Φρίκη! Τι άλλο μπορεί να νιώσει κανείς με την προμελετημένη εκτέλεση δώδεκα ανθρώπων, άμαχων και άοπλων, σε μια πόλη μακριά από τα θορυβώδη μέτωπα του πολέμου. Αλλά, σε τελευταία ανάλυση, μέχρι πού εκτείνεται το πεδίο των μαχών και ποιοι φέρουν όχι μόνο την πρακτική αλλά και την ηθική ευθύνη για τα θύματα;
Οι Γάλλοι, που θρηνούνε τώρα στις πλατείες δεν βγήκαν να θρηνήσουν, ούτε καν να διαμαρτυρηθούν, για τα χιλιάδες παιδιά και τις μανάδες που σκοτώνουν τα γαλλικά τανκς και τα αεροπλάνα στο Τσαντ, τη Λιβύη και το Μάλι. Ούτε δείχνουν τα καρβουνιασμένα κορμάκια των βρεφών στις τηλεοράσεις τους ούτε τους ακρωτηριασμένους από γαλλικές νάρκες αγρότες. Δεν βγήκαν ούτε να κλάψουν ούτε να ανάψουν κεράκια για τα πεντακόσια παιδιά που κάηκαν, διαμελίστηκαν ή θάφτηκαν ζωντανά στη Γάζα πριν από λίγους μήνες. Ούτε διαμαρτυρήθηκαν για ένα εκατομμύριο άγρια δολοφονημένους άοπλους και άμαχους στο Ιράκ, το Αφγανιστάν, την Υεμένη και το Πακιστάν, ευχαριστημένοι που η γαλλική Total εξασφάλισε το μερίδιό της στα πετρέλαια της περιοχής. Και ποτέ δεν αναρωτήθηκαν πόσοι άνθρωποι αθώοι, άμαχοι και άοπλοι, νέοι και γέροι, σκοτώνονται κάθε μέρα από τα όπλα που πωλούν σε δικτάτορες και πολέμαρχους σε όλο τον κόσμο οι γαλλικές βιομηχανίες που κατασκευάζουν τα Μιράζ και τα Μιστράλ, τις υπερσύγχρονες μηχανές θανάτου. Η γαλλική κυβέρνηση, την οποία εκλέξανε – όπως και την προηγούμενη του Σαρκοζί- αυτοί που σήμερα κλαίνε, προσπάθησε με κάθε μέσο να αποτρέψει την προσέγγιση των ΗΠΑ με το Ιράν υποστηρίζοντας μια στρατιωτική λύση που θα προκαλούσε κι άλλη καταστροφή, κι άλλο χαμό κι άλλη φρίκη. Η γαλλική κυβέρνηση του σοσιαλιστή Ολάντ επέμενε να βομβαρδιστεί η Συρία για να ανατραπεί το καθεστώς κι ας υποστηρίζεται ο Άσαντ από τους εντόπιους χριστιανούς. Σε δέκα αφρικανικές χώρες δραστηριοποιούνται γαλλικά στρατεύματα, σε αγαστή συνεργασία με τα αμερικάνικα∙ τέσσερις στρατιωτικές επεμβάσεις έγιναν κιόλας από την κυβέρνηση Ολάντ, για να εξασφαλίζουν πάμφθηνα και αποκλειστικά το ουράνιο από το Νίγηρα, το βαμβάκι και τον καφέ από την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και όλα τα πολύτιμα ορυκτά και αγροτικά προϊόντα που διαθέτουν οι χώρες που διατηρούνται βιαίως από τους Γάλλους προστάτες στη φτώχεια και την υπανάπτυξη.
Με ποιο ηθικό έναυσμα, λοιπόν, κλαίνε οι Γάλλοι για τους σκιτσογράφους του Charlie Hebdo;
Μου είναι απολύτως κατανοητή η αντίδραση του Γιάννη Καλαϊτζή, του εξαίρετου σκιτσογράφου, που του τηλεφώνησα για τα χρόνια πολλά στη γιορτή του κι εκείνος μου μιλούσε πολύ ταραγμένος για τον Βολινσκί. Καταλαβαίνω χωρίς επιφυλάξεις τη θλίψη, την ανησυχία και την αγανάχτηση όλων των ανθρώπων που έχουν μια σταθερή και συνεπή στάση απέναντι στην αγριότητα, και όχι επιλεκτική, που κλείνει τα μάτια στη βαρβαρότητα του «πολιτισμένου» κόσμου, η οποία, συν τοις άλλοις, γεννάει και τροφοδοτεί τη βαρβαρότητα όπου πατάει το πόδι του ο αρπαχτικός δυτικός άνθρωπος.
Η αποικιοκρατία, από τον καιρό των σταυροφοριών ακόμα, στηρίχτηκε στο επιχείρημα της ανωτερότητας του δυτικού πολιτισμού σε σχέση με τους πολιτισμούς της ανατολής και του νότου, στη μοναδικότητα του θεού των χριστιανών και στην κατωτερότητα των άλλων φυλών και λαών του κόσμου, για να δικαιολογήσει τις γενοκτονίες, τη δουλεία, τους πολέμους, την υποτέλεια, τον εξανδραποδισμό, την εκμετάλλευση και την καταλήστευση της Αφρικής, της Ασίας, της Αμερικής και της Ωκεανίας. Κι αυτή η «νοοτροπία» επανήλθε επιθετικά όταν ο δυτικός κόσμος αισθάνθηκε ξανά παντοδύναμος και παντοκράτωρ, έτοιμος να ξανακατακτήσει τον κόσμο για να τον αφαιμάξει μέχρι θανάτου. Και μ’ αυτό συνδέονται οι διάφορες θεωρίες που αναπτύχθηκαν στα αμερικάνικα πανεπιστήμια από καθεστωτικούς διανοούμενους, σαν τον Σάμουελ Χάντιγκτον και τον Φράνσις Φουκουγιάμα, που θεωρητικοποίησαν εκ νέου τη δυτική ανωτερότητα και έστρωσαν το έδαφος για νέες σταυροφορίες σε βάρος των αδύναμων και των στιγματισμένων ως εχθρικών στα συμφέροντα της Δύσης λαών. Θεωρίες και πολιτικές που υιοθετήθηκαν από Ευρωπαίους και δη Γάλλους διανοούμενους, σαν τον ανεκδιήγητο Ανρί Μπερνάρ Λεβί, που όχι μόνο υποστηρίζουν τους πολέμους που εξαπολύουν οι δυτικοί, αλλά ενθαρρύνουν και την πραγματοποίησή τους.
Βέβαια, αυτές οι καθεστωτικές ντουντούκες, πολύ λίγο νοιάζονται για τους Γάλλους σκιτσογράφους που σφαγιάστηκαν στο Παρίσι ή τους Γάλλους στρατιώτες που σκοτώνονται ή μένουν ανάπηροι στις νέες τυχοδιωκτικές επεμβάσεις και τους πολέμους της Γαλλίας στο εξωτερικό. Αντιθέτως, μάλλον επιχαίρουν, γιατί με την ελεγχόμενη ενημέρωση και προπαγάνδα, οι πράξεις των θυμάτων ρίχνουν λάδι στη φωτιά του πολέμου και ενισχύουν τις ξενοφοβικές και ρατσιστικές απόψεις που έχουν οι δυτικοί για κάθε άλλο άνθρωπο με διαφορετικό πολιτισμό. Δεν είναι καθόλου τυχαίο και συμπτωματικό που στη φάση που στη Δύση έχει επανενεργοποιηθεί η αποικιοκρατική πολιτική, έχει επανενεργοποιηθεί και ο φασισμός και ο ρατσισμός, τόσο στην Αμερική όσο και την Ευρώπη.
Αυτός ο βρώμικος πόλεμος των δυτικών μητροπόλεων, που αυτή τη φορά δεν δείχνει να συνδέεται με μια «αναγέννηση», θα φέρει κι άλλη δυστυχία, αφού οι πολίτες της Ευρώπης, χειραγωγημένοι και εκμαυλισμένοι, τον επικροτούν ή δέχονται παθητικά τα αίτια και τους υπεύθυνους που τον δημιουργούν.
Προσωπικά, αν ήμουν Γάλλος, θα ντρεπόμουν για την κατάντια της χώρας μου και την ξεφτίλα των πολιτικών που τους θεωρώ ηθικούς αυτουργούς του χαμού των ανθρώπων που δολοφονήθηκαν στην καρδιά του Παρισιού με τα πενάκια στα χέρια. Αυτή η Γαλλία βρωμάει σαν μουχλιασμένο τυρί.
Στέλιος Ελληνιάδης