας περισσότερες διευκολύνσεις στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και βαθαίνοντας ακόμα περισσότερο την εξάρτηση της χώρας και την εμπλοκή της στους επικίνδυνους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ.
Η αρχή έγινε με τις επαφές του υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά με τον Αμερικανό ομόλογο του, Ρ. Τίλερσον, καθώς και άλλων παραγόντων της αμερικανικής διοίκησης που σχετίζονται με τους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και της ασφάλειας. Σε όλες αυτές τις συναντήσεις ο Ν. Κοτζιάς, προσπαθώντας να ζητιανέψει κάποια ψιχία στήριξης, διαφήμισε σε όλους τους τόνους τον κομβικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η χώρα μας στην προώθηση των αμερικανικών σχεδιασμών στην Αν. Μεσόγειο, υπενθυμίζοντας παράλληλα πόσο πειθήνιος και σταθερός σύμμαχος υπήρξε η Ελλάδα για τις ΗΠΑ όλα αυτά τα χρόνια.
Τη σκυτάλη πήρε λίγες μέρες αργότερα ο Π. Καμμένος, ο οποίος κατά την επίσκεψή του στις ΗΠΑ πήγε τον παραδοσιακό ενδοτισμό της ελληνικής άρχουσας τάξης αρκετά βήματα παρακάτω. Στη συνάντηση με τον Αμερικανό υπουργό Άμυνας, Τ. Μάτις, συζητήθηκε το περαιτέρω βάθεμα της στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Σημαντικότερη αιχμή η επέκταση της βάσης της Σούδας και η επιχειρησιακή της αναβάθμιση μέσα από την ανανέωση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας όχι για ένα – όπως γινόταν έως τώρα – αλλά για πέντε ή και δέκα χρόνια.
Να σημειωθεί ότι ήδη το NATO έχει ξεκινήσει διαδικασίες για τη βελτίωση της προβλήτας Κ-14 στο Μαράθι, από τις λίγες σε ολόκληρη τη Μεσόγειο όπου μπορεί να «δέσει» αεροπλανοφόρο. Σε αντάλλαγμα ο Π. Καμμένος να ζήτησε την ένταξη της Ελλάδας σε προγράμματα στρατιωτικών συνεργασιών, αντίστοιχα με αυτά του Ισραήλ και της Αιγύπτου, ώστε να παρέχουν οι Αμερικανοί στη χώρα όχι μόνο βοηθητικό εξοπλισμό, αλλά και βαρέα όπλα, όπως πλοία και αεροπλάνα.
Το αυξημένο ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη βάση της Σούδας είναι απολύτως λογικό αν σκεφτεί κανείς τις εξελίξεις στις σχέσεις τους με την Τουρκία. Οι προσπάθειες Ερντογάν να χαράξει μια μεγαλοκρατική και επεκτατική πολιτική, αυτονομημένη από τις βουλές της Δύσης, οδηγεί τους Τούρκους πολλές φορές στο να αμφισβητούν τα συμφωνηθέντα με τους συμμάχους τους οδηγώντας ορισμένους Αμερικανούς αναλυτές να αποκαλούν την Τουρκία «την πιο επικίνδυνη σύμμαχο των ΗΠΑ».
Η απρόβλεπτη αυτή συμπεριφορά του Ερντογάν έχει στρέψει τις ΗΠΑ στην αναζήτηση πιο σταθερών ερεισμάτων στην περιοχή. Ενδεικτική αυτής της λογικής είναι και η φράση «εστιάζουμε σε αυτό που ελέγχουμε», που φέρεται να χρησιμοποίησε κατά τη συνάντησή του με τον Ν. Κοτζιά ο Χ. Μακμάστερ, σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Τραμπ. Οι βασικοί πυλώνες αυτής της τακτικής της νέας αμερικανικής ηγεσίας εδράζονται στην Αίγυπτο και το Ισραήλ. Από εκεί και πέρα όσο περισσότεροι τόσο καλύτερα. Πόσο, μάλλον, όταν προσφέρονται εθελοντικά.
Είναι σαφές, λοιπόν, πως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επιθυμεί για την Ελλάδα την αναβάθμισή των σχέσεων της με τις ΗΠΑ. Μόνο τυχαίες άλλωστε δεν μπορούν να θεωρηθούν οι συνεχείς αναφορές τόσο του Κοτζιά, όσο και του Καμμένου, κατά τις πρόσφατες επαφές τους με τους Αμερικανούς αξιωματούχους, στην άριστη συνεργασία της Ελλάδας με το Ισραήλ και την Αίγυπτο ούτε και οι πληροφορίες για τον ρόλο που έπαιξαν οι Ισραηλινοί ώστε να επισπευσθούν οι επαφές αυτές. Κι όλα αυτά, ευελπιστώντας σε κάποια ανταλλάγματα όπως είναι τα εξοπλιστικά ή σε κάποια μορφής προστασία απέναντι στις επεκτατικές βλέψεις της Τουρκίας.
Η εμπειρία όμως των τελευταίων δεκαετιών έχει αποδείξει πως σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, οι ΗΠΑ κρατούσαν ουδέτερη στάση με συστάσεις για διατήρηση της σταθερότητας στην περιοχή. Έτσι πρακτικά στηριζόταν η τουρκική επιθετικότητα. Με αυτή την έννοια η αναβάθμιση της ελληνοαμερικανικής συνεργασίας ενώ σε τίποτα δεν εξασφαλίζει τη χώρα από τις τουρκικές διεκδικήσεις την εμπλέκει όλο και πιο βαθιά στους αμερικανικούς γεωπολιτικούς – στρατιωτικούς σχεδιασμούς.
Μύρωνας Ξυδάκης