Βαρώνοι και «αντιβαρώνοι» παίζουν τα ρέστα τους την Κυριακή
του Βασίλη Ξυδιά
Υπό την απειλή της διάσπασης διεξάγονται οι εκλογές αρχηγού στη Νέα Δημοκρατία. Αυτό τουλάχιστον ομολογείται απ’ όλες τις πτέρυγες και με όλους τους τρόπους. Αν κερδίσει, λένε, ένας εκ των Μεϊμαράκη ή Μητσοτάκη, τότε η φιλοσαμαρική πτέρυγα θα αποχωρήσει, προκειμένου να συστήσει ένα αμιγές δεξιό κόμμα. Θα αφήσει στην απομένουσα Νέα Δημοκρατία την «αριστερά» και το «κέντρο» της ώς τώρα ενιαίας Κεντροδεξιάς, και θα διεκδικήσει την επανασυσπείρωση της παραδοσιακής λαϊκής Δεξιάς· τα απολωλότα της Χρυσής Αυγής, των ΑΝΕΛ, της αποχής κ.λπ.
Δεν είναι κακή ιδέα. Θα μπορούσε να είναι ένα καλό κόλπο για την επίτευξη του μέγιστου κοινού αθροίσματος του συντηρητικού πόλου, αν οι σχέσεις μεταξύ των αντιμαχομένων δεν ήσαν ειλικρινά τεταμένες. Θα περιμένουμε, λοιπόν, να δούμε.
Παρ’ όλη την ειλικρίνεια όμως και τη σφοδρότητά της, η ενδοκομματική σύγκρουση δεν αγγίζει το κρίσιμο ιδεολογικό πρόβλημα της σύγχρονης ελληνικής Δεξιάς στο καθεστώς της κρίσης και της καταστροφής της χώρας. Κανείς από τους τέσσερις δεν ξεπερνά τα όρια της συστημικής και αμήχανης Δεξιάς. Αφού κάνουν μια ρητορική στροφή γύρω από τον εαυτό τους, τελικά επανέρχονται όλοι στο ίδιο σημείο: το συστημικό αδιέξοδο.
Ο «Αντιτσίπρας»
Ο Σπύρος (αυτοαποκαλούμενος «Άδωνις») Γεωργιάδης αυτοπροβάλλεται ως ο «Αντιτσίπρας». Με σκληρή δεξιά ιδεολογία, δηλωμένος νεοφιλελεύθερος, με αιχμή την αντιαριστερή πολεμική. Έτοιμος να σηκώσει τα μανίκια και να αναμετρηθεί με οποιονδήποτε τον προκαλέσει (με την κρυφή βοήθεια και των εξωγήινων της Ομάδας Έψιλον). Η πολιτική σε εκδοχή καρτούν.
Ο «λαγός»;
Τον Απόστολο Τζιτζικώστα παραλίγο να τον πάρουμε στα σοβαρά. Ήταν ο μόνος από τους τέσσερις που πήγε να πει κάτι πιο γενικό και πιο βαθύ. Μίλησε για «εθνικό σχέδιο αναγέννησης της χώρας» και για βαθιά κομματική ανασυγκρότηση. Όταν, όμως, προκλήθηκε να εξηγήσει τι εννοεί, οι απαντήσεις που έδωσε έδειξαν τη ρηχότητα και την ανεπάρκειά του: συρραφή ιδεών από τις συνταγματικές προτάσεις του Αντ. Σαμαρά (σε ό,τι αφορά το πολιτικό σύστημα) και μια από τα δεξιά εκδοχή του παράλληλου προγράμματος του Τσίπρα (σε ό,τι αφορά το μνημόνιο). Περιφερειάρχης και πολύ του πάει. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο «λαγός» για κάτι άλλο που θα ακολουθήσει. (Και ίσως αυτό εξηγεί τη συμπαράσταση του Μάκη Βορίδη, που προφανώς επιφυλάσσεται για το μέλλον).
Πάνω από το κενό
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αγωνίζεται, λέει, για τη μεγάλη, ενιαία, κεντροδεξιά παράταξη. Όπου «κέντρο» ίσον ατομικά δικαιώματα τύπου «σύμφωνο συμβίωσης» κ.τ.ό., και «δεξιά» ίσον ακραίος νεοφιλελευθερισμός. Μ’ άλλα λόγια, «κέντρο» εδώ είναι ο πολιτικός φιλελευθερισμός, που ο Κυριάκος φιλοδοξεί να τον συνδυάσει με τον ακροδεξιό οικονομικό φιλελευθερισμό, τον θάνατο δηλαδή των κοινωνικών εκείνων ομάδων που θα μπορούσαν να αποτελούν τη βάση ενός πραγματικού κοινωνικού κέντρου. Ο Κυριάκος στέκεται στέρεα πάνω από το κενό.
Ο «λαϊκός»
Τέλος, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης κατανοεί την ανάγκη της στροφής προς τον λαό, προς μια «λαϊκή δεξιά», μη έχοντας όμως κανένα πραγματικό περιθώριο να υπηρετήσει μια τέτοια επιλογή σε επίπεδο προγράμματος. Προσπαθεί, λοιπόν, να την εκπροσωπήσει στο επίπεδο του ύφους και του ήθους, με το γνωστό του λαϊκότροπο στυλ. Κατά τα άλλα, το κύριο προσόν του είναι ότι παραμένει εκπρόσωπος του «κομματικού πατριωτισμού». Εν απουσία άλλων κριτηρίων, αυτά τα δύο πιθανότατα θα του επιτρέψουν να κερδίσει τους αντιπάλους του.
Το πρόβλημα της Ν.Δ.
Ούτε οι δύο συστημικοί βαρώνοι (Μεϊμαράκης και Μητσοτάκης), ούτε οι δύο δήθεν αντισυστημικοί αντιβαρώνοι (Άδωνις και Τζιτζικώστας) δεν ανταποκρίνονται στις ιστορικές περιστάσεις για το ξεπέρασμα -έστω για όφελος της δικής τους ιδεολογικοπολιτικής και κοινωνικής παράταξης- του αδιεξόδου στο οποίο βρίσκεται το πολιτικό σύστημα. Με την έννοια αυτή αγγίζουν τα ιστορικά όρια της παράταξης που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Αν ήθελαν, πράγματι, να αναμετρηθούν με το πρόβλημα θα όφειλαν να θέσουν καθαρά και να επιχειρήσουν να απαντήσουν -είτε προς τη μια είτε προς την άλλη κατεύθυνση- τη σχέση τους με το έθνος, με τα θεμέλια αυτού που οφείλει να είναι σε μια κοινωνία η συντηρητική παράταξη. Θα όφειλαν, μ’ άλλα λόγια, να αγγίξουν το ενδεχόμενο του ευρωσκεπτικισμού. Κανένας όμως από τους τέσσερις δεν αμφισβητεί τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, ούτε και τη βαριά πάνω απ’ την Ευρώπη γερμανική μπότα. Ούτε τολμά κανείς να θέσει το ζήτημα ανοιχτά σε συζήτηση. Αντ’ αυτού φαίνεται ότι το μόνο που τους απασχολεί είναι το αν θα στηρίξουν ή όχι τον Τσίπρα: η τακτική στη θέση της στρατηγικής.
Μ’ αυτό το δεδομένο ούτε η ενότητα, αλλά ούτε και η διάσπαση δεν πρόκειται να λύσουν το πρόβλημα της Ν.Δ. Ειδικά, δε, σε ό,τι αφορά τη διάσπαση, καμία από τις δύο πλευρές δεν θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί την απελευθέρωσή της από την άλλη για να προσεγγίσει το κομμάτι του πληθυσμού στο οποίο προσβλέπει. Αντιθέτως, η μείωση του ποσοστού και των δύο θα είναι η αιτία να χάσουν τη μόνη ζωογόνα ουσία που τους κρατά ζωντανούς: την ελπίδα της εξουσίας αυτής καθεαυτής. Ίσως αυτό να τους κάνει να ξανασκεφτούν τη διάσπαση πριν την επιχειρήσουν, προσφεύγοντας στη γνωστή και συνηθισμένη επιλογή της μετάθεσης στο μέλλον. Θα δούμε.