Συνεχίζουμε για τέταρτη εβδομάδα την παρουσίαση της συζήτησης μεταξύ του αντιπροέδρου της Βολιβίας και Ευρωπαίων διανοουμένων, που πραγματοποιήθηκε φέτος στην έδρα του Γαλλικού Κ.Κ. στο Παρίσι, με εκτενή αποσπάσματα της παρέμβασης του Αντρέ Τοζέλ. Ο Αντρέ Τοζέλ, γεννημένος το 1941, είναι φιλόσοφος και πανεπιστημιακός. Ξεκινώντας τη δράση του ως μέλος της προοδευτικής πτέρυγας της καθολικής νεολαίας, επηρεάστηκε από τον Αλτουσέρ και, το 1968, οργανώθηκε στο μαοϊκό ρεύμα. Το 1972 εντάχθηκε στο Γαλλικό Κ.Κ., από το οποίο αποχώρησε δώδεκα χρόνια αργότερα. Επαναπροσέγγισε την οργανωμένη πολιτική δράση μέσω του Μετώπου της Αριστεράς το 2012. Σαν πανεπιστημιακός και συγγραφέας ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη σκέψη του Σπινόζα και του Γκράμσι. Από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει δεκάδες βιβλία του. Διεύθυνε, μεταξύ άλλων, το Κέντρο Ιστορίας των Συστημάτων Σύγχρονης Σκέψης (Παρίσι) και το Κέντρο Ερευνών Ιστορίας των Ιδεών (Νίκαια). Συμμετέχει εδώ και χρόνια στο κίνημα λαϊκής εκπαίδευσης.
Η παρέμβαση του Αντρέ Τοζέλ στη συζήτηση με τον Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα
Ο Τοζέλ, στο επίκεντρο της προβληματικής του οποίου είναι πάντα η πολιτική της χειραφέτησης, ξεκινά την παρέμβασή του εξηγώντας γιατί ενδιαφέρει τους Ευρωπαίους αυτό που συμβαίνει σήμερα στη Βολιβία «ενώ στη δική μας ήπειρο η προοπτική της χειραφέτησης μοιάζει να σβήνει και οι Αριστερές βρίσκονται σε πορεία εξαφάνισης». Αναφέρεται στον πρωτότυπο χαρακτήρα ενός πολυεθνικού κράτους στην καρδιά της Λατινικής Αμερικής και στα μέχρι σήμερα επιτεύγματά του, τονίζοντας: «Όλα αυτά μοιάζουν να ιχνογραφούν ένα σοσιαλισμό του 21ου αιώνα που, για την Ευρώπη, παραμένει μέχρι στιγμής μακρινό όνειρο». Αμέσως μετά όμως υπογραμμίζει ότι «δεν μπορούμε, παρ’ όλα αυτά, να ζητούμε από τη βολιβιάνικη εμπειρία αυτό που δεν μπορεί να μας προσφέρει – δηλαδή την κατανόηση αυτής καθαυτής της δικής μας ιστορικής κατάστασης». Και περνά απευθείας στην αποτίμηση του παρελθόντος που «μας έφερε στη σημερινή κρίση η οποία διαπερνά την καπιταλιστική Ευρωπαϊκή Ένωση».
Καταστροφή του κράτους πρόνοιας
Η ευρωπαϊκή οικοδόμηση ξεκίνησε υποχρεώνοντας τα εθνικά κράτη να απεμπολήσουν σταδιακά μια σειρά δικαιώματα και κυριαρχικά προνόμια προκειμένου να ενταχθούν σε ένα πλαίσιο συντονισμού εθνικών κρατών που τα ενώνει το ίδιο κοινωνικό συμβόλαιο [ΣτΜ: το οποίο αναγκάστηκαν να συνάψουν οι άρχουσες τάξεις με τα λαϊκά κινήματα, παραχωρώντας κράτος πρόνοιας και δικαίου]. Όσο διάρκεσε αυτός ο συμβιβασμός, οι λαϊκές μάζες δεν ένιωθαν ότι η ευρωπαϊκή οικοδόμηση είναι εχθρός τους. Την αντιμετώπιζαν περισσότερο ως ένα θεσμό που γενικεύει το κράτος πρόνοιας. Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και του ανατολικού μπλοκ, θεωρήθηκε ότι αυτό το καθεστώς κράτους πρόνοιας θα συνεχιζόταν υπό σοσιαλδημοκρατική ηγεμονία. Αποδείχτηκε ότι αυτή ήταν μια εσφαλμένη πεποίθηση. Εκείνη ακριβώς την περίοδο εξαπολύθηκε μια «παθητική επανάσταση» υπό νεοφιλελεύθερη ηγεμονία, προετοιμασμένη καιρό πριν από ένα δίκτυο θεωρητικών, πολιτικών και επιχειρηματιών. Η καταστροφή του κράτους πρόνοιας έγινε ακριβώς ο μεταβατικός στόχος τους, η υλοποίηση του οποίου ήταν απαραίτητη για να επιβληθεί το βασίλειο των ελεύθερων συναλλαγών και της ανταγωνιστικότητας, ο θρίαμβος μιας αρπακτικής χρηματοπιστωτικής οικονομίας, η εξάλειψη των κοινωνικών δικαιωμάτων και των δημόσιων υπηρεσιών, το ξερίζωμα των κοινών αγαθών και της αλληλεγγύης.
Μορφές κυριαρχίας και ηγεμονίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Η ευρωπαϊκή οικοδόμηση που έγινε Ευρωπαϊκή Ένωση αποδείχτηκε ότι είναι ο ένοπλος βραχίονας αυτής της νεοφιλελεύθερης παθητικής επανάστασης. […] Η Ευρωπαϊκή Ένωση –ούτε κράτος, ούτε ομοσπονδία– θρονιάστηκε ως διακυβέρνηση που ελέγχει και προσανατολίζει σε μια όλο και πιο νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση την πολιτική των κρατών μελών. Μπόρεσε έτσι να διευρυνθεί και να μετατρέψει αυτή τη διεύρυνση σε μια σχεδόν αυτοκρατορική διείσδυση στην ανατολική Ευρώπη, ώστε να συγκροτηθεί ως υποϊμπεριαλιστική δύναμη στο πλάι των ΗΠΑ – που είναι οικονομικός ανταγωνιστής, αλλά αναγνωρίζονται ως πολιτικός και πολιτιστικός κυρίαρχος. […] Στη διάρκεια της βαθιάς χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, η ευρωπαϊκή διακυβέρνηση δεν δίστασε ούτε μπροστά στον κίνδυνο να ενισχύσει τις εσωτερικές ανισότητες μεταξύ του Βορρά και του Νότου της. Η επιδιωκόμενη και εξυμνηθείσα συνομοσπονδιοποίηση αποδείχτηκε ότι είναι μια μορφή εσωτερικής περιφερειακής κυριαρχίας του Βορρά πάνω στο Νότο (τα PIGS), ενώ στο Βορρά έδωσε μορφή σε μια εθνική ηγεμονία – αυτή της Γερμανίας. Το δημόσιο χρέος κατέστη μέσο ολοκληρωτικής άσκησης εξουσίας – που δεν δίστασε να μετατρέψει την Ελλάδα σε έθνος φτωχοποιημένο και ταπεινωμένο, σε προτεκτοράτο.
Βαθιά κρίση της γαλλικής Αριστεράς
Είναι με βάση τα παραπάνω προαπαιτούμενα μιας ευρωπαϊκής λευκής τρομοκρατίας που πρέπει να κατανοήσουμε τη σχεδόν εξαφάνιση της καθεστωτικής Αριστεράς, όπως και τα διαδοχικά (και σήμερα αναμεμειγμένα) συναισθήματα ανημπόριας, οργής και ιδεολογικής σύγχυσης που κυριάρχησαν στους πληθυσμούς και κανοναρχούν την κοινή λογική τους. […] Η Αριστερά διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη. Έχει σχεδόν καταστραφεί. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα ολοκλήρωσε την ενσωμάτωσή του στη νεοφιλελεύθερη ευρωπαϊκή διακυβέρνηση, διαδικασία που ξεκίνησε την περίοδο του Μιτεράν, και σήμερα λειτουργεί ως λάιτ φράξια του μεγάλου και ενιαίου νεοφιλελεύθερου καπιταλιστικού κόμματος. […] Το Κομμουνιστικό Κόμμα υποβαθμίστηκε σε μια ισχνή οργάνωση με ένα μικρό εκλογικό κεφάλαιο σε επίπεδο δήμων και σε ορισμένες συνδικαλιστικές δυνάμεις. Ταλαντεύεται δίχως επιτυχία ανάμεσα στην ελπίδα ότι το Σοσιαλιστικό Κόμμα θα ξαναγίνει σοσιαλιστικό, και στην επιδίωξη ενός Μετώπου της Αριστεράς που κατέληξε να ξαναγίνει εκλογικό καρτέλ. Η άκρα Αριστερά είναι ικανή για αναλύσεις, αλλά δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει επαφή με τις μισθωτές μάζες και τα τεράστια στρώματα πρεκάριων που γεννήθηκαν μέσα στα 20 τελευταία χρόνια. […]
Αναζητείται η μίνιμουμ σύνθεση που θα συναρθρώσει τις αντιστάσεις
Ένας κόσμος που είχε σαφή ορόσημα καταρρέει, κι ένας άλλος γεννιέται, χωρίς καμιά σαφήνεια ως προς το μέλλον του, στα πλαίσια μιας μη αναστρέψιμης «οργανικής κρίσης» (με την γκραμσιανή έννοια) που μπορεί να οδηγήσει σε αυτοκαταστροφή. Η αίσθηση της αδυναμίας δεν εμποδίζει μονάχα τη σύγκλιση των αντιστάσεων: εμποδίζει κυρίως την κατανόηση των μετασχηματισμών του κόσμου που οδήγησαν στη δίχως προηγούμενο ιστορική ήττα του σύγχρονου κινήματος. Αυτή η αδυναμία είναι που εμποδίζει τις όλο και πολυπληθέστερες θεωρητικές κριτικές του νεοφιλελευθερισμού και του νεοκαπιταλισμού να καταλήξουν σε μια μίνιμουμ σύνθεση, ικανή να δώσει νόημα στις διάφορες αντιστάσεις και να τις συναρθρώσει σε μια πραγματικά πληθυντική και μαζική δύναμη κρούσης. […]