Της Τασίας Σταματοπούλου [email protected]
«Όταν, ταυτόχρονα, αγγίζουμε τους αγκώνες μας στο τραπέζι ή συνωμότες είμαστε ή υπέροχα ενθουσιασμένοι» (ετσι ειδε τον εαυτό του ο el Romandante). «Το αφεντικό λογικεύτηκε, αυτοαναιρέθηκε και κήρυξε το κατάστημα κολεκτίβα». Στάχτη και μπούρμπερη https://stahtikaiburberry.blogspot.com/
Πιο πολλά μπορώ να φανταστώ για τον… «στάχτη και burberry», παρά να δώσω πολλά συγκεκριμένα στοιχεία, αφού στο blog του δεν έχει σχεδόν τίποτε για το ποιος είναι, εκτός βέβαια από τις χαρακτηριστικές αναρτήσεις του.
Κι αφού δεν λέει αυτός κάτι παραπάνω θα περιοριστώ στα όσα αφήνει να γίνουν γνωστά και σε όσα εικάζω πως εννοεί….
Blogger από τον Δεκέμβρη του 2008, νέος, με κείμενα που προσεγγίζουν πότε σοβαρά και πότε σαρκαστικά τα σύγχρονα πολιτικοκοινωνικά προβλήματα, χωρίς να παραλείπει να διατηρεί «ημερολόγιο κομψότητας» ανακηρύσσοντας κάθε μήνα τον νικητή….
Αυτό δεν μπορώ να το περιγράψω, δεν έχει βέβαια καμιά σχέση με τον τίτλο του υποθέματος, είναι δικής του πατέντας και εμπνεύσεως (π.χ. Μίστερ Ιουλιος, Μις Σεπτέμβρης κ.ο.κ.)
Πώς πουλάει την πραμάτεια του στο κατάστημα ή τους δρόμους; Ιδού κάποιες ετικέτες: τέχνη-κουλτούρα-πιστωτική κάρτα- haute couture-υποκατάστημα Λονδίνου-Ελλάς-φανέλα-φουστανέλα
fashion police
remember remember the 6th of December
κομψοί αλλά νεκροί
cendres et burberry
παλαιστινιακή μαντήλα
στάχτη και ψυχανάλυση
Για το καταραμένο φίδι
Διαβάζω για το τέλος της μεταπολίτευσης, της κοινωνικοπολιτικής εκείνης αναγκαιότητας που ακολούθησε μια σκοτεινή περίοδο που κορυφώθηκε με τη Χούντα και ανατρέχοντας σε αναλύσεις και δημοσιευμένες σκέψεις σκοντάφτω πάνω στις βαρύγδουπες λέξεις-ορόσημα που αναδεικνύουν, τελικά, πώς καθορίστηκε η συλλογική μας συνείδηση γύρω από αυτή την αναγκαιότητα:
«Επταετής επανάσταση», αλλαγή, κάθαρση, εκσυγχρονισμός, οΟλυμπιάδα, επανίδρυση του κράτους, «αλλάζουμε ή βουλιάζουμε». Καθένα από τα παραπάνω, στριμωγμένα όλα τους σε διάστημα 40 ετών, αποδεικνύονται πολύ περισσότερα σε αριθμούς-ορόσημα από αυτά που απαιτούνται για να αποδείξουμε, τελικά, στους εαυτούς μας ότι γνωρίζουμε τι ακριβώς θέλουμε από τις ζωές μας και τη κοινωνία που αποτελούμε. Όλα αυτά, τόσα πολλά για μια τόσο μικρή ιστορική περίοδο, καταδεικνύουν μαζί και μια συλλογική συναισθηματική νοημοσύνη, λιγότερο ώριμη για τις υψηλές απαιτήσεις που οι συγκεκριμένες λέξεις-ορόσημα θέτουν.
Αντίθετα, έννοιες όπως ραγιάς, Χατζηαβάτης, ρουσφέτι, ραχάτι, παζάρι, νταραβέρι, νταϊλίκι, χαϊρι φαντάζουν διαχρονικές στη πορεία του κατασκευασμένου μας έθνους. Και είναι έννοιες ιστορικά τιμημένες από εμάς και μέχρι τώρα θρησκευτικά εφαρμοσμένες. Και οι λέξεις που τις εκφράζουν -ωραιότατα δάνεια από τη τουρκική γλώσσα- αδυνατούν να μη με κάνουν καχύποπτο για το πόσο στενά συνδεδεμένες είναι, τελικά, οι έννοιες αυτές με τον πολιτισμικό μας γενετικό κώδικα.
Είναι παράλογο να μη συμπεράνω, έτσι, ότι το ρουσφέτι αναμοχλεύει το θυμικό μας καλύτερα από ό,τι η «επανάσταση». Ότι το νταραβέρι είναι πιο οικείο από την «κάθαρση» και ότι η χριστιανορθοδοξία σαφώς προτιμότερη από τον «εκσυγχρονισμό» (σημ. η επανάσταση, η κάθαρση και ο εκσυγχρονισμός προφανώς και δεν φέρουν εδώ το νεοελληνικό φορτίο που τους έχουμε προσδώσει). Είναι αυτονόητο πια ότι σε επίπεδο λαού οι επιλογές μας έχουν γίνει και είναι σαφώς καθορισμένες δεκαετίες τώρα. Αναρωτιέμαι αν αυτή η μοντέρνα μορφή απώλειας της «εθνικής»ανεξαρτησίας που αποτελεί η παραχώρηση της εξουσίας στο ΔΝΤ θα είναι και η τελευταία ευκαιρία επανακαθορισμού των αυτοκαταστροφικών μας επιλογών. Ή, στην πραγματικότητα, θα αποτελέσει μόνο έναν κύκλο από αυτούς που αυτούσια επαναλαμβάνονται στην ιστορία του δύσμοιρου νεοέλληνα.
Για τα Δελτία των οκτώ η-λίθιο των 8 (μιλιγκράμ)
Οι ανταποκρίσεις των δημοσιογράφων και οι τίτλοι των τηλεοράσεων και των διαδικτυακών σελίδων αναφέρουν ότι ο «πιστολέρο» με το μαύρο τζιπ είναι δολοφόνος και σπέρνει τον τρόμο και τον πανικό, συνεπώς δεν χωρά αμφιβολία ότι ο πιστολέρο δεν μπορεί παρά να είναι μανιακός, ψυχοπαθής ή σχιζοφρενής. Αυτές οι ιδιαίτερες περιπτώσεις επαγωγικών (ή μήπως άλλων;) λογισμών από τα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης, προφανώς, δεν προέρχονται από τη συνειδητή προσπάθεια απόδοσης συσχετισμών εκ μέρους των δημοσιογράφων, αλλά από την ευκολία αναπαραγωγής ενός στερεότυπου που βρίσκεται καλά εγκατεστημένο στο συλλογικό μας ασυνείδητο. Ότι, δηλαδή, ο μανιακός και ο ψυχικά ασθενής είναι και εν δυνάμει δολοφόνος, σπέρνει τον πανικό και είναι επικίνδυνος για την κοινωνία.
Αυτή η πεποίθηση, βέβαια, είναι στη καλύτερη περίπτωση ψέμα και στη χειρότερη συκοφαντία. Και σε ένα κοινωνικό επίπεδο αποτελεί τυπικότατο δείγμα κοινωνικής διάκρισης και βαρύτατης στιγματοποίησης.
Είναι δεδομένο ότι οι άνθρωποι με ψυχική ασθένεια ανήκουν σε εκείνη τη ομάδα ατόμων με χρόνιες νόσους που έχουν τις λιγότερες πιθανότητες να βρουν και να διατηρήσουν μια συγκεκριμένη εργασία, να κάνουν μια σταθερή και μακρόχρονη σχέση, να βρουν μια μακρόχρονη και αξιοπρεπή στέγη και να ενσωματωθούν στις καθημερινές κοινωνικές δραστηριότητες. Ωστόσο, τίποτα από τα παραπάνω δεν αποτελεί καθεαυτό προϊόν της αρρώστιας, αλλά όλα αποτελούν παρενέργειες της στιγματοποίησης και της κοινωνικής διάκρισης.
Οι άνθρωποι με προβλήματα ψυχικής υγείας, οι μανιακοί, οι σχιζοφρενείς, οι «ψυχοπαθείς», ήδη στιγματισμένοι και κοινωνικά απομονωμένοι, κατανοούν βλέποντας τηλεόραση ότι υπάρχει και κάτι ακόμα που πρέπει να αντιπαλέψουν, εκτός από το αβάσταχτο βάρος της αρρώστιάς τους. Και αν η ασθένεια παλεύεται -ώς ένα βαθμό- από τους ίδιους τους ασθενείς και τις οικογένειές τους, το στίγμα από τα Μέσα Ενημέρωσης βρίσκεται πέρα από τις δικές τους δυνάμεις.