«Και πάντα, κάτω από αυτές τις διάφορες μορφές, η σύγκρουση. Ανάμεσα σ’ αυτούς που μιλούν για δικό τους λογαριασμό και σ’ εκείνους που μιλούν για λογαριασμό των άλλων που διατάζουν. Ανάμεσα σ’ αυτούς που θέλουν ν’ αλλάξουν τη ζωή και σ’ εκείνους που θέλουν να αποκαταστήσουν αυτή την υπόκωφη βουή μιας κανονικής κυκλοφορίας στον καθημερινό ρυθμό των πραγμάτων που συμβαίνουν χωρίς να συμβούν»
Μανουέλ Καστέλς, «Πόλη και κοινωνικοί αγώνες», εκδόσεις Αγώνας
Ακούγοντας τα όσα προβλέπουν τα σχέδια του υπουργού Δημόσιας Τάξης (χρησιμοποιώ τον κανονικό τίτλο του υπουργείου κι όχι των επίσημο και ψευδεπίγραφο) για τις διαδηλώσεις, άνοιξα για μια ακόμη φορά το βιβλίο του Καστέλς…
Μετά σκεφτόμουν: Τι ξέρει ο υπουργός –ο κάθε υπουργός– για την πόλη την οποία υποτίθεται θέλει να προστατέψει;
Κάθε γωνιά και κάθε πέτρα της είναι μια ιστορία. Και δίπλα στην επίσημη Ελλάδα των καναλιών, των ριάλιτι και των υπουργών, υπάρχει κι εκείνη η άλλη Ελλάδα.
Δίπλα στην Αθήνα των μεγαλεπήβολων σχεδίων υπάρχει αυτή η Αθήνα που αγαπάμε και μισούμε ταυτόχρονα. Η Αθήνα που διδάσκει Ιστορία. Κι ευτυχώς τα τελευταία χρόνια, μετά από ένα μεγάλο κενό χωρίς αθηναιογράφους όπως ο Καμπούρογλου ή πιο πρόσφατα ο Καιροφύλλας, έρχονται άνθρωποι που περπατάνε την πόλη, που τη μελετάνε, που τη γνωρίζουν και μας τη γνωρίζουν.
Συστηματικά, μέσα από κείμενά του στην Καθημερινή, μέσα από περιπάτους αλλά και μέσα από τα βιβλία του, ο Νίκος Βατόπουλος είναι θα έλεγα ο αθηναιογράφος του 21ου αιώνα, πατώντας ωστόσο και στο παρελθόν. Χωρίς εύκολες «νοσταλγίες». Με ανάδειξη όχι μόνο των μεγάλων θεμάτων, αλλά κι εκείνων των πολύ μικρών. Αυτών που δεν θα λέγονταν ίσως σε μια επίσημη ξενάγηση.
«Αναρωτιέμαι συχνά αν όλα αυτά που συγκινούν κάποιους σήμερα στην Αθήνα θα ορίζουν έναν τόπο συγκίνησης και για τις γενιές που θα έρθουν. Όσοι μελετούν το αστικό τοπίο επιθυμούν τέτοια ταξίδια στον χρόνο, στο παρελθόν και στο μέλλον. Σκέφτομαι συχνά πώς θα ήταν να περπατούσα στην οδό Πατησίων το 1955 ή στην οδό Ακαδημίας το 1910», γράφει στο βιβλίο «Οι μικροί δρόμοι της Αθήνας», όπου μας παίρνει από το χέρι και μέσα από τα κείμενα και τις φωτογραφίες μας ταξιδεύει σε μια πόλη άγνωστη στους περισσότερους. Ένας θυρεός στα Κάτω Πετράλωνα, ένα περιδέραιο στην οδό Ρεμούνδου, ένα παλιό σπίτι στην οδό Βάκχου, ένα τριώροφο στην οδό Πολυτεχνείου και τόσα ακόμα…
Μια πόλη που μένει δυστυχώς αθέατη ακόμη και σε αυτούς που την υπερασπίζονται.
«Στο βάθος του αιώνα – ένα αφήγημα για την Αθήνα» το πιο πρόσφατο βιβλίο που κυκλοφορεί και αυτό από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, μας παρουσιάζει ένα πολύχρωμο χρονικό της πόλης των τελευταίων δεκαετιών. Σπίτια, δρόμοι, αλλά και αφίσες κινηματογραφικές, διαφημίσεις, έντυπα…
«Αναπόφευκτα, όλη εκείνη η ποιητική αύρα της Αθήνας που άλλαζε εκείνα τα χρόνια, μετά το 1960 και το 1970, συνοδεύεται και από την υλική της διάσταση, τις πέτρες και τους σοβάδες, τους κασμάδες, τις μπουλντόζες, αλλά και τα σώματα των οικοδόμων. Ο ήχος της αξίνας στην πέτρα των νεοκλασικών σπιτιών της Αθήνας, όπως έπεφταν το ένα μετά το άλλο, είναι σαν το σάουντρακ μιας εποχής τόσο αμφίθυμης, που στην αναπόλησή της είναι πραγματικά ερωτική…» γράφει και θυμάται τον εαυτό του έξω από το κτίριο της Ακαδημίας Αθηνών, στη στάση του τρόλεϊ να βλέπει το απέναντι ετοιμόρροπο σπίτι του 1842, που δεν υπάρχει πια.
Αυτά εν έτει 1978. Το δικό μου βίωμα είναι μια μεγάλη μαθητική συγκέντρωση εναντίον της μείωσης των εισακτέων στα ΑΕΙ, που είχε επιχειρήσει η τότε κυβέρνηση της ΝΔ και επαναλαμβάνει η σημερινή, σε πολύ χειρότερες συνθήκες…
Η Αθήνα έχει πολλές όψεις. Και χρειάζεται τέτοια ευαίσθητα και γεμάτα γνώση βλέμματα. Όπως αυτό που ρίχνει ο συγγραφέας-οδοιπόρος στο εσωτερικό ενός σπιτιού της Ιουλιανού, όπου μια γηραιά κυρία το διατηρεί άψογο σαν «χρονοκάψουλα» της δεκαετίας του ’30, «από τα μαχαιροπίρουνα στα συρτάρια της κουζίνας ως τα πορσελάνινα σερβίτσια στον μπουφέ και τα παιδικά παιχνίδια του Μεσοπολέμου»…
Είναι μια πραγματική εξερεύνηση που σε βοηθά όχι μόνο να ανακύψεις την πόλη, αλλά να ετοιμάσεις το βλέμμα σου για να βλέπει πραγματικά και να μην προσπερνά αδιάφορο τα πράγματα.
Όσο κι αν μας έχει βολέψει το μετρό, αυτή η «πόλη κάτω από την πόλη» στις μετακινήσεις μας, τόσο μας έχει κάνει να χάσουμε τη διαδρομή. Βεβαίως όταν τρέχεις για το μεροκάματο αυτή η διαδρομή μοιάζει πολυτέλεια. Όμως, δεν ξέρω, είναι σα να χάνεις κάτι. Να σου διαφεύγει η πραγματικότητα του κόσμου όπου ζεις.
Αντί για δικό μου επίλογο, δίνω τον λόγο πάλι στον συγγραφέα:
«Σε έναν μοναχικό περίπατο σε ένα δρομάκι της Αθήνας, μπροστά σε μια γερασμένη πολυκατοικία, τόσο αληθινή και τόσο αθηναϊκή όσο η ζώσα μνήμη μπορεί να πάει πίσω, θα σταθώ σιωπηλός. Θα αναζητήσω εκείνο το αχαρτογράφητο ίχνος, που κάθε φορά θα έχει άλλη μορφή, αλλά γνωρίζω πλέον πως με περιμένει στην επόμενη στροφή, πως υπάρχει πριν από μένα και θα συνεχίσει σαν μια κουκκίδα στον ορίζοντα.
ΥΓ.: Το βιβλίο περιλαμβάνει και πολύ ενδιαφέρουσα βιβλιογραφία για όσους θέλουν να γνωρίσουν καλύτερα την Αθήνα.