Το editorial του Δρόμου που κυκλοφορεί εκτάκτως την Παρασκευή 3 Ιουλίου
«Εδώ και πολλά χρόνια, περισσότερο όμως την τελευταία πενταετία, ζούμε την πλήρη αποτυχία του συνόλου του πολιτικού μας κόσμου, που έχει οδηγήσει τη χώρα στα πρόθυρα μιας εθνικής δοκιμασίας, ένα μόνο βήμα πριν από μια καταστροφή ιστορικών διαστάσεων» προειδοποιεί ο Μίκης Θεοδωράκης.
«Σήμερα δίνεται στον ελληνικό λαό η θλιβερή επιλογή μεταξύ δύο επώδυνων εναλλακτικών», δηλώνει ο Νόαμ Τσόμσκι που επίσης υποστηρίζει το «όχι».
Λόγια που δείχνουν επίγνωση μιας πραγματικότητας που συχνά αποκρύβεται: Με οποιοδήποτε αποτέλεσμα στο δημοψήφισμα, η Δευτέρα δεν θα είναι μια εύκολη και κανονική μέρα, αφού η χώρα βρίσκεται ήδη σε περιπέτεια εξαιτίας των αποφάσεων που έχουν παρθεί τα τελευταία πέντε χρόνια, αλλά και της χρεοκοπίας του ίδιου του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος.
Είναι γεγονός ότι αυτή η μάχη μπορούσε να δοθεί με καλύτερους όρους. Ας φανταστούμε, για παράδειγμα, πόσο διαφορετική θα ήταν η εξέλιξη με ένα δημοψήφισμα αντί για συμφωνία στις 20 Φεβρουαρίου, όταν οι πολίτες τάσσονταν με συντριπτικά ποσοστά υπέρ της κυβέρνησης και υπήρχαν πολύ περισσότερα οικονομικά και κυρίως πολιτικά αποθέματα σε σχέση με σήμερα.
Οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών, το πλησίασμα της ελληνικής πλευράς προς τις θέσεις των «θεσμών», οι παλινωδίες, οι αντιφατικές δηλώσεις κορυφαίων στελεχών και οι υπαναχωρήσεις, ακόμα και αυτές τις τελευταίες μέρες, έχουν πολλαπλά αρνητικά αποτελέσματα που υπονομεύουν το «όχι».
Κατορθώθηκε, ακόμα, να στηθεί ένα στρατόπεδο του «ναι» που συγκεντρώνει κόμματα, ΜΜΕ, επιχειρηματικά συμφέροντα, δήμους και κάθε λογής φορείς, αλλά και επηρεάζει ευρεία κοινωνικά στρώματα που δεν είναι μόνο ο πλούτος και οι ελίτ. Έτσι, στη θέση της ευρύτατης αντιμνημονιακής κοινωνικής συμμαχίας που θα συσπείρωνε ένα 80% των πολιτών λίγο καιρό πριν, σήμερα παρατηρούμε δύο στρατόπεδα να αντιμάχονται χωρίς να φαίνεται συντριπτική η διαφορά μεταξύ τους, ενώ για πρώτη φορά μπόρεσαν να γίνουν ακόμα και κινητοποιήσεις υποστήριξης της μνημονιακής κατεύθυνσης.
Σαφώς, το ένα στρατόπεδο έχει γερές πλάτες και την υποστήριξη όλων των «δυναμικών παραγόντων» και της διαπλοκής στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Δεν θα μπορούσε όμως να σταθεί χωρίς όσα συνέβησαν τους τελευταίους μήνες. Αλλά, ακόμα και τώρα, θα μπορούσε η εξέλιξη να είναι διαφορετική αν το δημοψήφισμα δεν εντάσσονταν στα πλαίσια της «διαπραγμάτευσης» όπως ακούμε καθημερινά, αν αποτελούσε τομή σε σχέση με αυτήν, αν άνοιγε ένα νέο δρόμο έξω από αυταπάτες για αμοιβαία επωφελή συμφωνία που ως τώρα κυριάρχησαν.
Τη λύση μπορεί και πάλι να τη δώσει μόνο ο ίδιος ο λαός. Ένα μεγάλο, και όχι οριακό, «όχι» την Κυριακή θα μπορούσε να ανοίξει δρόμους για μια άλλη πορεία. Χωρίς να λύνει αυτόματα τα προβλήματα και να υποκαθιστά τις υπαρκτές ελλείψεις. Θα μπορούσε να δυσχεράνει τους όρους για πολιτικές εξελίξεις που δρομολογούνται και αποσκοπούν σε νέες κυβερνήσεις και οικουμενικά σχήματα μνημονιακής κοπής. Θα μπορούσε όμως να δυσκολέψει και κάθε απόπειρα οποιασδήποτε κυβέρνησης να υπογραφούν νέες συμφωνίες υποδούλωσης.