Μια διδακτική ματιά στην απόπειρα της μεγαλύτερης αρπαγής γης από την εποχή του Κολόμβου… Της Γιούλης Ιεραπετριτάκη

Το 2009 η ινδική κυβέρνηση του κεντροαριστερού Κογκρέσου εξαπέλυσε την επιχείρηση «Πράσινο κυνήγι» με στόχο να πλήξει το απελευθερωτικό κίνημα των «Αντιβάσι» στην περιοχή του Κασμίρ και των βορειοανατολικών Ινδιών.
Αντιβάσι, στην τοπική διάλεκτο, σημαίνει αυτόχθονας κάτοικος και αναφέρεται στις δεκάδες φυλές των ιθαγενών που σήμερα βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα των πολυεθνικών εξορυκτικών βιομηχανιών. Αποτελούν το φτωχότερο, το πιο καταπιεσμένο και περιφρονημένο τμήμα του ινδικού πληθυσμού. Ζουν σε αγροτικές κοινότητες και επιβιώνουν από την καλλιέργεια της γης από τα προϊόντα του δάσους και από το κυνήγι που τους παρέχει η ζούγκλα και οι χαρακτηρισμένες δασικές εκτάσεις.
Οι φυλές αυτές, σήμερα, αποτελούν το 8,1% του πληθυσμού με το 75% των Αντιβάσι να κατοικεί στις προαναφερόμενες περιοχές, τα πλούσια δάση των οποίων έχουν αποτελέσει στόχο των αποικιοκρατών ήδη από την εποχή της βρετανικής κυριαρχίας. Η κοινοτική τους οργάνωση στηριζόταν στις αρχές της κοινοκτημοσύνης.
Οι Βρετανοί, όμως, με την πράξη περί Νόμιμης Εγκατάστασης το 1973 εισήγαν φεουδαρχικούς θεσμούς και σχέσεις εκχώρησης δικαιωμάτων ιδιοκτησίας στους ισχυρούς φεουδάρχες. Η αλλαγή αυτή επέφερε όχι απλά την αρπαγή της γης, αλλά και την αλλαγή στις δομές της κοινωνικής οργάνωσης των πληθυσμών.

Από τους αποικιοκράτες ως τις πολυεθνικές
Οι συνθήκες απόλυτης φτώχειας, η απάνθρωπη εκμετάλλευση από τους πλούσιους γαιοκτήμονες και η συνεχής προσπάθεια αρπαγής της γης, στο όνομα της ανάπτυξης, που στην κυριολεξία σήμαινε τον βίαιο εκτοπισμό των κοινοτήτων, έκαναν τους Αντιβάσι τους κύριους πρωταγωνιστές των περισσότερων ένοπλων αντιαποικιακών αγώνων, ενάντια στους σφετεριστές της γης τους.
Αντιστάθηκαν για 200 χρόνια στην βρετανική κυβέρνηση και δεν επέτρεψαν ποτέ στους αποικιοκράτες να εισβάλουν στην περιοχή τους. Το τέλος, βέβαια, της αποικιοκρατίας δεν σήμανε και το τέλος της καταπίεσης των αυτόχθονων πληθυσμών της Ινδίας, αφού η υπογραφή εκατοντάδων Μνημονίων Κατανόησης μεταξύ των πολιτειακών κυβερνήσεων και μεγάλων πολυεθνικών και ινδικών εταιριών, από το 1991, ημερομηνία σταθμός για την φιλελευθεροποίηση της Ινδίας, επέτρεψε την παράδοση των πλούσιων κοιτασμάτων της περιοχής σε σίδηρο, άνθρακα, βωξίτη, μαγνήσιο, χρυσό, διαμάντια και ουράνιο στα μεγάλα πολυεθνικά τραστ.
Έτσι, για κάθε βουνό, κάθε ποτάμι, κάθε ξέφωτο δάσους, όπως τονίζει η σπουδαία ακτιβίστρια Αρουντάτι Ρόι στο βιβλίο της Βαδίζοντας με τους συντρόφους υπήρχε ένα μνημόνιο κατανόησης που έδινε το ελεύθερο στην μαζική λεηλασία της γης. Τα μεγάλα κινήματα αντίστασης που αναπτύχθηκαν σε μια σειρά από αυτές της περιοχές με πάγιο σύνθημα την προστασία βουνών, δασών και νερών, οδήγησε σε πολλές περιπτώσεις στην εγκατάλειψη των εκάστοτε σχεδίων καθώς και την οριστική αποχώρηση των εταιριών.
Προκειμένου, μάλιστα, να αποσοβηθεί ο κίνδυνος αυτός, η κεντρική κυβέρνηση ενίσχυσε τα μέτρα καταστολής με την τρομοκρατία των κατοίκων, με την οργάνωση και τη δράση παραστρατιωτικών οργανώσεων που στηρίζονταν από την αστυνομία, από τοπικές εξουσίες και «ομάδες επαγρύπνησης «που επιδόθηκαν σε χιλιάδες δολοφονίες, βιασμούς και εμπρησμούς κατοικιών, αναγκάζοντας σε εκτοπισμό τους κατοίκους 700 χωριών.
Συνολικά πάνω από 300.000 Αντιβάσι έχουν εγκαταλείψει τα χωριά τους, λόγω ακριβώς της επιχείρησης πράσινο κυνήγι, από το 2005. Από αυτούς ορισμένοι έχουν εξαναγκαστεί σε εγκλεισμό στους καταυλισμούς «στρατηγικής μετεγκατάτασης», οι οποίοι, μάλιστα, είναι χρηματοδοτούμενοι από τις ίδιες τις εταιρίες. Στην ουσία, πρόκειται για ένα πόλεμο που το ινδικό κράτος έχει αναλάβει να εκτελέσει στο όνομα των πολυεθνικών.

Σε διατεταγμένη υπηρεσία
Ο πρωθυπουργός, άλλωστε, Μ. Σίγκ, ήταν στέλεχος της παγκόσμιας Τράπεζας και ο αρχιτέκτονας της φιλελευθεροποίησης της Ινδίας στις αρχές του ’90, ενώ ο υπουργός Εσωτερικών, υπήρξε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της βρετανικής πολυεθνικής Vetanda και δικηγόρος της ΕΝΡΟΝ. Δεν αποτελεί, λοιπόν, έκπληξη η απόφαση να τους να κηρύξουν πόλεμο στους παρακατιανούς και καθυστερημένους Αντιβάσι, που τολμούν να σηκώνουν κεφάλι στα πολυεθνικά αφεντικά.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ενωμένες δυνάμεις για την επιχείρηση «Πράσινο κυνήγι» στην κοιλάδα του Κασμίρ υπολογίζονται στις 250.000. Στρατιωτικά ελικόπτερα εφοδιασμένα με όπλα τελευταίας τεχνολογίας ,διάδρομοι προσγείωσης και δεκάδες σχολές πολέμου έχουν στηθεί στη ζούγκλα για την εκπαίδευση ειδικών δυνάμεων, ενώ δημιουργούνται στρατόπεδα και βάσεις με δημόσιο χρήμα, για την εγκατάσταση των ομάδων που θα σπείρουν τον τρόμο στους ανυπόταχτους Αντιβάσι.
Έτσι, οι πανίσχυρες ξένες και ινδικές εταιρίες αναμένουν από την κυβέρνηση να καθαρίσει τη γη από τους ιθαγενείς και να τσακίσει την αντίστασή τους, ώστε να εφορμήσουν με τους εκσκαφείς για να «ξεκοιλιάσουν» τις περιοχές, αρπάζοντας τα πολύτιμα ορυκτά τους. Η όλη επιχείρηση θεωρείται ως η μεγαλύτερη αρπαγή γης από την εποχή του Κολόμβου. Από το μέγεθος της ανάπτυξης των δυνάμεων αυτών, είναι φανερό και το μέγεθος της καταστροφής σε ανθρώπινο και φυσικό πλούτο αλλά και η σημασία της έκβασης της επιχείρησης αυτής που δεν αφορά πλέον μόνο τους Αντιβάσι. Η ζούγκλα της περιοχής αποτελεί τον πνεύμονα οξυγόνου της Nοτιανατολικής Ασίας και η καταστροφή της θα επιταχύνει επικίνδυνα την κλιματική αλλαγή στον πλανήτη.
Ολόκληρη η χώρα βρίσκεται υπό το καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Οι Αντιβάσι, έχοντας στο πλευρό τους τα δημοκρατικά και προοδευτικά τμήματα του λαού, στηριζόμενοι από τους διανοούμενους, καλλιτέχνες, φοιτητές, ακτιβιστές αγωνίζονται ενάντια στην λεηλασία της γης τους, των φυσικών πόρων και την εξόντωση των καταπιεσμένων πληθυσμών της Ινδίας, χωρίς να παρεκκλίνουν από το βασικό αίτημα: «Jal, jangal, jameen» που πάει να πει: «Bουνά, δάση και νερά».

* Η Γιούλη Ιεραπετριτάκη
είναι ιστορικός-αρχαιολόγος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!