του Ραφαέλ Ποχ
Οι όροι μιας φαινομενικά αναπότρεπτης διαδικασίας αυτοκαταστροφής
Δημοσιεύουμε το πρώτο μέρος της παρέμβασης του δημοσιογράφου και συγγραφέα στην ημερίδα που διοργανώθηκε με θέμα «Κρίση του γαλλογερμανικού άξονα – τελειωτική ή αντιστρέψιμη;» στις 26 Ιανουαρίου στη Βαρκελώνη.
Διαβάστε το δεύτερο μέρος εδώ
Καιροί αλλαγών και αταξίας
Ο κόσμος βρίσκεται σε φάση αλλαγών και μεγάλης αταξίας. Το μοντέλο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και η συνταγή ηγεμονίας στις διεθνείς σχέσεις δεν λειτουργούν από καιρό, αλλά η αδράνεια στην οποία βρίσκεται είναι ακόμη ισχυρή και μας σπρώχνει να τσακιστούμε στα βράχια.
Φέτος ζήσαμε τρεις μεγάλες αλλαγές που αποδεικνύουν αυτή την τάση:
– Την ήττα της Δύσης στη Συρία (που αποτελεί αντανάκλαση των εντάσεων που σηματοδοτούν το πέρασμα από το ηγεμονικό μονοπολικό χάος, σε εκείνες του πολυπολικού κόσμου)
– Την αλλαγή προσανατολισμού των ΗΠΑ, στην κατεύθυνση του περάσματος από το «Αμερικανικός κόσμος» στο σύνθημα «Πρώτα η Αμερική» του Τραμπ, που δίνει πράσινο φως σε συγκρούσεις στο εσωτερικό της πρώτης παγκόσμιας δύναμης και σε μια σειρά άλλων «πρωτοκλασάτων» του κόσμου («Πρώτα η Κίνα», «Πρώτα η Ε.Ε.» κ.λπ.).
– Την εξαφάνιση κάθε κοινού ευρωπαϊκού σχεδίου, μια καταστροφική εξέλιξη που ωθεί στην αναζήτηση εχθρών (τη Ρωσία) και στην αύξηση της στρατιωτικοποίησης της «αμυντικής Ευρώπης» (1)
Όλα αυτά είναι πολλά για έναν μόλις χρόνο και εξηγούν επαρκέστατα την αίσθηση ιλίγγου που πλανάται στον αέρα.
Χωρίς προηγούμενο και χωρίς επίλυση
Η κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντάσσεται στο γενικότερο χάος, του οποίου είναι παράγωγο ένα δίλημμα που παρουσιάζεται σαν ανεπίλυτο:
«Αν η Ε.Ε. ήθελε πράγματι να αντιμετωπίσει αυτό που την καταστρέφει (δηλαδή ενοχλητικά δημοψηφίσματα και την άνοδο της αυταρχικής Άκρας Δεξιάς), θα έπρεπε να αρνηθεί τον εαυτό της. Αν αντίθετα, προτιμάει να μην κάνει τίποτα και να παραμείνει ως έχει, τότε φαίνεται πως είναι καταδικασμένη να συνεχίζει να τροφοδοτεί τις αιτίες της καταστροφής της».
Το απόσπασμα ανήκει στον Φρεντερίκ Λορντόν, τον συγγραφέα που περιέγραψε καλύτερα τη σημερινή κατάσταση στη συζήτηση που διεξάγεται στη Γαλλία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση απώλεσε το μεγαλύτερο κομμάτι από τις ψευδαισθήσεις και τους ιδρυτικούς της μύθους. Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008 απέδειξε πως αυτή δεν είναι μια δημοκρατική λέσχη ίσων, αλλά ένα ολιγαρχικό και αντιδημοκρατικό κατασκεύασμα.
Οι σχεδιασμοί της των τελευταίων τριάντα ετών εντάσσονταν πάντα σε αυτό το πλαίσιο, οι εγγενείς αδυναμίες του ευρώ και η εθνικοποίηση των τραπεζικών ζημιών σε βάρος των μικρομεσαίων τάξεων, εξουδετέρωσαν τις υποσχέσεις για ευημερία και δικαιοσύνη που βρίσκονταν στη βάση της φιλοευρωπαϊκής συζήτησης και του ναρκισσιστικού της αφηγήματος (2).
H απογοήτευση είναι προφανής, ειδικά στη Νότια Ευρώπη προς την οποία κατευθύνθηκαν οι πρώτες ενισχύσεις του Ταμείου Συνοχής, αλλά επίσης, κι ακόμη περισσότερο, στην Ανατολική Ευρώπη, η ευρωπαϊκή ένταξη της οποίας ήταν μια τρανταχτή οικονομική και πολιτική καταστροφή.
Στον Νότο, η Ευρώπη των πόρων του Ταμείου Συνοχής, του εκσυγχρονισμού και των υποδομών, μεταλλάχτηκε στην Ευρώπη των περικοπών, αποκαλύπτοντας το πιο σκληρό της πρόσωπο.
Στην Ανατολική Ευρώπη, μετά από 27 χρόνια ευρωπαϊκού βίου (πάνω από το μισό της περιόδου που έζησε κάτω από τον σοβιετικό ζυγό), η ανάσα που πήρε η κοινωνία, απελευθερωμένη από τις σοσιαλιστικές δικτατορίες, ελαχιστοποιήθηκε λόγω της επιστροφής του πρώην ανατολικού μπλοκ σε ένα καθεστώς υποτελούς και εξαρτημένης περιφέρειας, παρόμοιο με αυτό στο οποίο βρισκόταν την περίοδο του μεσοπολέμου: Σαν δεξαμενή φτηνού εργατικού δυναμικού, με ολοκληρωτική εξάρτηση από τον χρηματοπιστωτικό και τον βιομηχανικό τομέα. Δεν υπάρχει ίχνος οικονομικής ή κοινωνικής σύγκλισης που να την προσεγγίζει στην κατάσταση της Δυτικής Ευρώπης, και, σε αντίθεση με τον ευρωπαϊκό Νότο, κανένα ίχνος βοήθειας όπως τα Ταμεία Συνοχής (3).
Στον Βορρά, επικρατεί μια αίσθηση κόπωσης και μια εντεινόμενη εχθρότητα προς τα «τρύπια χέρια» του Νότου: «Πουλήστε τα νησιά σας», γράφει η γερμανική Bild, την ίδια στιγμή που αγοράζει κοψοχρονιά τα αεροδρόμια, τα οποία οι Έλληνες είναι εξαναγκασμένοι να βγάλουν στο σφυρί, σε τιμές πολύ μικρότερες από την πραγματική τους αξία.
Όλα αυτά έχουν ξεκάθαρα άμεση σχέση με τη γενική ασυμβατότητα ανάμεσα στη λογική της αγοράς και την κοινωνική και εδαφική εξομοίωση –το καπιταλιστικό σύστημα είναι άνισο από τη φύση του– αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση το σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τροφοδοτείται από μια βασική αντίθεση:
Η δημοκρατία και η λαϊκή κυριαρχία εδράζονται στα εθνικά κράτη, όμως στην Ευρωπαϊκή Ένωση κάθε θεσμός εξουσίας βρίσκεται έξω από αυτό το πλαίσιο:
- Οι κεντρικές τράπεζες είναι «ανεξάρτητες», το κοινό νόμισμα απαγορεύει ανατιμήσεις και υποτιμήσεις, τα οικονομικά υπουργεία είναι απλοί εκτελεστές των αποφάσεων που έχουν ληφθεί από τα όργανα της Ε.Ε., του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και του ΔΝΤ…
- Το ευρωπαϊκό Δίκαιο υπερισχύει του εθνικού Δικαίου κάθε κράτους, παρ’ όλο που στερείται οιασδήποτε δημοκρατικής βάσης: είναι νομότυπο αλλά όχι νόμιμο.
- Η εξωτερική και αμυντική πολιτική καθορίζεται από την αμερικανική στρατηγική του ΝΑΤΟ, που δεν είναι μόνο ένας θεσμός υπερεθνικός, αλλά και εκτός του πλαισίου της Ε.Ε.
Τι απομένει λοιπόν από λαϊκή κυριαρχία, στο υποκείμενο που ψηφίζει στις εθνικές εκλογές; Ελάχιστα. Κι όμως αυτή η αφαίρεση δικαιωμάτων έγινε ιερή και απαραβίαστη, θωρακισμένη όπως είναι, με κανόνες και συμφωνίες που την καθιστούν μη αντιστρεπτή.
«Δεν υφίσταται καμία δημοκρατική εναλλακτική απέναντι στις ευρωπαϊκές συμφωνίες», είπε ο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ (4).
Η δυσμενής μεταχείριση της Ελλάδας, της οποίας την κοινωνία τιμώρησαν με ένα πρόγραμμα λιτότητας ακόμη πιο αυστηρό, επειδή αρνήθηκε το προηγούμενο με το δημοψήφισμα του 2015, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα απαξίωσης της λαϊκής βούλησης.
Το Brexit απέδειξε πως υπάρχει αυστηρή ιεραρχία και διαφορετική αντιμετώπιση (σ.μ. στην Ε.Ε.), αφού η θέληση του βρετανικού λαού, όπως εκφράστηκε με το σχετικό δημοψήφισμα (με μικρότερη πλειοψηφία από το αντίστοιχο ελληνικό) αναγνωρίστηκε, έστω και με δυσαρέσκεια.
Τι είδους λέσχη είναι αυτή, από την οποία δεν μπορεί να αποχωρήσει κανείς, ούτε να κάνει αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της, χωρίς να προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων και απειλών; Προφανώς πρόκειται για μια λέσχη που όχι μόνο έχει μια δομική δυσλειτουργία, αλλά που είναι ξεκάθαρα αυταρχική. Η ιστορία της υποτίμησης της λαϊκής βούλησης, έχει παρελθόν 24 ετών και 9 δημοψηφισμάτων (5).
Βαλκανοποίηση
Είναι καιροί βαλκανοποίησης. Παντού συναντούμε τον κατακερματισμό και τη διάλυση. Το Brexit («Πρώτα η Μεγάλη Βρετανία»), ήταν η προειδοποίηση για το νοσηρό «Πρώτα η Αμερική» του Ντόναλντ Τραμπ, αλλά η διαδικασία αυτή είχε ήδη μια δυναμική στο εσωτερικό της και όχι μόνο στις χώρες της Ε.Ε. –και στο εσωτερικό των κρατών της σε ορισμένες περιπτώσεις–, αλλά και στις μη συμβατικές ομαδοποιήσεις της.
Οι χώρες του Νότου οργανώνουν δειλές μαζώξεις, όπου οι ακόμη πιο δειλοί αρχηγοί τους, προς το παρόν, πασχίζουν να μοιραστούν την αδυναμία τους. Στην Ανατολή πληθαίνουν τα κλαμπ σαν αυτά του Βίσεγκραντ (Ουγγαρία, Πολωνία, Δημοκρατία της Τσεχίας και Σλοβακία).
Στον Βορρά, με επίκεντρο το Βερολίνο –αναμφίβολα η πιο σημαντική παρέα, αν και η πιο διακριτική– ξεπροβάλλουν όλο και περισσότερες ομαδοποιήσεις, γύρω από την κεντρική ιδέα μιας Kerneuropa (σ.μ. Ευρώπη δύο ταχυτήτων), μιας Ευρώπης λουθηρανής προέλευσης αποκομμένης από τους υπόλοιπους.
Αλλά οι λογαριασμοί δεν βγαίνουν και το συμπέρασμα παραμένει αυτό που αποτυπώνεται στα εσωτερικά έγγραφα του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών του 2012: Για την ώρα δεν συμφέρει.
Συνεπώς, από όλες τις ευρωπαϊκές πρωτοκαθεδρίες, η Ευρώπη ενός σκληρού πυρήνα (της Γερμανίας και των εταίρων της) που παραμένει πιστός στον «χρυσό κανόνα» και στην αρχή «για τις εξαγωγές προς τον Θεό της ανάπτυξης», αποτελεί την πιο ισχυρή τάση. Αν η άποψη περί του ανεπίλυτου διλήμματος είναι ορθή, η κατεύθυνση αυτής της βαλκανοποίησης είναι αναμφίβολη: η διάλυση είναι μόνο ζήτημα χρόνου.
Ασφάλεια: Ενσωμάτωση ή αποκλεισμός
Όσον αφορά στην ασφάλεια και τις διεθνείς σχέσεις, η κατάσταση είναι προφανής: προκειμένου να επινοήσουμε κάτι καινούριο που να είναι αποδεκτό από τους παράγοντες του πολυπολισμού για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του αιώνα (να δράσουμε ενάντια στην υπερθέρμανση του πλανήτη, να μειώσουμε τις ανισότητες και να προωθήσουμε τον αφοπλισμό των όλο και πιο καταστροφικών μέσων μαζικής καταστροφής), παρατηρούμε ότι στη Δύση εξακολουθεί να υπάρχει μια ολόκληρη πολιτική γενιά (και το δίκτυο ειδικών που είναι στην υπηρεσία της) που βγήκε από τα σπλάχνα του παλιού ηγεμονισμού, χωρίς πείρα ή ανάμνηση της ουσίας της διπλωματίας και της πολυσυλλεκτικότητας.
Ύστερα από εβδομήντα χρόνια κυριαρχίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι εντελώς απροετοίμαστες για την αλλαγή στάσης που απαιτεί η πραγματικότητα του πολυπολικού κόσμου. Συγκρουόμενες με τη Ρωσία στη Δύση και με την Κίνα στην Ανατολή, προκάλεσαν την προσέγγιση αυτών των δύο χωρών, που δεν επιθυμούν πλέον να ξαναγυρίσουν στη λογική των δύο μπλοκ, αλλά που την ίδια στιγμή δηλώνουν επίσης διατεθειμένες να συγκρουστούν ακόμη και στρατιωτικά στα κοινά τους σύνορα (Ουκρανία, και Θάλασσα της Νότιας Κίνας).
Βλέπουμε τη δύναμη της αδράνειας όλων αυτών (στην πολιτική τα think tanks και τα Μέσα Επικοινωνίας), που είναι γαντζωμένοι στην πολιτική της στρατιωτικής τιμωρίας, των κυρώσεων, της απαξίωσης του διεθνούς δικαίου και της δόλιας – επειδή είναι επιλεκτική και γεμάτη παγίδες– επίκλησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σαν λόγο επεμβάσεων και πολέμων (6).
Πολλές χώρες έχουν ήδη διαλυθεί και αντικατασταθεί από μαύρες τρύπες, σε πολλές περιπτώσεις μετά από Δυτικές επεμβάσεις που αποσκοπούν στην αλλαγή καθεστώτων στη Μέση Ανατολή, με αποτέλεσμα χιλιάδες νεκρούς (7). Στην Ευρώπη η τάση αυτή συνετέλεσε στην εκτράχυνση του δράματος της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και στη διάδοση των συγκρούσεων και των στρατιωτικών εντάσεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο: Κροατία, Βοσνία, Σερβία, Κόσσοβο, ΠΓΔΜ, Οσετία κ.λπ.
Στα πλαίσια της σοβαρής εσωτερικής κρίσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ υπάρχει επείγουσα ανάγκη «ερμηνειών», είναι εξαιρετικά επικίνδυνο το κυνήγι μαγισσών στο οποίο επιδίδονται οι Βρυξέλλες, με τη Ρωσία σαν κύριο στόχο (8). Είναι εντελώς απαραίτητο να εξασκήσουμε τη μνήμη μας και να θυμηθούμε τις εναλλαγές ενσωμάτωσης/αποκλεισμού στην ευρωπαϊκή ιστορία.
Μετά τους Ναπολεόντειους πολέμους, οι νικητές αναγνώρισαν στην ηττημένη Γαλλία το δικαίωμα συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων, πράγμα που εγκαινίασε μια μακραίωνη εποχή ειρήνης και σταθερότητας στην Ευρώπη. Αντίθετο ήταν το παράδειγμα της μετά τον Γουλιέλμο Γερμανίας, ύστερα από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και της Ρωσίας των μπολσεβίκων μετά την Επανάσταση του 1917.
Και στις δύο περιπτώσεις, οι πολιτικές αποκλεισμού – και η φοβερή στρατιωτική επεμβατικότητα στον ρωσικό εμφύλιο – είχαν δραματικές συνέπειες, ανοίγοντας το δρόμο στη συνέχεια στον ναζισμό και τον σταλινισμό.
Αυτό που παρατηρούμε στην Ευρώπη απέναντι στη Ρωσία, από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και μετά, ηχεί σαν νέα προειδοποίηση για τον κίνδυνο που ενέχει ο αποκλεισμός μιας μεγάλης δύναμης από το πεδίο λήψης αποφάσεων και της αντιμετώπισης της με κυρώσεις και επιβολή αποζημιώσεων.
Η ενσωμάτωση του πρώην ανατολικού μπλοκ έγινε αρχικά με δόλιο τρόπο. Από την κρυφή ατζέντα του επεκτατισμού του ΝΑΤΟ, που προδόθηκε από τις μυστικές συμφωνίες με τη Μόσχα που είχε αντάλλαγμα την αυτοκρατορική της υποχώρηση, προσφέρθηκε στις χώρες αυτές η είσοδος σε ένα στρατιωτικό αντιρωσικό μπλοκ, σαν προθάλαμο για την είσοδο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (9).
Για τριάντα χρόνια, αυτή η διαδικασία να χώνεις το δάχτυλο στο μάτι της ρωσικής αρκούδας, προκάλεσε τεχνητές εντάσεις που όλο και συσσωρεύονταν. Με τη στρατιωτική έκρηξη των εντάσεων αυτών, η ενστικτώδης αντίδραση της αρκούδας εξελήφθη σαν απόδειξη της επιθετικότητας της Ρωσίας, της κακεντρέχειας του αρχηγού της (εθνικιστή της Δεξιάς, δημοφιλή στην πατρίδα του επειδή σταθεροποίησε τη χώρα αν και χωρίς αναδιανομή των κερδών του πετρελαίου ή αναθεώρηση της εγκληματικής ιδιωτικοποίησης της δεκαετίας του 1990) και για την επική θέληση του «να ανοικοδομήσει τη Σοβιετική Ένωση».
Η λεγόμενη ρωσική επιθετικότητα, που στην πραγματικότητα ήταν μια αμυντική αντίδραση, προβλεπόμενη μεν, αγνοημένη δε, λειτούργησε τελικά ως αυτοεκπληρωθείσα προφητεία (10).
Για να αντιμετωπιστεί, είναι αναγκαίο η Ευρώπη να είναι στρατηγικά ανεξάρτητη και να οργανώσει ένα σύστημα ευρωπαϊκής ασφάλειας, απελευθερωμένο από τη λογική των ξεχωριστών μπλοκ, όπου η ασφάλεια κάποιων να μην κατοχυρώνεται σε βάρος της ασφάλειας κάποιων άλλων.
Δηλαδή να εφαρμοστεί ακριβώς το πνεύμα που υπήρχε πίσω από την υπογραφή της Χάρτας του Παρισιού το 1990 για μια νέα Ευρώπη της OSCE (Οργάνωση για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία της Ευρώπης). Για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητο να διαλυθεί το ΝΑΤΟ σαν στρατιωτικός συνασπισμός.
Όμως, ποιο σημερινό ευρωπαϊκό κατεστημένο θα αναλάμβανε αυτό το καθήκον στις ασταθείς σημερινές συνθήκες, όταν ακριβώς η διοίκηση του ΝΑΤΟ προσπαθεί να σπείρει αυτή την αστάθεια προωθώντας την ένταση με τη Ρωσία, προκειμένου να δικαιολογήσει την ύπαρξή του;
Οι δύο πολιτικοί που στη Γερμανία και τη Γαλλία μιλούν για τούτο, και σηκώνουν το δάχτυλο ενάντια στην απειλή πολέμου –ο Όσκαρ Λαφοντέν και ο Ζαν Λικ Μελανσόν– μετά βίας έχουν μια εκλογική δύναμη ανάμεσα στο 10 και στο 15%. Βλέπω λοιπόν μια μεγάλη αναγκαιότητα, αλλά και μια μικρή πιθανότητα.
Όμως ας φανταστούμε πως η Ευρωπαϊκή Ένωση γινόταν ένας αυτόνομος και ανεξάρτητος πόλος στον κόσμο, με τη μεγάλη δύναμη και επιρροή που προέρχεται από τις βασικές παραμέτρους του πληθυσμού της, του ΑΕΠ και της στρατιωτικής και πολιτισμικής της δύναμης. Το ερώτημα που τίθεται είναι: Για να κάνει τι; Για να συμβάλλει σε ποιον κόσμο; Το να συνεχίσει να κάνει αυτόνομα αυτό που μέχρι τώρα έκανε σαν «βοηθός σερίφη», σημαίνει να βοηθήσει πιο αποτελεσματικά και αυτόνομα στην καταστροφή, στην προοπτική των αντιμαχόμενων αυτοκρατοριών.
Το να έχει , για παράδειγμα, έναν συγκροτημένο ευρωπαϊκό στρατό για να μπορεί να κάνει πόλεμο στη Συρία, τη Λιβύη, την Ουκρανία κλπ.
Το συμπέρασμά μου είναι πως αν η Ευρώπη αποδειχτεί ανίκανη να επεξεργαστεί ένα σχέδιο δράσης στο εξωτερικό, σύμφωνα με τις προκλήσεις του αιώνα, πρέπει να το δηλώσει ξεκάθαρα. Είναι προτιμότερο να μην είναι μια μεγάλη δύναμη, αλλά ένας όσο το δυνατόν πιο αδύναμος συνασπισμός, για να ελαχιστοποιήσει την καταστροφική της δύναμη.
Υποσημειώσεις
(1) Δες τις προβλέψεις για το 2017 του LEAP, σπάνιο ανεξάρτητο φιλοευρωπαϊκό think tank γνωστό για τον κριτικό ρεαλισμό του στο GEAB, 111. 15/01/2017.
(2) Για το ναρκισσιστικό αφήγημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για τη νομιμοποίηση της δες το «Η Ευρώπη υπάρχει ή όχι;»
(3) Η εξέλιξη της αρνητικής άποψης για την Ε.Ε. είναι αποκαλυπτική: 71% στην Ελλάδα, 61% στη Γαλλία (24 μονάδες πάνω σε σχέση με το 2007) και 39% στην Ιταλία (23 μονάδες πάνω σε σχέση με το 2007). δες το Pew Research Center, Ιούνης 2016. Για την αποτυχία της ένταξης του πρώην μπλοκ της Ανατολής: Joachim Becker, Europe´s other periphery. NLR, Μάης/Ιούνης2016. Η απογοήτευση που αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις του BERD στην Ανατολή είναι ακόμη πιο μεγάλη: στην ομάδα του Βίσεγκραντ την πιο ισχυρή του πρώην ανατολικού μπλοκ, οι γνώμες για τη βελτίωση ή όχι της ζωής σε σχέση με το 1989, διχάζει τους Τσέχους, τους Σλοβάκους και τους Πολωνούς, ενώ το 80% των Ούγγρων θεωρούν πως η κατάσταση χειροτέρεψε. Στη Ρουμανία μερικές δημοσκοπήσεις δείχνουν μια προτίμηση 80% στην κατάσταση που επικρατούσε εκεί επί Τσαουσέσκου, ένα από τα χειρότερα καθεστώτα μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1980.
(4) Le Figaro, 29/01/2015
(5 )– 1992: το 50,7% των Δανών ψήφισαν ενάντια στη συμφωνία του Μάαστριχτ. Τους ανάγκασαν να ξαναψηφίσουν
– 2001: το 53,9% των Ιρλανδών ψηφίζουν ενάντια στη συμφωνία της Νίκαιας. Τους αναγκάζουν να ξαναψηφίσουν
– 2005:το 55% των Γάλλων και το 61% των Ολλανδών αρνούνται το ευρωπαϊκό σύνταγμα. Δεν διακινδυνεύουν να τους βάλουν να ξαναψηφίσουν και δύο χρόνια μετά, συμπεριλαμβάνουν ό,τι δεν έγινε αποδεκτό στο νέο σύμφωνο της Λισαβόνας.
– 2008: το 53,4% των Ιρλανδών ξανα-αντιτίθεται σε αυτό που τώρα ονομάζεται Συνθήκη της Λισαβόνας.
– 2015: ελληνικό δημοψήφισμα ενάντια στη λιτότητα (61,3%). Επιβάλλεται ακόμη μεγαλύτερη λιτότητα στους Έλληνες.
– 2016: το 61,1% των Ολλανδών απορρίπτει το Σύμφωνο συνεργασίας Ουκρανίας-Ε.Ε.
– 2016: Brexit (51,9%)
– 2016: 59,4% των Iταλών απορρίπτει τη συνταγματική μεταρρύθμιση
(6) Στη Συρία επιστρέφει στην ενεργό δράση η συμμαχία των στρατιωτικών, δημοσιογράφων και καλοπροαίρετων υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που ζητούν περισσότερο πόλεμο.
(7) Ιδού ο απολογισμός:
– Αφγανιστάν: 15 χρόνια πολέμου (για να μην πούμε 30, αν συμπεριλάβουμε και τους Σοβιετικούς), 230.000 νεκροί. Oι Ταλιμπάν είναι ακόμη ισχυροί, καταστροφές στο θέμα της ασφάλειας, και έλλειψη βελτιώσεων στον τρόπο ζωής. Η Αλ Κάιντα γεννιέται εκεί.
– Ιράκ: 13 χρόνια πολέμου ένα εκατομμύριο νεκροί . Tριχοτόμηση της χώρας και χειρότερες συνθήκες ζωής από την εποχή του Σαντάμ. Ο ISIS γεννιέται εκεί.
– Λιβύη: 5 χρόνια χάος 40.000 νεκροί, χώρα τριχοτομημένη και συνθήκες ζωής χειρότερες από την εποχή του Καντάφι. Περαιτέρω αποσταθεροποίηση της υποσαχάριας Αφρικής
– Συρία: 5 χρόνια πόλεμος 350.000 νεκροί, πιθανή διαίρεση της χώρας στα δύο ή στα τρία. Γενική κατάσταση πολύ χειρότερη από ό,τι ήταν πριν την εξέγερση
(8) Απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου της 14 Οκτώβρη 2016, όπου κατηγορούνται τα ΜΜΕ της Ρωσίας γιατί, απέναντι στην Ε.Ε. (με στόχο να «υπονομεύουν τη συνέπεια της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής»), έκαναν το ίδιο που τα δυτικά ΜΜΕ κάνουν πάντα έναντι της Ρωσίας. Γεγονός που δείχνει την αποτυχία των Ευρωπαίων απέναντι σε ορισμένα ΜΜΕ ρωσικά, όπως το κανάλι RT, που αύξησε τη θεαματικότητά του στη Δύση, συμβάλλοντας στον πλουραλισμό της προπαγάνδας. Η απόφαση παρομοιάζει την απειλή της ρωσικής προπαγάνδας με την απειλή του ισλαμικού κράτους και συνιστά μια σημαντική επίθεση στην πλουραλιστική ενημέρωση.
(9) Για το χρονικό των όρων της διαπραγμάτευσης που έθεσαν τέρμα στον ψυχρό πόλεμο στην Ευρώπη, δες R. Poch-de-Feliu, La quiebra optimista del orden europeo, en La Gran Transición. Rusia 1985-2002. Barcelona Crítica 2003.
(10) Η ομιλία του Πούτιν στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια στο Μόναχο της Βαυαρίας, στις 10 Φλεβάρη 2007, δέκα χρόνια πριν, έκφρασε καθαρά τη ρωσική άποψη.