Του Γιάννη Ραχιώτη
Η εξευτελιστική συνθηκολόγηση της 13ης Ιουλίου συνιστά, από πολιτική άποψη, προδοσία και από νομική, κατάχρηση πληρεξουσιότητας. Όχι γιατί η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν τήρησε τις όποιες προεκλογικές ή μετεκλογικές εξαγγελίες της αλλά γιατί έπραξε αντίθετα με τη δεσμευτική εντολή που έλαβε από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου να μην υπογράψει συμφωνία όμοια με αυτή που κρίθηκε και καταψηφίστηκε. Επινόησε την ευτελή μεθόδευση της λήψης νεότερης «εντολής» από τη Βουλή, την οποία επίσης παρέβη, με το ατιμωτικό για τη χώρα κείμενο που συνυπέγραψε στις Βρυξέλλες, κατά πολύ χειρότερο από την πρόταση συμφωνίας που απορρίφθηκε στο δημοψήφισμα. Οι εφαρμοστικοί νόμοι, που το νεοδιαμορφωθέν μπλοκ των εξωνημένων περνάει κάθε βδομάδα και το νέο μνημόνιο που επείγεται να ψηφίσει, δεν προκαλούν μόνο σκόπιμη περαιτέρω εξαθλίωση των λαϊκών στρωμάτων, ούτε πρόκειται μόνο για την παράδοση της κοινής περιουσίας στον έλεγχο της τρόικας με σκοπό τη ρευστοποίηση και παρακράτηση του τιμήματος, ή την καταστροφή των δημοσίων υποδομών μέσω της καταλήστευσης των δημοσίων εσόδων. Κυρίως πρόκειται για την κατάλυση της κρατικής μας κυριαρχίας με την παράδοση όλων των κρίσιμων τομέων σε ξένη διοίκηση. Η μετατροπή μας σε προτεκτοράτο θα έχει μακροπρόθεσμες και δύσκολα αναστρέψιμες συνέπειες. Ταξική πάλη, λαϊκό κίνημα, δημοκρατικές διαδικασίες, έχουν έννοια μόνο στο πλαίσιο κυρίαρχων κρατών. Περιττό να προσθέσουμε ότι η εξευτελιστική συνθηκολόγηση μιας σχετικά αναπτυγμένης και ισχυρής χώρας όπως η Ελλάδα, προσφέρει τη χείριστη υπηρεσία στους υπόλοιπους λαούς που αγωνίζονται για οικονομική και εθνική χειραφέτηση από τις νεοφιλελεύθερες δυτικές ελίτ.
Οι δικαιολογίες που πρόβαλαν είναι οι τετριμμένες και ακούγονται πάντα από αυτούς που προδίδουν: Να μας σώσουν από τα χειρότερα. Ως χειρότερο προσδιορίσθηκε… η αλλαγή νομίσματος και η αθέτηση πληρωμής του χρέους. Και για να αποτρέψουν αυτά τα… κακά, μας μετέτρεψαν σε προτεκτοράτο… αλλά με το νόμισμα του «προστάτη», κατάστρεψαν το βιοτικό επίπεδο, την Ασφάλιση, Εκπαίδευση, Υγεία κ.λπ. τουλάχιστον του 80% του πληθυσμού για δεκαετίες. Αυτή τη σωτηρία δεν τους τη ζήτησε κανείς, το 62% του λαού άλλα απαίτησε και μάλιστα σε συνθήκες εκβιασμού και κυβερνητικής ολιγωρίας.
Για το λαό δεν έχει καμιά σημασία αν πρόκειται για ιδιοτέλεια της ηγετικής ομάδας προκειμένου να σώσει τις υπουργικές της καρέκλες με τη στήριξη της Δύσης και των τοπικών φερεφώνων της ή αν πρόκειται για τον παραδοσιακό φιλοδυτικό εγκλωβισμό της ελληνικής Ευρωαριστεράς. Σημασία έχει ότι προκαλούν μια εκτεταμένη καταστροφή, όταν όφειλαν να εργασθούν για την ανόρθωση της χώρας μετά πέντε χρόνια στραγγαλισμού της με εργαλείο το «χρέος».
***
Δυστυχώς δεν είναι η πρώτη φορά που η σύγχρονη ελληνική Αριστερά, όπως εκφράστηκε και από τα δύο βασικά ρεύματά της, το κλασικό κομμουνιστικό και το ευρωκομμουνιστικό/ευρωαριστερό, αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων προκαλώντας τεράστιο κόστος στα λαϊκά συμφέροντα. Επί χούντας, αντί να οργανώσει την αντίσταση, ασχολήθηκαν οι μεν με τα οργανωτικά τους και οι δε με τη συμμετοχή στο «πείραμα» Μαρκεζίνη. Η αντίσταση απέμεινε στα χέρια αριθμητικά ασήμαντων οργανώσεων. Αποτέλεσμα να ηγηθεί της μεταπολίτευσης η δεξιά.
Το 1989 η Αριστερά -ενωμένη μάλιστα- όχι μόνο δεν ηγήθηκε μιας αριστερής ριζοσπαστικής απάντησης στην κατάρρευση του σοσιαλδημοκρατικού πειράματος του ΠΑΣΟΚ, αλλά έσπευσε να συμπράξει ακόμη και σε κυβερνητικό επίπεδο, με το πιο ακραίο νεοφιλελεύθερο κομμάτι της Δεξιάς, που εκπροσωπούσε ο Μητσοτάκης. Και τότε η δικαιολογία της προδοσίας ήταν να αποτραπεί το χειρότερο. Ως χειρότερο όρισαν τότε… την παραγραφή των σκανδάλων. Να μην ξεχνάμε ότι κάποιοι από τους αστέρες της σημερινής κυβέρνησης είχαν τις παρθενικές κυβερνητικές τους εμπειρίες σε εκείνες τις αλήστου μνήμης κυβερνήσεις…
Το 1992 η μια τάση ψήφισε το Μάαστριχτ και υποστηρίζει σταθερά μέχρι σήμερα την ένταξη της χώρας σε όλες τις καπιταλιστικές ολοκληρώσεις, ιδίως στην Ε.Ε. Η άλλη ξέχασε τα διάφορα αντιιμπεριαλιστικά μέτωπα που δημιουργούσε στο μυαλό της και άρχισε να μας διαβεβαιώνει ότι τίποτα δεν μπορεί να γίνει σήμερα. Οποιοδήποτε πολιτικό σχέδιο είναι μάταιο. Όλα θα γίνουν όταν κυβερνήσουν αυτοί, μετά την… επανάσταση. Σήμερα και οι δύο μας διαβεβαιώνουν, εν χορώ, πόσο καταστροφικό θα είναι αν ξαναποκτήσουμε τη νομισματική μας κυριαρχία και διαγράψουμε το χρέος που μας φόρτωσαν. Τελικά, μας είναι χρήσιμοι σε κάτι;
***
Μπορεί οι «αριστερές» που γνωρίσαμε, που στρατευτήκαμε, που στηρίξαμε, να επιβιώνουν πλέον ως θλιβερά-κακομοίρικα τμήματα του αστικού κατεστημένου. Μπορεί η ελίτ να επιχαίρει ότι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς έχει διαλυθεί. Όμως, η διαχωριστική γραμμή μεταξύ πλούτου και φτώχιας εξακολουθεί να υπάρχει εντονότερη. Εξίσου αναγκαίο παραμένει ένα πεδίο που οι λαοί θα μπορούν να ασκούν την εξουσία τους/τα δικαιώματά τους, δηλαδή ένα ανεξάρτητο, κυρίαρχο κράτος.
Αυτά πρέπει να βρουν την πολιτική τους έκφραση σε ένα νέο πατριωτικό μέτωπο που δεν θα βασίζεται στη σημερινή «αριστερή» αθλιότητα ούτε θα σπαταληθεί σε προσπάθειες συγκόλλησης κομματιδίων και τάσεων. Τη δυναμική θα τη δώσει το σαφές και ρεαλιστικό πρόγραμμα, όχι το άθροισμα των ομάδων που θα συμπράξουν. Οι φορείς του πρέπει να στρατεύονται στον αγώνα για εθνική κυριαρχία και οικονομία υπέρ των φτωχών και των μεσαίων, εδώ και τώρα, όχι σε κάποιο αόριστο μέλλον. Να προβάλουν άμεσες λύσεις για τα συγκεκριμένα πολιτικά και οικονομικά προβλήματα. Ένα τέτοιο μέτωπο πρέπει συγκροτηθεί στη βάση της εξόδου, τώρα αμέσως, από την Ευρωζώνη γιατί αυτό θα δώσει άμεσα οφέλη στην οικονομία, θα αυξήσει την παραγωγή, θα μειώσει την ανεργία, θα οδηγήσει στην ανάκτηση της εσωτερικής αγοράς και θα βελτιώσει το εμπορικό ισοζύγιο. Όποια αναστάτωση και αν προκληθεί είναι προτιμότερη από τη διαρκή αναστάτωση που ζούμε αυτά τα χρόνια, ούτε μπορεί να συγκριθεί με τα πλεονεκτήματα της μη πληρωμής τοκοχρεολυσίων που υπερβαίνουν σε ετήσια βάση το 1/3 του προϋπολογισμού της χώρας. Προφανώς πρέπει να ακολουθηθεί από έξοδο από την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ. Σ’ όλους αυτούς που καταλαβαίνουν τη σημασία αυτών των βημάτων για την εθνική χειραφέτηση και την άσκηση πολιτικών υπέρ των φτωχών αλλά φοβούνται ενδεχόμενο οικονομικού στραγγαλισμού ή και πολέμου πρέπει να πούμε ότι η κατάσταση που βιώνουμε σήμερα εντός της ευρωζώνης έχει συνέπειες ανάλογες με εμπάργκο, χωρίς όμως να διαθέτουμε τα εργαλεία άμυνας ενός κυρίαρχου κράτους. Όσο για τον κίνδυνο πολέμου να θυμίσουμε ότι στη διάρκεια των στρατιωτικοδιπλωματικών επεισοδίων που εμπλακήκαμε τα τελευταία χρόνια και κατέληξαν σε αντίστοιχες ταπεινώσεις (Κύπρος, Ίμια, S-300, εναέριος χώρος κ.λπ.) αντιμετωπίσαμε εχθρότητα και απειλές από τους υποτιθέμενους εταίρους και, όπως φαίνεται από το αποτέλεσμα, η συμμετοχή μας στις στρατιωτικές και οικονομικές ολοκληρώσεις της Δύσης δεν απέτρεψε τίποτα. Πάντως, πρέπει να είναι σαφές ότι δεν είμαστε πιο ευάλωτοι από καμία χώρα ανάλογου πληθυσμού, έκτασης και γεωγραφικής θέσης. Αντίθετα με τις εκ του πονηρού επαναφερόμενες θεωρίες της «ψωροκώσταινας» (δεν παράγουμε τίποτα κ.λπ.) διατηρούμε μια σοβαρή παραγωγική υποδομή σε σημαντικούς κλάδους και ένα σχετικά υψηλό ΑΕΠ παρά τη μεγάλη μείωσή του στα χρόνια των μνημονίων. Το ζητούμενο είναι να γίνει η αναγκαία αλλαγή πορείας έγκαιρα, όσο ακόμη υπάρχουν η ισχύς, ο πλούτος και οι υποδομές που θα την υποστηρίξουν.