Ας ξεκινήσουμε με απολυτότητα. Εκείνο που σήμερα κυρίως λείπει είναι να συλλάβει κανείς το πνεύμα της εποχής, να βρει πώς (κάπως) θα εναρμονιστεί με αυτή ή (πιο βαρύγδουπα) θα την εκφράσει. Γιατί, μπήκαμε σε μια νέα εποχή, από τη στιγμή που μια σειρά καταστάσεις που είχαν μέχρι χθες νόημα, έχουν σήμερα «σχολάσει».
Σχόλασε το «αντιμνημόνιο»: Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει σημασία σήμερα αν κάποιος εφαρμόζει τα μέτρα του, ούτε ότι έπαψε να αποτελεί πηγή δεινών η λάθος συνταγή που ακολουθείται κατά γράμμα. Όμως, πριν από έξι χρόνια είχε σημασία αν κανείς δήλωνε αντιμνημονιακός ή όχι. Και η κοινωνία σε μεγάλο βαθμό έσπευσε να «ακουμπήσει» σε μια πολιτική δύναμη που της δήλωσε ότι είναι αντιμνημονιακή και κάτι θα κάνει για αυτό. Σήμερα δεν έχει σημασία τι δηλώνει κανείς. Η κοινωνία στέκεται παγερά αδιάφορη σε ανάλογες δηλώσεις προθέσεων. Στέκεται αδιάφορη, διότι γνωρίζει πλέον την κατάληξη μιας πορείας που έδειξε ότι δεν αρκούν οι προθέσεις, ούτε ένας αρχηγός, ένα κόμμα, μια κυβέρνηση για να αλλάξουν τα πράγματα.
Ξεκίνησε, λοιπόν, ένας κύκλος με την επένδυση στο «ακηδεμόνευτο», αφού μόνο αφήνοντας έξω τα κόμματα και τον συνδικαλισμό μπόρεσε να εκφραστεί αυθεντικά ο λαϊκός παράγοντας, και συνεχίστηκε με τη στροφή στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Κλείνει σήμερα, έκλεισε το περασμένο καλοκαίρι, με την «διάψευση» αυτής της στροφής.
Σχόλασε η Αριστερά που γνωρίσαμε. Είχε σχολάσει κατά βάθος από καιρό. Ακόμα και η επένδυση στον ΣΥΡΙΖΑ ή τον Τσίπρα δεν σήμαινε κατά βάθος εμπιστοσύνη σε κάποια Αριστερά αλλά ελπίδα υπέρβασής της.
Δεν αγνοούσε τη σημασία και τα μεγέθη του παρελθόντος ο ποιητής όταν έλεγε: «Να πετάξουμε τον Πούσκιν, τον Ντοστογιέφσκι, τον Τολστόι και τους υπόλοιπους από το πλοίο του καιρού μας! Όποιος δεν θα ξεχάσει τον πρώτο του έρωτα, δεν θα γνωρίσει τον τελευταίο». Άσε που δεν έχουμε να ξεκόψουμε και με τίποτα Τολστόι. Μάλλον με μέτριες καταστάσεις και κακέκτυπες αντιγραφές, αν κοιτάξουμε λίγο πίσω μας.
Σε αυτούς, λοιπόν, που διαρκώς αγχώνονται «Ε, ας μην τα μηδενίζουμε και όλα», ας απαντήσουμε ότι πρέπει να τα μηδενίσουμε. Ξεκινώντας από τον εαυτό του ο καθένας, συλλογικότητα ή άτομο. Γιατί χρήσιμη συνέχεια υπάρχει αρκεί να την αναζητήσουμε πέρα από την κομματική παράδοση, εκεί όπου μπλέχτηκαν περισσότεροι από ό,τι συνήθως.
Λείπουν κυρίως, και πρέπει να υπάρξουν, συμβολές σε ένα νέο «ακηδεμόνευτο». Που δεν θα μοιάζει και πολύ με αυτό του 2011, που θα έχει αξιοποιήσει την πείρα των τελευταίων χρόνων. Λείπουν κυρίως, όχι νέα κόμματα και νέοι αρχηγοί αλλά νέα γλώσσα και ιδέες που θα ερμηνεύουν αυτά που ζούμε και θα ανιχνεύουν απαντήσεις με νόημα. Χρειάζεται περισσότερη ουσία και λιγότερες πόζες, περισσότερη σκέψη και λιγότερα κλισέ. Όποιοι τα θεωρούν αυτά «αν-ορθόδοξα» και μηδενιστικά, ας σκεφτούν ότι εκείνοι που έκαναν κάτι χρήσιμο -από τους προηγούμενους αιώνες μέχρι και τις μέρες μας- είχαν τολμήσει «στη βράση των πραγμάτων», να αρνηθούν τα όρια που τους έθετε η μέχρι τότε υπαρκτή θεωρία. Ό,τι ελπιδοφόρο γίνει και σήμερα θα αποτελεί σίγουρα κάποιας μορφής «παρέκκλιση». Καταδικασμένα να αποτύχουν είναι μόνο τα προβλεπόμενα, τακτοποιημένα και «πολιτικώς ορθά».
Ο Γιώργος Παπαϊωάννου είναι μέλος της Σ.Ε. του Δρόμου της Αριστεράς.