Συνέντευξη στον Γιώργο Κατερίνη
Πριν από λίγο καιρό το Συνδικάτο σας οργάνωσε επιστημονική ημερίδα, όπου αναδείχθηκε ο ρόλος του ΙΓΜΕ. Μπορείτε να συνοψίσετε τα συμπεράσματά της;
Η αφορμή για την ημερίδα ήταν η λάσπη που πέταξε ο διορισμένος από τη ΔΗΜΑΡ διευθύνων σύμβουλος. Από την άλλη μεριά το πολιτικό περιεχόμενο της ημερίδας ήταν αυτό που ανέφερε ο τίτλος της: Η έρευνα ως απάντηση στην κρίση. Όποιος από οποιαδήποτε αντίληψη αντιλαμβάνεται την ανάπτυξη, καταλαβαίνει ότι χρειάζεται εργαλεία. Και εργαλείο αναπτυξιακό είναι πάντα η έρευνα. Δηλαδή, την εποχή της κρίσης, οι σοβαρές καπιταλιστικές χώρες επενδύουν στην έρευνα ώστε στην εποχή της παραγωγής να έχουν να πουλήσουν. Αυτό δεν ισχύει στις χώρες της περιφέρειας, όπου για να μπορείς να τους πάρεις «έτοιμο πράγμα», τους καθυστερείς την έρευνα. Είναι συνειδητή επιλογή, δεν οφείλεται σε ανικανότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι από το 0,57% του ΑΕΠ που ήταν η έρευνα, έχει πέσει στο μισό.
Αυτό ισχύει και στον ευρύτερο τομέα όπου το ΙΓΜΕ έχει μια εξηντάχρονη προσφορά. Θα έπρεπε να ξέρουμε ποια ήταν τα κοιτάσματα, ποια ήταν τα εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα, ποια ήταν τα υπάρχοντα μεταλλεία της χώρας, ποιες ήταν οι αποθεματοφόρες περιοχές. Και επίσης να παρακολουθούμε και την τεχνολογία, γιατί η τεχνολογία είναι η δεύτερη παράμετρος στην αξιοποίηση όλων αυτών των πόρων. Αντί γι’ αυτό, είχαμε εδώ και δεκαπέντε χρόνια μηδενισμό των κονδυλίων του ΙΓΜΕ. Αυτό ξεκίνησε επί υπουργίας Βάσως Παπανδρέου, δεν υπήρχε μεταλλευτική έρευνα στο ΙΓΜΕ και αυτό πληρώνουμε σήμερα.
Τώρα, λοιπόν, που η Ευρώπη έρχεται με οδηγία και ζητά μεταλλεία στην Ευρωπαϊκή ήπειρο για να αντιμετωπίσει την άνοδο των τιμών λόγω της ζήτησης σε Κίνα, Ινδία και γενικώς στις χώρες BRIC, η Ελλάδα είναι ουραγός.
Δηλαδή, αυτή τη στιγμή στη χώρα μας δεν υπάρχει ούτε η στοιχειώδης καταγραφή για μελλοντικές επενδύσεις;
Αν σήμερα το ΙΓΜΕ ξεκινήσει την έρευνα -γιατί στην ουσία τον Μάιο ξεκίνησαν οι εκταμιεύσεις του ΕΣΠΑ- για να πεις ότι μπορώ να προκηρύξω τη μίσθωση ενός μεταλλείου, δηλαδή να ξεκινήσω «αξιοπρεπώς» να πουλήσω, θέλω μίνιμουμ πέντε χρόνια, φυσιολογικά επτά. Δηλαδή, αυτά που θα φέρει η ερευνητική φάση του ΙΓΜΕ, για να πει ο άλλος ότι θα τα ξεπουλήσει (γιατί περί ξεπουλήματος πρόκειται), πρέπει να περάσουν πέντε χρόνια.
Όταν, λοιπόν, το ΙΓΜΕ εδώ και ενάμισι χρόνο στοχοποιήθηκε, την αιτιολόγηση που δεν έδινε ο Πάγκαλος μάς την έδωσε ο Παπακωνσταντίνου, ως υπουργός ΥΠΕΚΑ, με την Κοινή Υπουργική Απόφαση που υπέγραψε μαζί με τον Βενιζέλο ως υπουργό Οικονομικών: «Το ΙΓΜΕ το συρρικνώνω, γιατί δεν ευνοεί τις επενδύσεις». Τι εννοούσε; Δεν του κάνει μελέτες-μαϊμού ή μελέτες που να αποτελούν έναν φερετζέ στην ουσία, για να κάνει αυτό που ήθελε. Δηλαδή, να κάνει ό,τι με τα πετρέλαια: να φέρουμε τους ξένους, να αναλάβουν τα οικόπεδα εξαρχής και να μην ξέρουμε καν τι έχουν αναλάβει.
Και σε αυτό ήταν ειλικρινείς. Το ΙΓΜΕ μέχρι σήμερα σεβόταν τον εαυτό του, ανεξάρτητα της ιδεολογικής και πολιτικής τοποθέτησης των εργαζόμενων και ανεξάρτητα εάν το τελικό προϊόν το έπαιρναν πάντα οι ιδιώτες. Εμείς φτιάξαμε τον Μποδοσάκη, τον Σκαλιστήρη, την ΠΕΣΙΝΕ, τον Πόρτολο, τους Βωξίτες Παρνασσού. Τα μεγαλύτερα μεταλλεία της χώρας στήθηκαν από τις μελέτες του ΙΓΜΕ. Τώρα λοιπόν, που υπάρχει εκ νέου ζήτηση, θα φτιάξουν τα νέα τζάκια. Εμείς, λοιπόν, ως συνδικάτο αποκαλύψαμε πού είναι η «φούσκα» στην περίπτωση των Σκουριών.
Ο ρόλος του ΙΓΜΕ, όμως, δεν είναι μόνο η καταγραφή των μελλοντικών επενδύσεων.
Ναι, μαζί με τον εντοπισμό των φυσικών πόρων, υπάρχει και το κομμάτι των υποδομών. Το ΙΓΜΕ χονδρικά έκανε δύο δουλειές. Το σκέλος της γεωλογικής υποδομής της χώρας που είναι χρήσιμη για νερά, για καταστροφικά φαινόμενα, για μεγάλα τεχνικά έργα, για αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων, ηφαίστεια, τσουνάμι κ.λπ., ήταν περίπου ισότιμο με το σκέλος του εντοπισμού των ορυκτών πόρων. Και εμείς προσπαθήσαμε να αναδείξουμε εξίσου και τα δύο αυτά, γιατί το ένα ήταν άμεσο κέρδος για κάποιους, το άλλο όντως το απολάμβανε η κοινωνία. Βέβαια και εκεί κάποιοι μπορεί να καρπώνονταν ανακαλύψεις του ΙΓΜΕ, αλλά η κοινωνία απολάμβανε αυτή την ερευνητική παρέμβαση. Και επειδή συνήθως και σε αυτόν τον τομέα η έρευνα δεν προηγείτο των έργων, πάλι η αξιοποίηση του ΙΓΜΕ ήταν πυροσβεστική. Χαρακτηριστικότερη περίπτωση ήταν τα γεωλογικά ατυχήματα στα κατασκευαστικά έργα, όπου το ΙΓΜΕ καλείτο εκ των υστέρων να δώσει λύση.
Αυτά τώρα έχουν φθάσει στο κατακόρυφο. Από την άλλη μεριά, βιολογικά όλα αυτά τα ερευνητικά ινστιτούτα έχουν γεράσει. Σ’ εμάς ο μέσος όρος ηλικίας στους ερευνητές είναι 59 χρονών. Άρα, δεν χρειάζεται να τα κλείσει κανένας, κλείνουν μόνα τους. Και πού κατευθύνεται τώρα η παραγωγική αξιοποίηση αυτών των φορέων; «Να πάρουμε την περιουσία τους, το γνωστικό αντικείμενο που έχουν στις βιβλιοθήκες, και με κάποιους συμβούλους, χρησιμοποιώντας εταιρείες, πανεπιστήμια, ξένους φορείς, να τη βγάλουμε στο σφυρί». Δηλαδή, χρησιμοποιούν τώρα το ινστιτούτο σαν γραφείο συμβούλων.
Επομένως, προβάλλει η ανάγκη υπεράσπισης του έργου του ΙΓΜΕ, όπως και άλλων αντίστοιχων φορέων. Ποιος θα έπρεπε να είναι ο κύριος φορέας υπεράσπισης όλων αυτών;
Καταρχήν, εάν «το έπαιρνε χαμπάρι», έπρεπε να γίνει υπόθεση του εργατικού κινήματος συνολικά. Μόνο τα εργατικά κέντρα των περιοχών όπου έχει δουλέψει το ΙΓΜΕ, θα έπρεπε να είναι όλα στο πόδι. Όχι γιατί χάνουν τη δουλειά τους πέντε-δέκα άνθρωποι, αλλά ακριβώς γιατί υπάρχει η δυνατότητα να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας. Ύστερα είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση, που απολαμβάνει το δεύτερο σκέλος της δράσης μας, τον κοινωνικό χαρακτήρα των ερευνών. Στα λόγια είναι όλοι μαζί μας. Πλην όμως, αυτοί οι φορείς σε επίπεδο τριτοβάθμιας οργάνωσης, είναι πολιτικοί φορείς οι οποίοι αναπαράγουν κάποια σλόγκαν και στην πράξη εφαρμόζουν την κυβερνητική πολιτική. Ούτε η ΓΣΕΕ, ούτε η Αυτοδιοίκηση (ΚΕΔΕ, Ένωση Περιφερειών), ούτε και τα Εργατικά Κέντρα, με κάποιες εξαιρέσεις, θέλουν να παίξουν αυτόν το ρόλο.
Τίθεται αντικειμενικά και ζήτημα πολιτικής διάστασης των αγώνων.
Μπαίνει εξ αντικειμένου. Διότι ο κόσμος είναι ώριμος, το κίνημα έχει κάνει εκρήξεις οι οποίες είναι σημαντικές, με την έννοια και του όγκου και της διάρκειας και της μαχητικότητας. Ποιο είναι, όμως, το πολιτικό υποκείμενο της αριστεράς που θα οργανώνει τις δυνάμεις και θα δώσει τη σύγκρουση; Κατά τη γνώμη μου δεν ανταποκρίνεται καμιά δύναμη σήμερα της Αριστεράς στην όποια εκδοχή της, σε αυτό το καθήκον, που είναι το καθήκον να ενώνεις δυνάμεις, να τις οργανώνεις και να τις βάζεις στη σύγκρουση. Γιατί πολιτικά εάν δεν τροφοδοτείται το κίνημα, όσες μάχες κι αν δώσει ένα συνδικάτο, όσες μάχες να δώσουν οι κοινωνικοί φορείς, εξ αντικειμένου κάποια στιγμή θα φθάσουν στο όριο. Δεν μπορεί από μόνο του το κίνημα να λύσει το πολιτικό θέμα.
«Φούσκα» οι Σκουριές
Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι εκτιμήσεις που μεταφέρει ο Χάρης Σμυρνιώτης για την επένδυση στις Σκουριές: «Υπάρχουν δύο παράμετροι. Η μια είναι το μετάλλευμα καθεαυτό, που ήταν οι παλιές εκμεταλλεύσεις που γίνονταν στην Στρατονίκη και στην Ολυμπιάδα και αφορούσαν τσίγκο και μολύβι, τα οποία συνεχίζουν να βγάζουν ακόμη στο Στρατόνι. Στις Σκουριές βρήκαν χαλκό και μάλιστα σε δεκαπλάσιες ποσότητες από ό,τι είχε εκτιμηθεί από την ΤVX. Σε όλα τα υποπροϊόντα ήταν ο χρυσός αλλά τα χρόνια που η τιμή ήταν χαμηλή, δεν ενδιαφέρονταν να τα αξιοποιήσουν. Το πρόβλημα λοιπόν υφίσταται ως εξής τώρα. Η μέθοδος που παρουσιάζει η Ελντοράντο ότι θα κάνει αξιοποίηση του χρυσού, σύμφωνα με τους συναδέλφους εμπλουτιστές μεταλλουργούς του ΙΓΜΕ, κάνει το επενδυτικό σχέδιο ασύμφορο.
Κατά τη γνώμη μου θα γίνει αυτό που έγινε σε όλη τη χώρα: θα πάρουν το ψαχνό, θα τα κονομήσουν χοντρά πουλώντας, τώρα, στη συγκυρία των τιμών που είναι ανεβασμένες, και όταν πέσει η τιμή, θα αφήσουν κρανίου τόπο. Όπως έχει γίνει στο Μαντούδι, όπως έχει γίνει στους βωξίτες, όπως έχει γίνει στα σιδηρονικέλια της ΛΑΡΚΟ: “πάμε να πάρουμε γρήγορα αυτό που θα μας δώσει μεγάλα κέρδη, τον περίφημο χρυσό θα τον χρησιμοποιούμε στην λογική ότι θα παράξουμε και θα παίζουμε στο χρηματιστήριο και θα ανεβαίνει η τιμή. Και κάποια στιγμή θα την φουντάρουμε την εταιρία, όπως έκανε η TVX, θα αφήσουμε και ένα χρέος στο ελληνικό Δημόσιο και θα πάμε γι’ άλλα”. Αυτήν την παράμετρο το κίνημα που έχει δημιουργηθεί στην περιοχή, την υποτιμά: η επένδυση είναι ληστρικού χαρακτήρα, όχι μονάχα γιατί δίνει λίγα έσοδα στο Δημόσιο, αλλά γιατί θα γίνει με έναν τρόπο τεχνικά ληστρικό».