«Ν’ αγωνίζεσαι γιατί έτσι προστάζει το χρέος που εσύ, λεύτερα διάλεξες ν’ ακολουθήσεις. Χωρίς φόβο κι ελπίδα. Όρθιος στην άκρα του γκρεμού.
(Ν. Καζαντζάκης)
Μάιος 1941. Η Κρήτη είναι το μοναδικό τμήμα της Ευρώπης που δεν βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο των Γερμανών ή των συμμάχων τους. Στόχος της Γερμανίας ήταν η κατάληψη της Κρήτης σε 24 ώρες προκειμένου να εξασφαλίσει τα νώτα της στη Μεσόγειο, ενόψει της επικείμενης επίθεσής της στη Ρωσία και τη βόρεια Αφρική, με εφαλτήριο την Κρήτη, λόγω ακριβώς της ιδιαίτερης γεωστρατηγικής της θέσης
Η επιχείρηση αυτή θα ήταν η πρώτη προσπάθεια κατάληψης στόχου από αέρος. Καθώς, όμως, η απόφαση πάρθηκε κι αποφασίστηκε σε λιγότερο από ένα μήνα, δεν υπήρξε ο επαρκής χρόνος για τη μελέτη των συνθηκών που οι εχθρικές δυνάμεις θα αντιμετώπιζαν σε ξένο έδαφος. Η γερμανική, άλλωστε, κατασκοπεία είχε προβλέψει ότι οι Κρητικοί θα υποδέχονταν τους Γερμανούς ως απελευθερωτές, λόγω των ισχυρών αντιμοναρχικών πεποιθήσεών τους και ότι θα ήθελαν να συμμετάσχουν κι αυτοί στην «ευνοϊκή συμφωνία» της ηπειρωτικής Ελλάδας. Ήξεραν ότι οι Κρητικοί ήταν άοπλοι και πως οι νέοι ήταν ακόμη επιστρατευμένοι στο μέτωπο της Αλβανίας κι ακόμη πως οι Βρετανοί (στους οποίους είχε ανατεθεί η άμυνα της Κρήτης) ούτε στρατό αλλά ούτε και αεροπλάνα είχαν για να αντιτάξουν σοβαρή αντίσταση απέναντι στους σιδηρόφρακτους πολεμιστές της Βέρμαχτ.
Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε ότι οι αλεξιπτωτιστές έπρεπε να πέσουν στο κέντρο της εχθρικής άμυνας, με στόχο να εξουδετερώσουν τα σημεία στήριξής της.
Στην Κρήτη, όμως, κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο να συμβεί, αφού οι Κρητικοί, κρυμμένοι κάτω από τα ελαιόδεντρα ή σε πρόχειρες κρυψώνες, ήταν κυριολεκτικά αθέατοι από ψηλά. Όσοι από τους αλεξιπτωτιστές πατούσαν στη γη διέσχιζαν ένα πεδίο βολής όπου τα πυρά έρχονταν από κάθε κατεύθυνση. Έτσι καθηλώνονταν εκεί όπου έπεφταν για ώρες, με μόνη φροντίδα τη στοιχειώδη κάλυψη. Γι’ αυτό ακριβώς οι απώλειες των πρώτων κυμάτων αλεξιπτωτιστών ήταν τεράστιες, έτσι που τελικά θα χρειαστούν δώδεκα ολόκληρες μέρες για την κατάληψη της Κρήτης και θα κοστίσει τόσο πολύ στη Γερμανία, ώστε ο ίδιος ο Χίτλερ να ομολογήσει ότι «οι μεγάλες μέρες των αλεξιπτωτιστών τελείωσαν για πάντα».
«Ούλες οι χώρες πέσανε
κι ούλες εσκλαβωθήκαν
κι έμεινε η Κρήτη μοναχή με δυο θεριά μεγάλα
Πόλεμο κάνει στη στεριά, πόλεμο στον αέρα
πόλεμο κι εις τη θάλασσα, κάνει νύχτα και μέρα
πέφτουν οι μπάλες σα βροχή, στρατιώτες τσ ομπρέλες
την Κρήτη για να πάρουνε και να τηνε σκλαβώσουν»
Η Μάχη της Κρήτης ξεκίνησε τα ξημερώματα της 20ής Μαΐου και ολοκληρώθηκε στις 29, με την κατάληψη της νήσου από τις εχθρικές δυνάμεις, ενώ την 1η Ιουνίου θα ολοκληρωθεί και η αποχώρηση των βρετανικών δυνάμεων που βρίσκονταν ήδη συγκεντρωμένες στα Σφακιά. Μαζί τους αποχώρησαν ο βασιλιάς και η ελληνική κυβέρνηση για να μεταφερθούν, αρχικά, στην Αίγυπτο κι από κει στην Αφρική και αργότερα στο Λονδίνο.
Ήταν μια από τις πιο παράδοξες μάχες του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και ίσως από τις πλέον παράδοξες σε ολόκληρη τη στρατιωτική ιστορία. Ταυτόχρονα, όμως, πολύ σημαντική για τρεις, κυρίως, λόγους.
Πρώτον, με τη μάχη αυτή αποδείχθηκε ότι η κατάληψη στόχου από αέρος ήταν, τεχνικά τουλάχιστον, εφικτή.
Δεύτερον, το παλλαϊκό μέτωπο αντίστασης κατά του εχθρού αποτέλεσε το πλέον σημαντικό στοιχείο της μάχης, μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου1. Ο Κρητικός δεν πολεμούσε απλά για την επιβίωσή του. Εκείνο που κρινόταν από τον αγώνα του ήταν η επιβίωση ενός πολιτισμού που μπόρεσε να κρατηθεί ζωντανός παρά τους αιώνες δουλείας που υπέστη κι ακόμα περισσότερο η επιβίωση ενός ξεχωριστού τρόπου να ζει κανείς, να στοχάζεται, να υπάρχει. Στο μέτωπο αυτό πρωταγωνιστικό ρόλο είχε η αγροτική τάξη αλλά και η εργατική στις πόλεις. Από τους κτηνοτρόφους που πήραν μέρος στη Μάχη της Κρήτης θα προκύψουν οι ομάδες που θα συγκροτήσουν τους πυρήνες της Εθνικής Αντίστασης2. Από τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους προέκυψαν -και σ’ αυτούς στηρίχθηκαν- οι ξακουστοί καπετάνιοι: Μ. Μπαντουβάς Πετρακογιώργης, Γ. Δραμουντάνης, Μ. Ξυλούρης, Α. Κρασανάκης και πάρα πολλοί ακόμα αγωνιστές. Εκτός από αυτούς, στις μάχες πολέμησαν οι προσφυγικές γειτονιές Αλικαρνασσός, Ατσαλένιο, Αγίας Τριάδος στη περιοχή του Ηρακλείου και αντίστοιχοι οικισμοί στο Ρέθυμνο και τα Χανιά. Με αυτοθυσία αγωνίστηκαν, επίσης, υψηλόβαθμα στελέχη του ΚΚΕ Μ. Πορφυρογένης, Σ. Αθανασιάδης στη περιοχή της Χανιόπορτας, ενώ στην περιοχή Καρτερού ο αρχιμανδρίτης Φώτιος Θεοδοσάκης θα αγωνιστεί από την πρώτη μέρα της μάχης μέχρι τις αρχές του Ιούνη που θα εκτελεστεί από τους Γερμανούς. Η Μάχη της Κρήτης θα ανατρέψει τελικά τα γερμανικά σχέδια, επιφέροντας ριζική μεταβολή στην πορεία όλου του πολέμου.
Ο τρίτος και τραγικότερος λόγος που καθιστά τη Μάχη της Κρήτης σταθμό στην πορεία απόλυτου «εκβαρβαρισμού» του πολέμου ήταν η λογική των αντιποίνων που εφαρμόστηκε στους άμαχους πολίτες. Ο λυσσαλέος αγώνας των Κρητικών για την ελευθερία του νησιού τους θα φέρει ολόκληρα χωριά στο εκτελεστικό απόσπασμα, όπως την ηρωική Κάνδανο, τη Βιάννο, τα Ανώγεια και άλλους μαρτυρικούς τόπους. Οι Κρητικοί, όπως όλες οι γενναίες ψυχές, στην άκρα απελπισιά έβρισκαν τη λύτρωση. Άοπλοι, ανοργάνωτοι, χωρίς βοήθεια από κανένα κατέβαιναν από τα χωριά, από τα βουνά στ’ ακρογιάλια να υπερασπιστούν το νησί τους από τους άγριους και πάνοπλους αλεξιπτωτιστές που σκοτείνιασαν τον ουρανό της Κρήτης. Πολλοί, την ύστερη στιγμή μπροστά από το εκτελεστικό απόσπασμα, τραγουδούσαν μαντινάδες ή τον Εθνικό Ύμνο.
Στην κρίσιμη στιγμή και οι πιο σακάτες γίνονταν ήρωες. Στις φοβερές φυλακές της Αγιάς, όπως αναφέρει σε ελάχιστα γνωστό κείμενό του ο Ν. Καζαντζάκης3, κοντά στα Χανιά, οι Γερμανοί διάλεξαν 42 παλικάρια (διάλεγαν πάντα τους καλύτερους) και πήγαιναν να τους εκτελέσουν. Στο δρόμο ένας πατριώτης καμπούρης, τους συνάντησε. «Σταθείτε!», φώναξε στους Γερμανούς. «Σκοτώστε με κι εμένα, να γλιτώσει ένα παλικάρι».
«Όχι, φύγε», του απάντησαν αυτοί. «Τότε σκοτώστε με κι εμένα να γίνουν 43», φώναξε ο καμπούρης. «Ντρέπουμαι να ζω εγώ ο σακάτης και να σκοτωθούν τούτοι οι λεβέντες». Κι ενώ τα χώματα της Κρήτης κάπνιζαν ακόμη από τη φωτιά της μάχης, το προδοτικό διάγγελμα του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Λογοθετόπουλου4 προσπαθούσε να καθησυχάσει τους Κρητικούς, καλώντας τους «να προσφέρουν την υψίστην των υπηρεσιών υποβοηθούντες τας αρχάς Κατοχής».
Η κατάληψη του Αεροδρομίου του Ηρακλείου σήμανε το τέλος της υπεράνθρωπης προσπάθειας του κρητικού λαού για την ελευθερία του νησιού. Στις 30 Μαΐου ο υποστράτηγος Λιναρδάκης θα υπογράψει, τελικά, ανακωχή με τον Γερμανό Διοικητή Ηρακλείου. Με τη λακωνική φράση του υποστράτηγου Ζερ «Εντολή εξετελέσθη, ολόκληρη η νήσος είναι απηλλαγμένη εχθρού. Γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν και το τελευταίο στήριγμα ηττηθέντων Βρετανών. Τον Λιμένα Σφακίων», έληξε η πιο παράδοξη μάχη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και ίσως η τελευταία «ανθρώπινη» μάχη. Η Ευρώπη θα ζήσει τις πιο τραγικές στιγμές στην Ιστορία της που μονάχα με την κόλαση του Δάντη θα μπορούσε να συγκριθεί και θα σφραγιστεί με ό,τι πιο απάνθρωπο έζησε ποτέ η ανθρωπότητα: Το αποτρόπαιο και φρικώδες πρόσωπο του ναζισμού.
* Η Γιούλη Ιεραπετριτάκη είναι ιστορικός-αρχαιολόγος
1. Γιώργος Μαργαρίτης Η Μάχη της Κρήτης, ιστορικό ένθετο της Ελευθεροτυπίας, 30/5/2002.
2. Αντώνη Σανουδάκη Κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στο ίδιο ένθετο.
3. Ν. Καζαντζάκη Ταχυδρόμος της Αλεξάνδρειας με ημερομηνία 7/12/1952.
4. Εφημερίδα Πατρίς 23/5/2011 Το προδοτικό διάγγελμα του δωσίλογου αντιπροέδρου της κυβέρνησης Λογοθετόπουλου προς τους Κρήτες, τον Σεπτέμβριο του 1941 στα Χανιά.