Τον διαχρονικό δαίμονα καλείται να αντιμετωπίσει το ελληνικό πανεπιστήμιο
Διανύοντας μια μακρόχρονη πορεία μεθοδευμένης υποβάθμισης μέσω της υποχρηματοδότησής του, το ελληνικό πανεπιστήμιο καλείται να αντιμετωπίσει σήμερα και τον επιπλέον διαχρονικό δαίμονα που κατά καιρούς έχει στοιχειώσει και απασχολήσει αρκετές δομές του Δημοσίου. Ο δαίμονας αυτός δεν είναι άλλος από τη «κακοδιαχείριση» που εμφανίζεται εκεί που υπάρχει διαχείριση δημοσίων πόρων και υποδομών.
Έτσι, λοιπόν, αναπάντητα ερωτήματα και ασαφείς δηλώσεις από τις εκάστοτε διοικήσεις έρχονται να δώσουν ένα σήμα αδιαφάνειας στο μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα της χώρας το ΑΠΘ. Το ΑΠΘ αποτελεί ένα μεγάλο ίδρυμα με πάρα πολλές υποδομές (από φοιτητικές εστίες και λέσχες έως κατασκηνώσεις και δασικές εκτάσεις) με αποτέλεσμα να διαχειρίζεται εκατομμύρια ευρώ τα οποία προέρχονται είτε μέσω κονδυλίων είτε ακόμη και από τα αμφισβητούμενα (από πολλούς) έσοδα του πανεπιστημίου (από ιδιώτες).
Το ΑΠΘ διαθέτει σημαντική ακίνητη περιουσία που προέρχεται κυρίως από κληροδοτήματα. Το ειδικό νομικό καθεστώς που διέπει τη διαχείριση κάθε κληροδοτήματος δημιουργεί σημαντικά προβλήματα για την σωστή αξιοποίηση της. Την ακίνητη περιουσία τη διαχειρίζεται Εταιρία Αξιοποίησης και Διαχείρισης Περιουσίας του ΑΠΘ (ΕΑΔΠ), με μοναδικό μέτοχο το ΑΠΘ, Γενική Συνέλευση τη Σύγκλητο του ιδρύματος και την προεδρεία του πρύτανη. Πριν από 2 χρόνια υπήρξε εισαγγελική παρέμβαση και αιφνιδιαστική και χωρίς αιτιολόγηση παραίτηση του διευθυντή της εταιρίας. Όπως προέκυψε από έρευνα του ΣΔΟΕ, ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας φέρεται ότι δεν εισέπραττε, ως όφειλε, τα μισθώματα από τους επιχειρηματίες που εκμεταλλεύονταν τα κυλικεία. Συγκεκριμένα, κατηγορείται ότι δεχόταν μεταχρονολογημένες επιταγές, δεν καταλόγιζε τόκους υπερημερίας, έδινε σιωπηρές παρατάσεις στην εξόφληση των ενοικίων, δεν εισέπραττε επιταγές που είχε στα χέρια του κ.ά. Σύμφωνα με το ΣΔΟΕ, κατά την 5ετία 2008-2012 το πανεπιστήμιο ζημιώθηκε με το ποσό του 1 εκατομμυρίου 23 χιλιάδων ευρώ. Για την υπόθεση ασκήθηκε ποινική δίωξη, σε βαθμό κακουργήματος.
Στην ιδιοκτησία του ΑΠΘ ανήκουν εκτάσεις για την εξυπηρέτηση των εκπαιδευτικών αναγκών των σχολών του Γεωτεχνικού Τομέα. Δασικές εκτάσεις στο Περτούλι Τρικάλων και τον Ταξιάρχη Χαλκιδικής για τη Δασολογική Σχολή, το Αγρόκτημα της Θέρμης για τη Γεωπονική σχολή, εκτάσεις στο Κολχικό Λαγκαδά για την Κτηνιατρική Σχολή. Τη διαχείριση των παραπάνω εκτάσεων την έχουν συμβούλια υπό τον πρύτανη και τον πρόεδρο κάθε σχολής. Ουδείς γνωρίζει αν αποφέρουν έσοδα και αν καλύπτουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες για τις οποίες προορίζονται και είναι ορατός πλέον ο κίνδυνος απαξίωσης τους.
Σημαντικό περιουσιακό στοιχείο -αμφισβητείται το ιδιοκτησιακό καθεστώς-είναι η Κατασκήνωση της Καλάνδρας στη Χαλκιδική, την οποία ορέγεται και το ΤΑΙΠΕΔ.
Πρόβλημα αποτελούν εποπτευόμενα ιδρύματα-κληροδοτήματα όπως το Τελλόγλειο, τα οποία χωρίς να προσφέρουν ούτε στο Πανεπιστήμιο ούτε στην πόλη, επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό, ενώ θα μπορούσαν οι δομές αυτές να προσφέρουν σημαντικό κοινωνικό έργο.
Μέσα στις εγκαταστάσεις του ΑΠΘ λειτουργούν κυλικεία και φωτοτυπάδικα που μαζεύουν αρκετά χρήματα, χωρίς να είναι σαφές το καθεστώς και ο έλεγχος διαχείρισης. Στη διάρκεια της πρυτανείας Μυλόπουλου σε όλα τα κυλικεία τη διαχείριση ανέλαβε η ΕΑΔΠ/ΑΠΘ με προσωπικό και φοιτητές. Λίγο πριν από τη λήξη της θητείας Μυλόπουλου και όταν αποδείχτηκε ότι η Εταιρεία δεν διέθετε καθόλου αποθεματικό αλλά χρέη, τα κυλικεία δόθηκαν ξανά σε ιδιώτες εκτός των 4 μεγάλων σχολών που είναι «αυτοδιαχειριζόμενα».
Το ΑΠΘ διαθέτει επιτροπή ερευνών (ΕΛΚΕ) η οποία είναι καλά οργανωμένη γιατί πρέπει να αποδίδει λόγο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να δίνει οικονομικό απολογισμό σε κάθε φορέα που χρηματοδοτεί ερευνητικό πρόγραμμα. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι το υπουργείο έχει υποχρεώσει τα αποθεματικά του ΕΛΚΕ να χρησιμοποιηθούν για τις πάγιες ανάγκες των ιδρυμάτων, ενώ τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν να στηρίξουν την έρευνα και ιδιαίτερα την εξασφάλιση ερευνητικών υποδομών. Ο αντίλογος όμως του υπουργείου στο επιχείρημα αυτό είναι ότι σε αρκετές περιπτώσεις τα αποθεματικά αυτά χρησιμοποιήθηκαν για σκοπούς που ελάχιστη σχέση είχαν με την έρευνα (π.χ. αντιμισθίες, προσλήψεις συνεργατών κ.λπ.) που αποτελεί μια γνωστή κατάσταση στους κύκλους κυρίως των μεταπτυχιακών και διδακτορικών φοιτητών τους οποίους «χειρίζονται» οι καθηγητές που αναλαμβάνουν τα προγράμματα. Η λογοδοσία της προμήθειας που πρέπει να κατακρατεί το πανεπιστήμιο από τα ερευνητικά προγράμματα των καθηγητών, είναι ζητούμενο. Επίσης, ουδέποτε ελέγχθηκε αν οι καθηγητές που παράλληλα ασκούν και ελεύθερο επάγγελμα, αποδίδουν στο πανεπιστήμιο το προβλεπόμενο ποσοστό από την αμοιβή τους. Βέβαια, ο σχετικός νόμος είναι ιδιαίτερα χαλαρός αφήνοντας παραθυράκια για τέτοιες ενέργειες.
Ένα από τα σκοτεινότερα σημεία σήμερα από άποψη διαφάνειας φαίνεται να αποτελεί η νέα επιτροπή των φοιτητικών εστιών, που συντάσσεται από ένα συμβούλιο καθηγητών που ανήκουν στον κλειστό κύκλο του πρύτανη και εναλλάσσονται κάθε χρόνο. Η επιτροπή αυτή έχει την απόλυτη διαχείριση τόσο του προϋπολογισμού όσο και της ρύθμισης των λειτουργικών αναγκών των φοιτητικών εστιών, συγκεντρώνοντας έτσι την πλήρη εξουσία στη λήψη αποφάσεων. Τι άλλο θα μπορούσε να συμπεράνει κάποιος από μια επιτροπή η οποία συνεδριάζει σε μια κλειστή χωρίς την παρουσία των φοιτητών και χωρίς μάλιστα να γίνεται ενημέρωση για το χρόνο και το τόπο της συνεδρίασης που αφορά την στέγαση χιλιάδων φοιτητών; Η κλειστή αυτή διαδικασία εγείρει αρκετά ερωτήματα για την αξιοποίηση των κονδυλίων και όχι μόνο.
Όσον αφορά τη Φοιτητική Λέσχη ούτε λίγο-ούτε πολύ, όλοι έχουμε ακούσει μέσω των παρεμβάσεων ή κινήσεων ομάδων φοιτητών τις απόπειρες διάφορων κατά καιρούς πρυτάνεων για την ιδιωτικοποίηση της φοιτητικής λέσχης. Ήδη τα τελευταία χρόνια επιμέρους συμφωνίες με ιδιωτικά catering, που έχοντας ως στόχο τη μείωση των δαπανών τους φυσικά, επιδιώκουν να ελαττώσουν κάθε ακαδημαϊκό έτος τον αριθμό των σιτιζόμενων. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει την απόπειρα της Γευσήνους τον περασμένο Νοέμβρη, να περιορίσει τον αριθμό των δικαιούχων φοιτητών, εξασφαλίζοντας έτσι μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους σε βάρος του Δημοσίου, ενώ είχε λάβει ποσά για τη κάλυψη αρκετά μεγαλύτερου αριθμού δικαιούχων.
Οι οπαδοί του νόμου Διαμαντοπούλου, εκμεταλλεύονται την κατάσταση αυτή για να στηρίξουν την αναγκαιότητα της ύπαρξης του Συμβουλίου Ιδρύματος που θα ελέγχει τα πάντα, άρα και τον συνολικό προϋπολογισμό καθώς επίσης και την δημιουργία του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου στο οποίο θα διοχετευτεί η διαχείριση της περιουσίας του ιδρύματος και των κληροδοτημάτων δημιουργώντας ένα συγκεντρωτικό μοντέλο με επιχειρηματικά κριτήρια.
Καταλήγοντας, η τοποθέτηση των πρυτάνεων και άλλων διοικητικών αρχών περιορίζεται στο γεγονός της υποχρηματοδότησης (ο κυριότερος παράγοντας υποβάθμισης), αμελώντας την ενημέρωση της πανεπιστημιακής κοινότητας για όλη την έκταση των οικονομικών δραστηριοτήτων. Η πανεπιστημιακή κοινότητα και κατ’ επέκταση ο κάθε Έλληνας φορολογούμενος θα πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζουν πως κατανέμονται και για ποιους σκοπούς διατίθενται τα χρήματα τους. Οι Διοικήσεις των ΑΕΙ οφείλουν να δώσουν στο φως της δημοσιότητας όλες τις πτυχές της διαχείρισης των ιδρυμάτων, να θεσμοθετηθεί ο δημόσιος έλεγχος όχι μόνο της νομιμότητας αλλά και της σκοπιμότητας διάθεσης των πόρων. Η πανεπιστημιακή κοινότητα πρέπει να απαιτήσει και να διεκδικήσει δημοκρατική Διοίκηση, κοινωνικό έλεγχο και λογοδοσία και να μπει τέλος στο καθεστώς των εργολαβιών με άμεσες προσλήψεις μόνιμου προσωπικού.
Σε μια τέτοια περίοδο λοιπόν που η έννοια, ο ρόλος και η σημασία του πανεπιστημίου απαξιώνονται μέρα παρά μέρα, η ακαδημαϊκή κοινότητα οφείλει να πάρει θέση διεκδίκησης και διαφάνειας ώστε το ελληνικό πανεπιστήμιο να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στο ρόλο του για τη διέξοδο της νεολαίας και της χώρας.
Ομάδα φοιτητών ΑΠ