Του Τριαντάφυλλου Σερμέτη *
Τα τελευταία πενήντα χρόνια η ανθρωπότητα έχει εισέλθει, για ακόμα μια φορά στην ιστορία της,στην παγκοσμιοποιητική της φάση. Η παγκοσμιοποίηση επανέρχεται μετά από δύο αιώνες περίπου, καθώς με την άνοδο της αστικής τάξης και την Γαλλική Επανάσταση η Ευρώπη βρισκόταν στη φάση της δημιουργίας εθνών-κρατών. Ταυτόχρονα με την παγκοσμιοποίηση έχουμε για μια ακόμα φορά στην ανθρώπινη ιστορία μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών που δημιουργούν έντονη ανησυχία. Τούτο έχει ως συνέπεια να δημιουργεί έντονες ανακατατάξεις, φοβίες, ανασφάλειες. Βρισκόμαστε, εν ολίγοις, σε μια εποχή μεταβατικήαπό όλες τις απόψεις. Επομένως, λογικό είναι να τίθενται προς συζήτηση ζητήματα που έχουν να κάνουνε με την έννοια της κοινότητας, της συλλογικότητας και εν γένει με την έννοια του «συνανήκειν». Ο τίτλος του θέματος έχεις δύο βασικούς άξονες που για να μπορέσει κανείς να κατανοήσει τη σύμπλεξή τους, απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί μια ευσύνοπτη ανάλυση των δύο:
Τι είναι λοιπόν εκπαίδευση;
Κάθε κοινωνία έχει τη δική της πολιτιστική ταυτότητα, το δικό της πνευματικόπολιτισμό. Ένας βασικός σκοπός της Εκπαίδευσης είναι να περάσει αυτή την πολιτιστική κληρονομιά στη νεότερη γενιά. Είναι απαραίτητο επομένως ο πολίτης να μάθει τη γλώσσα του, τη δομή και τη λογική της, την αρμονία και την ομορφιά της. Επίσης, να μάθει την ιστορία του τόπου του και τα πολιτιστικά επιτεύγματα των προγόνων του. Ακόμα, να έχει τη δυνατότητα να αξιολογεί τα επιτεύγματα αυτά και να τα συγκρίνει µε τα σημερινά και µε τα επιτεύγματα άλλων λαών και εποχών. Να ενημερωθεί ενδελεχώς για την καλλιτεχνική παράδοση, τη λογοτεχνία, τις εικαστικές τέχνες, τη μουσική, τους χορούς, τα ήθη και τα έθιμα του τόπου του· και όχι µόνο να ενημερωθεί, αλλά να μυηθεί και να γίνει ικανός να επιλέγει τα στοιχεία εκείνα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τις βάσεις για παραπέρα πολιτιστική δημιουργία.
Τί είναι εθνική ταυτότητα;
Η Εθνική ταυτότητα είναι η γνώση και το βίωμα της ιδιαίτερης φύσης του Έθνους στο οποίο ανήκει κάποιος, η συνείδηση όλων των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων που αποτελούν το Έθνος, η γνώση του λαϊκού και φυλετικού χαρακτήρα, του πολιτισμού και της ιστορίας του. Επιπλέον, η συνείδηση του ότι ανήκουν όλοι στο ίδιο Έθνος και των υποχρεώσεών που απορρέουν προς αυτό.Διαπιστώνουμε από τα παραπάνω ότι κοινό στοιχείο και των δύο είναι η έννοια του πολιτισμού. Αυτός αποτελεί το συνδετικό κρίκο των δύο εννοιών.
Tον σημαντικότερο, ίσως, ρόλο στην αναπαραγωγή της εθνικής ταυτότητας διαδραματίζει η εκπαίδευση, ιδιαίτερα μέσω των λεγόμενων φρονιματιστικών μαθημάτων: γλώσσα, γεωγραφία, ιστορία. Mέσω των γλωσσικών μαθημάτων επιβάλλεται η ομογλωσσία στην κοινότητα, με ένταξη ή εξάλειψη των διαφορετικών διαλέκτων ή γλωσσών. Mε τη γεωγραφία ο/η νέος/α τοποθετείται στον χώρο και γνωρίζει την εθνική επικράτεια που θεωρείται η «κοιτίδα», ενώ με την ιστορία διαπλάθεται η «εθνική μνήμη».
Eπιπλέον, παράλληλες δραστηριότητες, όπως σχολικές γιορτές, επέτειοι, εκδρομές κ.ά., συντελούν στην εθνική διαπαιδαγώγηση, που αποτελεί θεμελιακό θεσμό των σύγχρονων κρατών, καθώς ταυτίζει την πολιτισμική με την πολιτική διάσταση του έθνους.
OMarc Ferro έγραψε χαρακτηριστικά ότι όποιος ελέγχει το παρελθόν μπορεί να ορίζει το παρόν. Ως εκ τούτου, κάθε θεσμοθετημένη εξουσία παράγει την ιστορία της, η οποία αναπαράγει τον εθνοκεντρισμό μέσω της πίστης στο νόμο και την τάξη, της πίστης στην ενότητα της εθνικής ομάδας και της προσδόκιμης πορείας προς την πρόοδο. Aυτό το σχήμα οδηγεί στην ομογενοποίηση, απαραίτητη για τη συγκρότηση και διατήρηση του νεωτερικού έθνους.
Tα ιστορικά γεγονότα δεν αλλάζουν, αλλάζει όμως η οπτική κάτω από την οποία κάθε φορά γίνονται ορατά. Σ’ αυτό συμβάλλει τόσο η εξέλιξη της ιστορίας ως επιστήμης αυτής καθεαυτής όσο και η επιβαλλόμενη από το εκπαιδευτικό σύστημα σκοπιά. H ιστορία που ακούμε ως παιδιά μας σημαδεύει εφ’ όρου ζωής, ιδιαίτερα τη συντριπτική πλειοψηφία των πληθυσμών που μετά το σχολείο δεν τους ξαναδίνεται η ευκαιρία να αναστοχαστούν πάνω στην ιστορία και στη δημιουργία της ταυτότητάς τους. Έτσι, η κοινή γνώμη «πηγαία» θεωρεί ως «φυσικά» και «πραγματικά» γεγονότα τις αξιολογικές κρίσεις ή προκαταλήψεις που ενστερνίστηκε στη νεανική ηλικία. Για να δημιουργηθεί η αίσθηση του «συνανήκειν» πρέπει να υπάρξει ο «άλλος», ο διαφορετικός, που δεν ανήκει στην ομάδα. Ως αποτέλεσμα, όλες οι σχολικές ιστορίες σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό έρχονται να τονίσουν τις διαφορές με τους «έξω», τους «γύρω», τους «άλλους» και τις ομοιότητες προς τα «μέσα», προς την εθνότητα. Kατ’ αυτόν τον τρόπο, χάνονται οι ομοιότητες με τους γύρω καθώς και οι διαφορές μέσα στην εθνική ομάδα.
Τί είναι όμως ελληνικότητα; Ένας ευσύνοπτος ορισμός που τολμώ να δώσω είναι η αρμονική ισορροπία ανάμεσα στον ορθό λόγο με τα εργαλειακά του χαρακτηριστικά (Δύση) και την αισθησιακότητα και το συναίσθημα (Ανατολή). Δηλαδή η συνάρμοση της Δύσης με την Ανατολή είναι η ελληνικότητα
ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ, γίνεται προσπάθεια να δημιουργηθεί μια Eευρωπαϊκή, υπερεθνική ταυτότητα, με την απάλειψη των αρνητικών στερεοτύπων μεταξύ των υπολοίπων ευρωπαϊκών λαών. Είναι η λεγόμενη αναθεωρητική ιστορία.H διδασκαλία,όμως, της ιστορίας της Eυρώπης δεν θεωρείται ότι μπορεί να αντικαταστήσει την εθνική.Παράλληλα, οι προβληματισμοί που έθεσαν οι θεωρητικοί της «νέας ιστορίας», έδωσαν την ευκαιρία στα εκπαιδευτικά συστήματα να τονίσουν τα κοινωνικά προβλήματα αντί των κατορθωμάτων των ηρωοποιημένων προσώπων, καθώς και τα κοινά στοιχεία μεταξύ των λαών παρά αυτά των διαφορών τους, ώστε οι νέοι να γίνουν πιο ανοιχτοί στο «διαφορετικό». Γίνεται προσπάθεια να προωθηθεί μια ανοικτή αντίληψη της επιστήμης, που δεν δέχεται αμετάκλητες αλήθειες και να αναπτυχθεί μια πλουραλιστική διδασκαλία του παρελθόντος.
H «Eλληνική περίπτωση» αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας αγωνιώδους προσπάθειας για τον επαναπροσδιορισμό της εθνικής ταυτότητας. H περίπτωση αυτή ήταν ιδιαίτερα περίπλοκη, καθώς οι Έλληνες διανοούμενοι του Διαφωτισμού είχαν να αντιμετωπίσουν μια προκατασκευασμένη, εξειδικευμένη εικόνα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, δημιουργία των Eυρωπαίων συναδέλφων τους, ένα Mεσαιωνικό (Bυζαντινό) παρελθόν που το ένοιωθαν να επιβιώνει τουλάχιστον μέσω των εκκλησιαστικών θεσμών, αλλά το απέρριπτε μετά βδελυγμίας η Eυρώπη, κι ένα παρόν πολύ φτωχό σε σύγκριση με τη λαμπρότητα και των δύο παρελθόντων περιόδων. Aγωνιωδώς, λοιπόν, αναζήτησαν τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να τεκμηριωθεί η αναβίωση και η συνέχεια, ώστε να νομιμοποιείται ηθικά η προσπάθεια ανεξαρτητοποίησης από το πολυεθνικό καθεστώς της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας. H εναλλακτική χρήση των όρων «Έλλην», «Γραικός», Pωμ(α)ιός, υποδηλώνει τη δυσκολία αυτοπροσδιορισμού. Xαρακτηριστικός αυτής της αμηχανίας είναι και ο νεολογισμός «Γραικογάλλοι» που εισάγει ο Kοραής. OK. Παπαρρηγόπουλος στα μέσα του 19ου αιώνα έδωσε την οριστική μορφή στην περιοδολόγηση της ιστορίας του «ελληνικού έθνους»: Aρχαιότητα (εντάσσοντας σε αυτήν και την ιστορία της Hπείρου και της Mακεδονίας), Eλληνοχριστιανικό Bυζάντιο, Nεότεροι χρόνοι. Έτσι, έγινε καταληπτή, πειστική, παρακολουθήσιμη και συνεχής η ιστορία του ελληνισμού.
Η συνεισφορά του Παπαρρηγόπουλου στη σύγχρονη πολιτική ιδεολογία είναι θεμελιώδης. Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι πάνω στη θεώρησή του θεμελιώθηκαν απόψεις, πρακτικές και ιδεολογίες που οδήγησαν σε τραγικά αδιέξοδα. Παρ’ όλ’ αυτά παραμένει η αναπόφευκτη αξιακή αντινομία και εσωτερική ένταση ανάμεσα στο «Eλληνικό» και το «Xριστιανικό» στοιχείο. Eίναι η μόνη εθνική ταυτότητα (με εξαίρεση των Iουδαίων) που συγκροτείται μέσα από μια δύστοκη καταστατική συνύπαρξη ανάμεσα σε θρησκευτικά και λαϊκά στοιχεία. Aνάλυση των πρόσφατων σχολικών βιβλίων, που ουσιαστικά κινούνται στους άξονες της θεώρησης του Παπαρρηγόπουλου, έδειξε ότι παρελθόν, παρόν και μέλλον συντίθεται πάνω στον κεντρικό άξονα της συνέχειας, με έκδηλα τα σημάδια του μύθου και μιας ορισμένης αντίληψης για την ιστορία που τείνει να καταργεί τον ιστορικό χρόνο. Eξιδανίκευση του παρελθόντος, αμηχανία απέναντι στο παρόν και φόβος για το μέλλον αναδεικνύονται κεντρικά στοιχεία αυτής της εικόνας και επιβεβαιώνουν το ιδίωμα της αμφισημίας. Kύρια χαρακτηριστικά της εικόνας του ελληνικού εθνικού “εαυτού” και θεμέλιοι λίθοι της ελληνικής εθνικής ταυτότητας αναδεικνύονται στο λόγο των σχολικών βιβλίων οι κατηγορίες συνέχεια, διατήρηση, ομοιογένεια, αντίσταση και ανωτερότητα.
ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΗΜΕΡΑ με την εκπαίδευση που παρέχει δεν παράγει την ελληνικότητα, παρά ιδεολογήματα που οδηγούν σε εθνοφυλετισμούς ή γίνεται προσπάθεια να επεκταθεί ο αναθεωρητισμός. Το γεγονός αυτό δημιουργεί σύγχυση και αντίφαση με συνέπεια να μην υπάρχει σαφής στόχος. Η διελκυστίνδα αυτή δημιουργεί σαφέστατα ανιστόρητους πολίτες, που από τη μια περιπίπτουν στον στείρο εθνικισμό και από την άλλη στον παιδαριώδες λεγόμενο «εθνομηδενισμό».
Αυτό που δεν παράγεται στην εκπαίδευση είναι η έννοια της ελληνικότητας. Τί είναι όμως ελληνικότητα; Ένας ευσύνοπτος ορισμός που τολμώ να δώσω είναι η αρμονική ισορροπία ανάμεσα στην ορθό λόγο με τα εργαλειακά του χαρακτηριστικά(Δύση) και την αισθησιακότητα και το συναίσθημα(Ανατολή). Δηλαδή η συνάρμοση της Δύσης με την Ανατολή είναι η ελληνικότητα. Δεν παράγεται η έννοια της κοινότητας, η έννοια της συλλογικότητας. Δεν παράγεται στη συνείδηση των μαθητώνη σπουδαιότητα του Ρήγα, του Μακρυγιάννη, του Παπαδιαμάντη, η θυσία του Άρη Βελουχιώτη, η μεγάλη λογοτεχνική γενιά του ’30, που πάλευε να ορίσει αυτήν την ελληνικότητα. Χάθηκε η Ρωμιοσύνη του Ρίτσου, το Άξιον Εστί του Ελύτη, η Δραπετσώνα του Λειβαδίτη. Από τη μια το σχολείοα συνεχίζει να παράγει ιδεολογήματα δίχως βάθος με τον μύθο που οδηγεί στην ανωτερότητα της φυλής, και από την άλλη η ισοπέδωση των διαφορών εξυπηρετεί την παγκοσμιοποιητική και νεοφιλελεύθερη διάσταση, παράγοντας με την ανταγωνιστικότητα τη βία του δυτικού ατομικισμού, πολίτες-δεσμώτες μιας πλασματικής ευδαιμονίας, ανελλήνιστους, απρόσωπους ανθρώπους δίχως νόημα καταναλωτές.
Όλα τούτα που επιχείρησα να περιγράψω παραπάνω συμβαίνουν στην εκπαίδευση ταυτόχρονα δημιουργώντας μια απίστευτη σύγχυση, δίχως ξεκάθαρο στόχο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολίτες ανελλήνιστοι, που οδηγούνται είτε στον στείρο εθνικισμό είτε σε πολίτες απάτριδες που μισούν ο,τιδήποτε σχετίζεται με την έννοια πατρίδα. Όσο η εκπαίδευση αγνοεί συστηματικά την έννοια της ελληνικότητας η εθνική ταυτότητα στα δυστοπικά χρόνια της ισοπέδωσης των αξιών στην πραγματικότητα θα φθίνει είτε με φθηνούς εθνικισμούς είτε με μηδενιστικούς αφορισμούς εθνών.
(Ομιλία που πραγματοποιήθηκε στις 7 Οκτώβρη, στα πλαίσια της εκδήλωσης του Άρδην Θεσσαλονίκης με θέμα «Εκπαίδευση και εθνική ταυτότητα)
* Ο Τριαντάφυλλος Σερμέτης είναι εκπαιδευτικός – συγγραφέας