Ο αφανισμός των φονταμενταλιστικών δυνάμεων των Ταλιμπάν, η οικοδόμηση μιας δημοκρατικής πολιτείας και κράτους δυτικού τύπου, καθώς και η γενικότερη διαδικασία «κατασκευής έθνους» υπήρξαν τρεις κύριοι, από τους πολλούς, στόχοι των κατοχικών δυνάμεων. Σήμερα, 11 χρόνια μετά, με την αποχώρηση της ISAF (International Security Assistant Force), στην οποία η ΗΠΑ αποτελούν την κύρια δύναμη), ορισμένη για το τέλος του 2014, αξίζει να αναρωτηθούμε κατά πόσο οι στόχοι… επετεύχθησαν. Για να το κάνουμε αυτό, πρέπει να εξετάσουμε την αφγανική πραγματικότητα. Πραγματικότητα περίπλοκη, χαώδης και αντιφατική. Ένα είναι σίγουρο. Η ανάληψη από την Καμπούλ των καθηκόντων ενός σύγχρονου κράτους, ειδικά στον τομέα της ασφάλειας, θα είναι μια διαδικασία εξαιρετικά δύσκολη.
Συστατικά: Διαίρεση
Οι φυλετικοί διαχωρισμοί παίζουν κυρίαρχο ρόλο στο Αφγανιστάν. Οι Pashtun, κυρίαρχη μερίδα στην κυβέρνηση και στους Ταλιμπάν, προέρχονται από τον νότο, ενώ οι υπόλοιπες εθνικές μειονότητες, Τατζίκοι, Χαζάροι, Ουζμπέκοι και άλλοι, ζουν κυρίως στον Βορρά. Οι εκπαιδευμένες από την ISAF Αφγανικές Ένοπλες Δυνάμεις και Αστυνομία, συντίθεται κυρίως από τις βόρειες φυλές, με μικρό αριθμό Pashtoun στις τάξεις τους. Η επιχειρησιακή ανικανότητα, ο σχετικά μικρός αριθμός και η απειρία των εν λόγων δυνάμεων (καθώς και η διείσδυση Ταλιμπάν στις τάξεις τους), οδήγησαν τις ΗΠΑ να εξοπλίσουν δεκάδες, ίσως εκατοντάδες πολιτοφυλακές, προκειμένου να αντιταχθούν στους Ισλαμιστές.
Πολιτοφυλακές με αντικρουόμενα συμφέροντα, πλέον αυτονομημένες, που σε μεγάλα κομμάτια της χώρας ασκούν ουσιαστικά την κρατική εξουσία, συλλογή ανεπίσημης φορολογίας, αλλά και εκβιασμούς, πλιάτσικα και βιασμούς, μιας και οι τοπικές κυβερνήσεις είναι αδύναμες και ανεπαρκείς να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους. Οι τοπικοί πολέμαρχοι ετοιμάζονται για σύγκρουση, ενώ οι Τατζίκοι και οι Χαζάροι θέτουν ως casus belli την ενδεχόμενη συμμετοχή των Ταλιμπάν -οι οποίοι παρ’ ότι αποδυναμωμένοι, αποτελούν σημαντικότατη δύναμη και δεν αφανίστηκαν-, στην επίσημη πολιτική σκηνή. Ένα ενδεχόμενο που αυτή την εβδομάδα ανακινήθηκε, με συνέντευξη κεντρικού διοικητή των Ισλαμιστών, που εξέφρασε αυτή ακριβώς την επιθυμία. Η κεντρική κυβέρνηση στην Καμπούλ παραμένει ένας ανθώνας διαφθοράς, ενώ κατέλαβε την εξουσία με εκλογές-παρωδία. Οι πρόοδοι που έχουν συντελεστεί στο επίπεδο των συνθηκών διαβίωσης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι ιδιαίτερα επισφαλής, μιας και έχει εξαρτηθεί σε τεράστιο βαθμό στην αμερικανική παρουσία.
Το τέλος των «Μεγάλων Παιχνιδιών»
Η εποχή που η περιοχή της κεντρικής Ασίας αποτελούσε πεδίο ανταγωνισμού των τεράστιων αγγλικών και ρώσικων αυτοκρατοριών, είναι πλέον παρελθόν, το ίδιο και αυτό το μοντέλο διεθνών σχέσεων. Οι συμμαχικές δυνάμεις βλέπουν την οικονομική τους δύναμη να συρρικνώνεται, μιλούν πλέον για «άμυνα τον καιρό της λιτότητας, ενώ είναι δύσκολο να δικαιολογήσουν στα εκλογικά τους σώματα έναν πόλεμο που δείχνει να μην έχει ουσιαστικούς στόχους, ούτε τέλος. Η κυβέρνηση Ομπάμα δεν δύναται να δικαιολογήσει έναν πολιτικά και οικονομικά κοστοβόρο πόλεμο, ενόψει εκλογών, ενώ η Ευρώπη έχει τα δικά της μεγάλα προβλήματα.
Το γειτονικό Πακιστάν, αποτελεί αγκάθι για την παγκόσμια υπερδύναμη για πληθώρα λόγων. Η συνεχώς όλο και πιο ασταθής χώρα, ειδικά στις βορειοανατολικές της επαρχίες, αποτελεί άσυλο για δυνάμεις Ισλαμιστών, ενώ οι σχέσεις της με της ΗΠΑ έχουν αγγίξει ιστορικό χαμηλό, ενώ το αντι-αμερικανικό αίσθημα βράζει, λόγω των πολλαπλών παραβιάσεων της εθνικής ακεραιότητας της χώρας από τις ΗΠΑ. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη χώρα έχουν συμφέροντα και αυξανόμενο γεωπολιτικό ρόλο πληθώρα χωρών, με σημαντικότερες από αυτές την Κίνα, τη Ρωσία και την Ινδία.
Άδοξο τέλος, λοιπόν, για το μακροβιότερο πόλεμο στην αμερικανική Ιστορία…