του Κώστα Γκιώνη
Περνώντας την Κυπαρισσία και κατευθυνόμενος προς Φιλιατρά, στη Φαρακλάδα Μεσσηνίας, στο δεξί σου χέρι, συναντάς μια πινακίδα που γράφει «Αγρόκτημα Ομορφιές και Δυσκολίες». Στρίβοντας και μπαίνοντας στο αγρόκτημα των 100 στρεμμάτων βρίσκεσαι ξαφνικά σε έναν μαγικό τόπο, μια ονειρούπολη: είναι το αποτέλεσμα μιας τεράστιας προσπάθειας 40 χρόνων ενός και μοναδικού ανθρώπου, του Μήτσου Τσίγγανου ή αλλιώς Μήτσιγκαν, όπως τον έκανε τραγούδι ο φίλος του ηθοποιός και συντοπίτης Νίκος Καλογερόπουλος.
Ο Μήτσος Τσίγγανος είναι ένας καουμπόυ του παρελθόντος που οραματίζεται το μέλλον. Κορφοπατώντας στις αναμνήσεις των παιδικών του αναμνήσεων, φτιάχνει το σκηνικό του αύριο. Σπούδαζε σκηνοθέτης στην Αθήνα όταν αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω και να αναλάβει το κτήμα των υπέργηρων γονιών του. Εκατό στρέμματα με καλλιέργειες καρπουζιών, γλυκοπατάτες, ντομάτες, μπρόκολα, κολοκύθια και άλλα, ανάλογα την εποχή. Δημιούργησε δεξαμενές νερού, όπου το νερό περνάει μέσα από ένα μηχανοστάσιο οξυγονώνοντάς το, ώστε να κρατάει σταθερό το ph του για να δουλεύει σωστά η υδροπονία. Στο χώρο επίσης υπάρχει συσκευαστήριο προϊόντων.
Ο Μήτσιγκαν γέμισε τον τόπο δέντρα και λουλούδια, και μεταμόρφωσε τις αποθήκες και τους στάβλους σε αυτόνομες κατοικίες. Αυτές τις στόλισε με εκατοντάδες αντικείμενα, που κάποια τα είχε, πολλά τα βρήκε πεταμένα, ενώ άλλα του τα χάρισαν φίλοι και γνωστοί – πράγματα που σε γυρίζουν βαθιά πίσω στο χρόνο. Οι τοίχοι είναι γεμάτοι με αφίσες κινηματογραφικών ταινιών ή με ποιήματα, που αποτελούν την άλλη μεγάλη αγάπη του. Παντού στους χώρους, εσωτερικά και εξωτερικά, ακούγεται απαλή μουσική. Τα πάντα στο αγρόκτημα είναι ένα κινηματογραφικό σκηνικό, κι ο ίδιος πρωταγωνιστής μιας παράστασης που περιμένει έναν Κουστουρίτσα να τον κατευθύνει με τη σκηνοθετική του μπαγκέτα. Άλλωστε αυτό είναι ένα όνειρο καλά φωλιασμένο στα εσώψυχά του!
Ένα κτήμα πολλών χρήσεων
Ο Μήτσος Τσίγγανος έκανε τον χώρο κέντρο περιβαλλοντικών και πολιτιστικών δράσεων. Υπάρχει σινεμά χειμερινό και θερινό, όπως επίσης και μια μουσειακή-ατμοσφαιρική αίθουσα εκδηλώσεων και συσκέψεων. Εκεί πραγματοποιούνται θεατρικές παραστάσεις, όπως και παρουσιάσεις βιβλίων, μπαζάρ ρούχων και άλλες δραστηριότητες. Ο ίδιος λέει: «Βαρέθηκα στο κτήμα, έχουν πέσει πολλά στην πλάτη μου, θέλω να τα τουμπάρω όλα, να μαζέψω ιστορίες που θα έχουν ομορφιές και δυσκολίες, να τις βάλω στο δισάκι μου για να ξαναξεκινήσω αυτό που κάνω»…
Στην περιοχή τον αποκαλούν Καρπουζά και, παρόλο που η οικογένεια του ασχολείται με τα καρπούζια από το 1945, ο Μήτσιγκαν υποστηρίζει ότι το καρπούζι είναι σαν την πόκα: δεν μαθαίνεται ποτέ. Επίσης ισχυρίζεται ότι ο «βασιλιάς» του καρπουζιού, ο μοναδικός μονάρχης που αναγνωρίζει ο ίδιος, είναι το άσπερμο καρπούζι – διότι δεν έχει στο γενετικό υλικό του σπόρια για να ζαχαρώσει. Γι’ αυτό το ζητούν τα κρουαζιερόπλοια! Λέει επίσης πως δεν έχει αλλάξει η γεύση του καρπουζιού, αλλά ο τρόπος καλλιέργειας. Τα σάκχαρα του καρπουζιού ξεκινούν από 8.500 και φτάνουν τις 17.000. Το καρπούζι δεν προλαβαίνει να ωριμάσει τελείως, επειδή στην αγορά δεν πωλούνται ώριμα φρούτα.
Λέει κι άλλα: ότι αυτό που ζούμε είναι κρίση πολιτισμού. Ότι βιώνουμε έναν βαθύ φασισμό. Ότι έχουν στήσει ένα μπλοκ τρομοκρατίας: ανοίγεις την τηλεόραση κι αντί να χαρείς, παίρνεις βάλιουμ! Οι γονείς του δεν είναι στη ζωή, αδέλφια δεν έχει: αυτός ο χώρος έγινε με μεράκι αλλά και ως «παγίδα» για να προσελκύει φίλους και γνωστούς. Κατά καιρούς φίλοι του σκηνοθέτες, λογοτέχνες κ.λπ. έχουν απομονωθεί για να γράψουν στους χώρους τους αγροκτήματός του.
***
Σε κάποιο ταξίδι μας με τον Δημήτρη Παπαχρήστο στην περιοχή, περάσαμε από το σπίτι του Διονύση Μαυρογένη, του γνωστού από τη Συντονιστική Επιτροπή της κατάληψης του Πολυτεχνείου το 1973. Αυτός βάλθηκε να μας δείξει τα μέρη του, κι έτσι καταλήξαμε στο κτήμα του Μήτσιγκαν. Και σκεφτήκαμε ότι αυτός ο χώρος θα πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει. Να τα καταφέρει μόνο με την παραγωγή των προϊόντων του, είναι αρκετά δύσκολο. Οπότε αξίζει, αν βρεθείτε στην περιοχή, να μείνετε έστω και για μια-δυο μέρες εκεί: δεν κοστίζει πολλά, και σίγουρα θα είναι εμπειρία ζωής.