Της Μαρίας Πετρίτση
Δεν ξέρω τι γίνεται όταν κλείσει κάποιος τα μάτια του και πάψει να στέλνει αίμα στον εγκέφαλο η καρδιά του. Δεν ξέρω αν κλείνει ο διακόπτης και πέφτει σκοτάδι παντού ή αν κάτι αποχωρίζεται την ύλη του και συνεχίζει προς άλλες κατευθύνσεις. Η λήξη μιας ζωής είναι δυσάρεστη υπόθεση. Όχι μόνο εξαιτίας του μυστηρίου που καλύπτει το μετά αλλά και εξαιτίας της απώλειας που βαραίνει τις πλάτες και την ψυχή αυτών που μένουν πίσω. Είναι τρομακτικό να γνωρίζει κανείς πως δεν θα ξανασυναντηθεί ποτέ με τον οικείο του. Τρομακτικότερο, όμως, θα ήταν να μην ήταν προγραμματισμένος ο άνθρωπος με αυτή τη θαυμαστή λειτουργία που ονομάζεται μνήμη.
Στην περίπτωση που ο θάνατος αφορά ανθρώπους που δεν γνωρίσαμε ποτέ, συνήθως η αντίδραση είναι ψύχραιμη, και αυτό είναι λογικό. Λυπούμαστε αλλά δεν πονάμε για την απώλεια κάποιου με τον οποίο δεν συνδεθήκαμε συναισθηματικά. Η Φύση προίκισε τον άνθρωπο με λογική και συστήματα ψυχικής αυτοάμυνας. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως, οι φυσικοί νόμοι διαψεύδονται. Μπορεί να λυπηθεί κάποιος πραγματικά για το θάνατο ανθρώπων που δεν συνάντησε ποτέ του. Να νιώσει πόνο, οργή κι αγανάκτηση. Να δακρύσει.
Ο Georges Wolinski δεν ήταν σπουδαιότερος από τον Cabu, τον Tignous, τον Charb, τους φύλακες ή τους γραμματείς της εφημερίδας Charlie Hebdo που σκοτώθηκαν στις 7 Ιανουαρίου στο Παρίσι. Δεν ήταν περισσότερο ή λιγότερο σημαντικός από οποιονδήποτε επώνυμο ή ανώνυμο άνθρωπο που χάνει τη ζωή του σε συνθήκες βίας. Οι νεκροί της δολοφονίας του Παρισιού είναι το ίδιο θύματα με όλα τα θύματα της τρομοκρατίας σε ολόκληρο τον πλανήτη ανά τους αιώνες. Απλώς, η απώλεια ενός δημιουργού είναι και η συμβολική απώλεια του πολιτισμού, και αυτό κάνει ακόμα βαθύτερη την τραγωδία.
«Στις μέρες μου το σεξ ήταν ταμπού, γι’ αυτό και πουλούσε», λέει με το γνωστό, πηγαίο χιούμορ του σε μια συνέντευξή του σε γαλλικό τηλεοπτικό κανάλι. «Σήμερα το σεξ δεν είναι ταμπού, κι όμως πουλάει ακόμα. Θα πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί». Και γελάει…
Ο Wolinski ήταν, μεταξύ άλλων, ένας άνθρωπος του πνεύματος που συγκαταλέγονταν στους σημαντικότερους εν ζωή καλλιτεχνικούς δημιουργούς της μεταπολεμικής Γαλλίας, συνιδρυτής του περιοδικού Hara Kiri και βασικό στέλεχος της γαλλικής πολιτικής δημοσιογραφίας από το 1968. Στα κόμικς του παρακολουθεί κανείς μεταξύ άλλων τη διαδρομή και τις περιπέτειες των ιδεών στη Γαλλία, την πορεία της κατάρρευσης του κοινωνικού ιστού, την κλιμάκωση της πάλης των τάξεων, την εξέλιξη επιφανών προσωπικοτήτων της γαλλικής σκηνής και επικαιρότητας. Στην Ελλάδα έγινε γνωστός τη δεκαετία του ’80, κυρίως χάρη στα περιοδικά Βαβέλ και Παρά Πέντε, που παρέθεταν συχνότατα κοινωνικοσατιρικές γελοιογραφίες και κόμικς του.
Αυτά τα δύο περιοδικά -η Βαβέλ κάπως περισσότερο- ήταν το κατώφλι της γνωριμίας μου με την τέχνη του κόμικς. Μαζί με τρεις-τέσσερις άλλους δημιουργούς, ο Wolinski ήταν ο αγαπημένος μου Γάλλος σκιτσογράφος. Καυστικός, απολαυστικός, αστείρευτος, βαθιά συναισθηματικός, με λίγες μονοκοντυλιές ήξερε να περιγράφει με ακρίβεια μια ολόκληρη εποχή, έναν λαό, μια κοινωνία. Η έκφρασή του ήταν λιτή, τολμηρή και γενναία. Με δίδαξε την ομορφιά της αφαίρεσης και τη σημασία της καλλιτεχνικής οικονομίας. Γράφοντας κάποια πεζά κείμενα, πολλά χρόνια μετά, ο Wolinski ήταν εκεί για να μου υπενθυμίζει την αξία της απλότητας και την αρετή της λιτής εικόνας.
Κρατώντας, ανάμεσα σε πολύ κόσμο στη μέση μιας πλατείας, ενός λεπτού σιγή μετά τον άδικο χαμό του, αναρωτήθηκα: για ποιον κρατούν οι άνθρωποι ενός λεπτού σιγή σε τέτοιες περιστάσεις; Γιατί σκύβουν το κεφάλι και λυπούνται; Για κείνον που χάθηκε, για κείνον που κοιτάζει ή για αυτούς τους ίδιους, που μπροστά σε έναν οδυνηρό χαμό χρειάζονται για λίγο να μην ακούν ούτε την ίδια τη φωνή τους; Εξάλλου, για έναν άνθρωπο που σάρκασε το πεπρωμένο του είναι φυσικό όσοι τον αγάπησαν να ερμηνεύουν με όρους θυσίας όχι μόνο το έργο του, αλλά και την ίδια τη ζωή του.
* Η Μαρία Πετρίτση είναι συγγραφέας