Του Κώστα Ζαχάρου
Το μοτίβο της ασκούμενης κυρίαρχης πολιτικής τυποποιήθηκε, ήδη από την εποχή της Θάτσερ, με το αγγλικό αρκτικόλεξο ΤΙΝΑ, που σημαίνει την έλλειψη κάθε εναλλακτικού δρόμου, εκτός αυτού που πρεσβεύει ο νεοφιλελευθερισμός.
Η αλλαγή των κοινωνικών συσχετισμών και η πολιτική παλινόρθωση μετά τη δεκαετία του 1990 εξαπλώθηκαν κατακλυσμιαία σε όλο τον κόσμο, κάτω από την ιδεολογική ομπρέλα των μονόδρομων του νεοφιλελευθερισμού. Το «πείραμα» της σχολής του Σικάγο που υλοποιήθηκε από τα πνευματικά παιδιά του Φρίντμαν, αρχικά σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, ξαπλώνεται σ’ oλόκληρο τον κόσμο. Το χρέος γίνεται το βασικό εργαλείο για την καθυπόταξη χωρών, αφαίμαξης του δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου και εγκαθίδρυσης μηχανισμών επιτροπείας.
Το ασφυκτικό πλαίσιο που δημιουργεί η πολιτική του χρέους ξεπερνάει τον οικονομικό ορίζοντα και μετατρέπεται σε μηχανισμό εξουσίας που φτωχοποιεί άτομα και κοινωνίες. Δημιουργεί σχέσεις εξάρτησης και ρυθμίζει συμπεριφορές που τέμνουν ολόκληρη την κοινωνία: τον συνταξιούχο, τον άνεργο, τον εργαζόμενο, τον καταναλωτή, τον χρεωμένο πολίτη. Με άλλα λόγια, το χρέος λειτουργεί ως μηχανισμός κατασκευής υποκειμένων με προβλέψιμη συστημική συμπεριφορά, πρόθυμων να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τον πιστωτή. Ο Maurizio Lazzarato (Η Κατασκευή του Χρεωμένου Ανθρώπου) προσφεύγει στον Νίτσε για να διακρίνει στη σχέση οφειλέτη-πιστωτή ένα νέο υπόδειγμα που κατασκευάζει ο σύγχρονος καπιταλισμός, όπου η εργασία και η οικονομική δραστηριότητα συμβαδίζουν με την ηθικοπολιτική κατασκευή του νέου υποκειμένου.
Η συγκεκριμένη κατασκευή του χρεωμένου υποκειμένου, με τις κοινωνικές και ψυχολογικές αναστολές και συμπεριφορές που το συνοδεύουν, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη διευθέτηση του χρόνου και την ιδιοποίησή του από τον πιστωτή. Ο πιστωτής ιδιοποιείται τον παρόντα χρόνο και δεσμεύει τον μελλοντικό ατομικό και συλλογικό (της κοινωνίας) χρόνο. Όμως, η αφαίρεση της δυνατότητας διαχείρισης του χρόνου από άτομα και κοινωνίες, τους αποστερεί από κάθε δυνατότητα για σχέδια, εναλλακτικές επιλογές, συλλογικές συμπεριφορές και επιθυμητές ρήξεις. Με άλλα λόγια, φυλακίζει την άσκηση της πολιτικής σε καταθλιπτικούς μονόδρομους και κάνει τους επικυρίαρχους να επιχαίρουν για το τέλος της Ιστορίας και της πολιτικής.
Η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας ανοίγει τη δυνατότητα στην κοινωνία να αφυπνιστεί, να δράσει, να σχεδιάσει το μέλλον της.
Σήμερα, λίγες μόνο μέρες από την ανάληψη της νέας κυβέρνησης, οι πρώτες κινήσεις της διαμορφώνουν ένα νέο κοινωνικό και ψυχολογικό τοπίο, όπου έννοιες και συμπεριφορές αποκτούν νέα νοηματοδότηση, συμβατή με τις ελπίδες που ανέδειξαν οι οδύνες των μνημονιακών χρόνων. Η έννοια της αξιοπρέπειας, με ένα πλήθος επιθετικών προσδιορισμών να τη συνοδεύουν, φαίνεται να συνέχει την αρχιτεκτονική της νέας περιόδου, να κινητοποιεί συναισθηματικά τους πολίτες και να αναπτερώνει το ηθικό τους. Πρόκειται για την αξιοπρέπεια του λαού μας που επιθυμεί να καθορίζει μόνος τις τύχες του, για αξιοπρεπή εθνική πολιτική και ανάταση, όπου το περιεχόμενο της λέξης εθνικός/-ή αντλείται από την ελληνική αριστερή παράδοση, αλλά και την πρόσφατη λατινοαμερικάνικη εμπειρία, όπου συνταιριάζεται τόσο δημιουργικά η κοινωνική χειραφέτηση με εθνοτικά ταυτοτικά χαρακτηριστικά.
Η συνεισφορά της κυβέρνησης κοινωνικής σωτηρίας βρίσκεται στις δυνατότητες και τις προοπτικές που διανοίγονται μετά το τέλμα των χρόνων των μνημονίων. Και εδώ δεν υπάρχει περιθώριο για υποχωρήσεις ή περιττούς τακτικισμούς, που διασφαλίζουν, τάχα, ευρύτερες συναινέσεις. Αντίθετα, το κοινωνικό ρεύμα ανατροπής που εκφράστηκε με το ηχηρό εκλογικό αποτέλεσμα, απαιτεί συνέπεια, ανοικτές δημοκρατικές διαδικασίες και τη διασφάλιση της δυνατότητας του πολίτη να εκφράζεται και να συμμετέχει στις επιλογές και την ιεράρχηση των στόχων που αφορούν τη ζωή και τη χώρα του.
Από την άλλη, τα πολιτικά υποκείμενα της Αριστεράς οφείλουν να αποτελέσουν τον καταλύτη στην αποδέσμευση και έκφραση της συσσωρευμένης κοινωνικής δυναμικής. Το μέλλον μπορεί να είναι ελπιδοφόρο μόνο εμπιστευόμενοι τη δύναμη του λαού, απαλλαγμένοι από ανασφάλειες και καχυποψίες που συχνά ευδοκιμούν σε κομματικούς μικρόκοσμους. Κατανοώντας, παράλληλα, τις μεγάλες ιδέες που συγκινούν και κινητοποιούν το λαό, πέρα από έναν αδιέξοδο «αριστερό» οικονομισμό ή/και αναφορές σε απροσδιόριστα μονοταξικά υποκείμενα επαναστατικών αλλαγών. Μόνον έτσι μπορούμε να προσδοκούμε στην επανεργοποίηση μαζικών κοινωνικών αγώνων.
Η απελευθέρωση της πολιτικής ως διαδικασία ήδη άρχισε και η περίοδος που ακολουθεί προοιωνίζεται ενδιαφέρουσα και ελπιδοφόρα.