Γράφει ο Γιώργος Α. Λεονταριτής
Καθώς διανύουμε την προεκλογική περίοδο, οι ψηφοφόροι με αίσθημα πλήρους απογοήτευσης, αντικρίζουν το οικτρό θέαμα εκείνων που υπόσχονται με μεγαλοστομίες, ότι θα μας «σώσουν». Αντί ουσιαστικής και τολμηρής ανάλυσης των προβλημάτων, διεξάγονται κομματικά «συνοικέσια» για δυνατότητα «κυβερνητικού γάμου», από ετερόκλητα στοιχεία. Ενός «γάμου» πολιτικών σκοπιμοτήτων, αφού η αυτοδυναμία φαντάζει ανέφικτη. Για πολλοστή φορά να το πούμε, ότι αδιέξοδα στις τόσο δύσκολες και πρωτοφανείς καταστάσεις που βιώνουμε, υφίστανται, επειδή η πραγματική Αριστερά, είναι απούσα. Το μεν ΚΚΕ θυμίζει το… μουσείο κέρινων ομοιωμάτων της μαντάμ Τισώ, ο δε ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί το οργανέτο του καπιταλισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με «αριστερό» προσωπείο. Θα πρέπει λοιπόν να εντοπίσουμε, τι περιμένει ο κόσμος από μια αληθινή Αριστερά, η οποία –δυστυχώς– έχασε τον δρόμο της…
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ, αλήθεια, να ανήκεις σήμερα σ’ αυτόν τον χώρο; Μόνο η προέλευση του όρου «Αριστερά» μοιάζει ξεκάθαρη. Όλοι γνωρίζουμε, ότι αυτή η ιδεολογία, είναι παιδί της Γαλλικής Επανάστασης, το οποίο ανδρώθηκε μέσα στον 19ο αιώνα, όταν αντιτάχθηκε στον συντηρητισμό της Δεξιάς, και στη μετριοπάθεια του φιλελεύθερου «Κέντρου», κηρύσσοντας τις αξίες της Ελευθερίας και της Ισότητας, προτείνοντας την αποδέσμευση των ανθρώπων από τα δεσμά του Καπιταλισμού. Γι αυτό ακριβώς, το μεγάλο κεφάλαιο των διεθνών τραπεζιτών, επί δεκάδες χρόνια προσπάθησε να εξουδετερώσει την Αριστερά. Το επέτυχε με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Προηγήθηκαν παγίδες με την εμφάνιση της «Νέας Αριστεράς» στο τέλος της δεκαετίας του 1950, και την προθυμία μερικών «προοδευτικών» κυβερνήσεων να ασπαστούν το σύστημα της λεγόμενης μικτής οικονομίας. Το πρόβλημα έγινε οξύτερο, με την αποτυχία της κεϋνσιανής πολιτικής, και την υπεράσπιση της κεντρικά ελεγχόμενης οικονομίας, εκ μέρους της Αριστεράς πολλών δυτικών χωρών. Οι δυνάμεις του κεφαλαίου ήλπιζαν, ότι είχε έρθει η ώρα, οι κομμουνιστές και σοσιαλιστές να εγκαταλείψουν τον Μαρξισμό, να αναγνωρίσουν την «αναγκαιότητα» του καπιταλισμού, και να παραδεχθούν ότι ηττήθηκαν από την Δεξιά. Αυτή την αντίληψη, την συζητούσαν διάφοροι «φιλόσοφοι» και προκαλούσε φρίκη.
Ο Φερνάντο Κλαουντίν, άλλοτε Γεν. Γραμματέας του Κ.Κ. Ισπανίας, τον οποίο διέγραψαν από το Κόμμα το 1964, ήταν ο πρώτος που αντελήφθη το σχέδιο του διεθνούς καπιταλισμού να παγιδέψει τον ευρωκομμουνισμό μέσα στο ευρωπαϊκό γκέτο. Είχε περιγράψει με σαφήνεια το μέλλον: «Ο ευρωκομμουνισμός εμπεριέχει τη δυνατότητα και την ελπίδα μιας λύσης της γενικής κρίσης του κομμουνιστικού κινήματος. Όμως, κάτω από συνθήκες δυναμικού καπιταλισμού, μπορεί να αποδειχθεί το «κύκνειο άσμα» του. Εάν ο ευρωκομμουνισμός διαψεύσει τελικά τις ελπίδες πού έχει γεννήσει, και εάν οι σοσιαλιστές δεν ξεφύγουν από τον σοσιαλδημοκρατικό ρεφορμισμό, ο καπιταλισμός θα εξασφαλίσει την επιβίωσή του. Και ο δρόμος προς τον σοσιαλισμό θα κλείσει για μιαν ακόμα φορά, για ένα απροσδιόριστης διάρκειας διάστημα στην Ευρώπη». Η παγίδα των τραπεζιτών πέτυχε, και ο καπιταλισμός κυβερνά ασύδοτος με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνέβη αυτό ακριβώς πού περιέγραψε προφητικά ο Κλαουντίν. Στον ελληνικό χώρο, αυτός που διαπίστωσε το 2000 ότι η Αριστερά βούλιαζε, ήταν ο Αλέκος Αλαβάνος, ο οποίος σε άρθρο του, έγραφε: «Αν μπορούσα να χαρακτηρίσω με μια λέξη τη σημερινή κατάσταση της Αριστεράς, θα χρησιμοποιούσα τη λέξη χάος…»
Από την στιγμή που η κάλπικη «σοσιαλδημοκρατία» μπήκε στην υπηρεσία του καπιταλισμού για να εξασφαλίσει την ψευδαίσθηση μιας ευτελισμένης εξουσίας, η βαρβαρότητα κυριάρχησε στην πολιτική αρένα
ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ αίτημα για περισσότερη δημοκρατία, είναι το κλειδί για να επαναπροσδιοριστεί η έννοια της Αριστεράς. Στην ουσία, δεν ζητάμε «περισσότερη» δημοκρατία, αλλά σκέτη δημοκρατία, αφού την ταρίχευσαν μέσα στην ευρωζώνη. Και, βέβαια, η Αριστερά έχει ανάγκη τη δημοκρατία για να ξαναζωντανέψει τις παλιές της υποσχέσεις, από οράματα που δεν πραγματοποιήθηκαν. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ φαινόταν απαισιόδοξη, και σχεδόν απελπισμένη, όταν το 1915 έδειχνε καθαρά το διαχρονικό δίλημμα που ανοιγόταν από τότε μπροστά στην Ευρώπη: «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα;». Όταν έγραφε στην φυλακή το δοκίμιο «Η κρίση της σοσιαλδημοκρατίας», δεν απέκλειε τον «θρίαμβο του Ιμπεριαλισμού, και την παρακμή του πολιτισμού». Φοβόταν ξεκλήρισμα του πληθυσμού, ερήμωση και εκφυλισμό ιδεών, ένα μεγάλο νεκροταφείο… Κι έδειχνε τον μοναδικό δρόμο σωτηρίας: «Η μόνη διέξοδος για την ανθρωπότητα, είναι η παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση…». Κάτι, που δεν έγινε. Γι’ αυτό, η μελαγχολία στάθηκε πάντα, μια κρυφή διάσταση της Αριστεράς. Αλλά αναδύθηκε στην επιφάνεια, μόνο στα τέλη του 20ού αιώνα, με την αποτυχία του κομμουνισμού. Και η αριστερή κουλτούρα, πάσχισε να κρύψει τη μελαγχολία, πίσω από μεσσιανικές ελπίδες. Ο καπιταλισμός απέμεινε μόνος, επειδή δεν υπήρχαν άλλοι ανταγωνιστές.
Από την στιγμή που η κάλπικη «σοσιαλδημοκρατία» μπήκε στην υπηρεσία του καπιταλισμού για να εξασφαλίσει την ψευδαίσθηση μιας ευτελισμένης εξουσίας, η βαρβαρότητα κυριάρχησε στην πολιτική αρένα. Οι δυνάμεις του καπιταλισμού επεχείρησαν αμέσως να υποβαθμίσουν τις πρώτες λαϊκές εξεγέρσεις σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Φοβήθηκαν εξ αρχής, ότι μια αφύπνιση των πολιτών από την αποχαύνωση του ναρκωτικού του ψεύτικου «ευρωπαϊκού ιδεώδους» του Ιερατείου των Βρυξελλών, θα έσπαγε το λουκέτο της σκλαβιάς, δηλαδή το ευρώ. Το 2001 Γερμανοί και Γάλλοι, ταράχθηκαν από τις αντιευρωπαϊκές εκδηλώσεις σε διάφορες πρωτεύουσες. Οι τότε υπουργοί Εσωτερικών της Γερμανίας, Όττο Σίλι, και της Γαλλίας, Ντάνι Βαγιάν, ζήτησαν πανικόβλητοι ευρωπαϊκή σύνοδο, για επιβολή «κοινής σκληρής στάσης» κατά των διαμαρτυρομένων, καθώς και τα «φακέλωμα» τους! Οι εγχώριοι «σοσιαλδημοκράτες» δέχθηκαν πλήρη υπακοή σε Βρυξέλλες, Βερολίνο και Ουάσιγκτον.
ΠΟΤΕ ΘΑ τολμήσουν, όσοι χρησιμοποιούν «αριστερή» μάσκα να παραδεχθούν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι μια τεράστια παγίδα που έστησαν οι τραπεζίτες; Κι όμως, στα 1914 ο Ζωρές προφητικά έγραφε σε άρθρο του: «Εδώ και πολλά χρόνια, δεν υπάρχει πια ευρωπαϊκό δημόσιο δίκαιο. Και μπορούμε να πούμε, πως δεν υπάρχει ούτε Ευρώπη…». Και τόνιζε: «Η πλάνη μας αρχίζει, από το σημείο που περιμένουμε την απότομη κατάρρευση του καπιταλισμού και την αιφνίδια άνοδο του προλεταριάτου, μετά από κάποια σφοδρή πολιτική θύελλα της αστικής κοινωνίας…» Η Αριστερά προδόθηκε μέσα από τις τάξεις της. Απ’ αυτούς που είχε περιγράψει στον καιρό του ο Γκράμσι, σαν «κοινοβουλευτικούς πολιτικάντηδες» τον Μάη του 1918. Τους παρομοίαζε με «ένα σμήνος από μύγες, που κατευθύνονται σε ένα βάζο με μέλι (της εξουσίας), όπου και κολλάνε, κι έτσι χάνονται άδικα…». Κανείς δεν τολμά να πει φανερά, ότι οι βασικές αρμοδιότητες των κυβερνήσεων, έχουν εκχωρηθεί στην Κομισιόν, στους τραπεζίτες και στην αδιαφανή γραφειοκρατία των Βρυξελλών. Και η νομισματική ανεξαρτησία, παραχωρήθηκε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, για να επιβάλλει πλειστηριασμούς, να ληστεύει και να εξοντώνει τους Έλληνες πολίτες. Αλλά, χώρες δίχως δικό τους νόμισμα, έχουν χάσει τον πυρήνα της εθνικής των κυριαρχίας. Για την Ελλάδα, κατασκεύασαν νέο «δίκαιο». Οι συλλογικές συμβάσεις εξαερώθηκαν. Ενισχύθηκε πονηρά, ο ρόλος της «ατομικής σύμβασης εργασίας». Το Εργατικό Δίκαιο, δέχθηκε χειρουργικής φύσεως πλήγματα, για να κατοχυρωθεί η ασυδοσία του μεγάλου κεφαλαίου και η καταρράκωση της εργατικής τάξης. Και, βέβαια το κατασκεύασμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρά την αντίθεση των λαών της, συμπαρατάχθηκε με τις ΗΠΑ. Ενώ διανύουμε την προεκλογική περίοδο, σύσσωμο το πολιτικό σύστημα, επιχειρεί να αποπροσανατολίσει τους ψηφοφόρους, από τα ουσιαστικά προβλήματα, για τα οποία η Κομισιόν απαγορεύει να γίνεται λόγος.
ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΝ να αλλάξει τίποτα. Τώρα, χωρίς Αριστερούς ηγέτες, θυμόμαστε τους παλιούς, πού μας έδιναν φτερά. Τους απόντες κλαίμε. Και τι μπορούμε πια να ελπίζουμε; Μα, το είχε πει στους στίχους του ο Σαλβαδόρ Αλιέντε: «Θα περπατήσω και πάλι στους δρόμους που ήταν το ματωμένο Σαντιάγκο. Και σε μια όμορφη απελευθερωμένη πλατεία, θα σταθώ για να κλάψω τους απόντες…».