Ο χρόνος θα δείξει αν οι πανηγυρισμοί σε Γάζα και Τεχεράνη για τη νέα εκεχειρία του Καΐρου αποτελεί νίκη στο μέγεθος που οι πανηγυρισμοί δείχνουν. Αν και είναι βέβαιο πως αυτή τη φορά το Ισραήλ βγαίνει από το νέο μακελειό στο οποίο επιδόθηκε για πολλοστή φορά, περισσότερο λαβωμένο από κάθε προηγούμενη –το αποδεικνύουν οι απέλπιδες προσπάθειες να σιγήσουν διεθνείς φωνές ενάντια στη νέα σφαγή– το κατά πόσον θα τηρηθούν οι όροι χαλάρωσης του αποκλεισμού της μαρτυρικής Γάζας δεν είναι κάτι που έχει κριθεί. Ωστόσο, ακόμη και σε αυτό το επίπεδο οι σχετικές κατηγορηματικές δηλώσεις της Ε.Ε. υπέρ της άρσης του αποκλεισμού επιβεβαιώνουν ότι τα πράγματα για το Ισραήλ θα είναι πιο δύσκολα από ό,τι 2012 και το 2008. Το παρακάτω άρθρο του Ραμζί Μπαρούντ δημοσιεύτηκε στους Asia Times.
Δύσκολη η δουλειά των απολογητών του Ισραήλ
Κανένας διανοούμενος, δημοσιογράφος, αξιωματούχος ή πολίτης που σέβεται τον εαυτό του, δεν μπορεί να επικαλεστεί άγνοια και να σταθεί δίπλα στο φράχτη της ουδετερότητας
του Ραμσί Μπαρούντ
Μετά από κάθε αιματηρό επεισόδιο βίας που διαπράττεται από το Ισραήλ, οι υπεύθυνοι διαστρέβλωσης των Μέσων Ενημέρωσης επιφορτίζονται με μια μεγάλη αποστολή: να απαλλάξουν το Ισραήλ από κάθε ευθύνη για τις σφαγές.
Οι απολογητές αυτοί δαιμονοποιούν όχι μόνο τους Παλαιστινίους αλλά και οποιονδήποτε τολμήσει να πάρει το μέρος τους. Το βασικό στοιχείο αυτής της ισραηλινής στρατηγικής είναι η ενοχοποίηση του θύματος.
Η τακτική αυτή δεν είναι καινούργια: Ακριβώς έτσι έχει παρουσιαστεί στα δυτικά Μέσα Ενημέρωσης η λεγόμενη «Αραβο-ισραηλινή» σύγκρουση.
Η αφήγηση βρίσκεται πάντα πολύ πιο κοντά στην εκδοχή των Ισραηλινών αξιωματούχων και των μίντια από εκείνη των Παλαιστινίων -παρά την εδώ και δεκαετίες στρατιωτική κατοχή, τους διαδοχικούς πολέμους και τις αμέτρητες σφαγές.
Απ’ όταν ξεκίνησε η ισραηλινή πολιορκία της Γάζας, μετά τις δημοκρατικές εκλογές που έφεραν στην εξουσία τη Χαμάς τον Ιανουάριο του 2006, το Ισραήλ έχει ανάγκη από τη μέγιστη παραπληροφόρηση (hasbara) -μαζί με εκείνη των υποστηρικτών του στη Δύση- για να εξηγήσει γιατί ένας πληθυσμός κακοποιείται επειδή έκανε μια δημοκρατική επιλογή.
Το τεράστιο μέγεθος της απάτης που εμπεριέχεται στην έξυπνα κατασκευασμένη ιστορία, η οποία μεταξύ άλλων τεχνασμάτων εξισώνει τη Χαμάς με την Αλ-Κάιντα (όπως το Ισραήλ έκανε κάποτε με τον Γιάσερ Αραφάτ και τον Χίτλερ), αντιπροσωπεύει ένα νέο χαμηλό – ακόμα και για τα στάνταρντ του Ισραήλ.
Τα δυτικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης δαιμονοποιούν τη Χαμάς, την αντίσταση και όλους τους άλλους «κακούς» Παλαιστινίους που ψήφισαν το κίνημα, ενώ σκόπιμα αγνοούν το φασισμό που έχει καταλάβει την ισραηλινή κοινωνία.
Για να υπάρχει ο «κακός» Παλαιστίνιος –δηλαδή ο «ριζοσπάστης», ο «εξτρεμιστής» που είναι ενάντια στην ειρήνη– πρέπει πάντα να υπάρχει ένας «καλός» Παλαιστίνιος, εκπροσωπούμενος από την Παλαιστινιακή Αρχή, τον πρόεδρο Μαχμούντ Αμπάς ή οποιαδήποτε παράταξη, πρόσωπο ή ηγέτη είναι πρόθυμος να συνυπάρξει με την ισραηλινή κατοχή.
Η Παλαιστινιακή Αρχή έχει προχωρήσει ακόμη περισσότερο συνεργαζόμενη με το Ισραήλ στη διασφάλιση της διάλυσης των Παλαιστινίων «εξτρεμιστών», όπως αυτών που επιμένουν να ανθίστανται στην κατοχή.
Χάρη στην Παλαιστινιακή Αρχή, το τίμημα της ισραηλινής κατοχής δεν υπήρξε ποτέ τόσο φθηνό. Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες για την επανενεργοποίηση της λεγόμενης ειρηνευτικής διαδικασίας, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου βρίσκει πάντα τον τρόπο για να τις τορπιλίσει, ακόμη και εκείνες που προωθούνται από τους πιο στενούς συμμάχους του στην Ουάσιγκτον.
Κίνδυνος για τον Νετανιάχου η «ειρήνη»
Η «ειρήνη» αποτελεί έναν σημαντικό κίνδυνο για τον Νετανιάχου, γιατί η κυβέρνησή του αποτελείται από Εβραίους εθνικιστές και εξτρεμιστές που δεν αισθάνονται καμιά ιδιαίτερη ανάγκη να τερματίσουν τον εποικισμό τους στη Δυτική Όχθη. Ο Αμπάς είχε κάνει πολλά για να εξασφαλίσει ότι το Ισραήλ δεν θα αισθάνεται καμία πίεση για να διαπραγματευτεί. Κάθε προσπάθεια αντίστασης, ακόμα και η ειρηνική διαδήλωση με πλακάτ και πανό στην πλατεία Αλ Μανάρα στη Ραμάλα χτυπήθηκε, συχνά με βάναυσο τρόπο.
Η Γάζα, εντούτοις, εξακολουθούσε να αποτελεί εξαίρεση. Η κτηνωδία του Ισραήλ εκεί έχει φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα, ειδικά μετά την ισραηλινή Επιχείρηση Cast Lead, στην οποία σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν χιλιάδες. Πολλοί προέβλεψαν ότι τα εγκλήματα στη Γάζα θα γυρίσουν μπούμερανγκ κατά του Ισραήλ, αλλά δεν έγινε έτσι. Η ισραηλινή επιρροή στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ήταν ακόμα αρκετά δυνατή ώστε με κάποιο τρόπο κατάφεραν τουλάχιστον να εξουδετερώσουν τις επιπτώσεις της Επιχείρησης. Η έλευση της Αραβικής Άνοιξης και η απαξίωση της ανθρώπινης ζωής, όπως συνέβη στη Συρία, τη Λιβύη και την Αίγυπτο, έθαψαν κάπως τα ισραηλινά εγκλήματα στη Γάζα· προσωρινά, ωστόσο.
Αλλά ο πρόσφατος πόλεμος του Ισραήλ στη Γάζα, το καλοκαίρι του 2014, ισοδυναμεί με γενοκτονία. Το ισραηλινό επιχείρημα της αυτοάμυνας δεν ήταν πλέον επαρκές. Καμιά αυξημένη δόση διπλωματίας δεν στάθηκε αρκετή για να εξηγήσει το θάψιμο ζωντανών ολόκληρων οικογενειών, τη συνοπτική εκτέλεση αμάχων, την κονιορτοποίηση ολόκληρων συνοικιών, τους βομβαρδισμούς παιδιών που παίζουν στην παραλία κατά τη διάρκεια μιας παραπλανητικής «νηνεμίας», την καταστροφή δεκάδων τζαμιών και εκκλησιών, και τη δολοφονία ακόμη περισσότερων παιδιών που κοιμούνταν στα σχολεία-προσωρινά καταφύγια του ΟΗΕ. Ιδιαίτερα ντροπιαστικό και οδυνηρό για το Ισραήλ ήταν το γεγονός ότι η αντίσταση στη Γάζα, η οποία αντιμετώπισε μόνη δεκάδες χιλιάδες καλά οπλισμένους εισβολείς από τις σήραγγες, σκότωσε 64 Ισραηλινούς. Όλοι, εκτός από τρεις, ήταν στρατιώτες και σκοτώθηκαν κυρίως μέσα στη Γάζα.
Ο φασισμός έχει καταλάβει την ισραηλινή κοινωνία
Καθώς όλος ο κόσμος αφυπνίστηκε μπροστά στο μέγεθος της καταστροφής που προκάλεσε το Ισραήλ στη Γάζα, πολλοί επίσης κατάλαβαν ότι μια τέτοια οργή δεν είναι ανεξάρτητη από το φασισμό που έχει κατακτήσει την ισραηλινή κοινωνία, εδώ και πολλά χρόνια. Στο Ισραήλ δεν υπάρχει πλέον χώρος για διαφωνία και εκείνοι που βρίσκονται στις υψηλότερες θέσεις της εξουσίας, είναι αυτοί που ανοιχτά και ελεύθερα κηρύττουν τη γενοκτονία.
Σε ένα εξαιρετικό άρθρο στο The American Conservative, τον Αύγουστο του 2006, ο Σκοτ ΜακΚόνελ έγραφε: «Όλες οι κοινωνίες έχουν ομάδες μίσους και εξτρεμιστές, αλλά πουθενά στον δημοκρατικό κόσμο δεν είναι αυτοί πιο κοντά στο κέντρο της εξουσίας από ό,τι στο Ισραήλ. Στη δεκαετία του 1980 ο Μέιρ Καχάνε είχε μικρή επιρροή στο Ισραήλ, εντούτοις το κόμμα του, που ήταν υπέρ της εθνοκάθαρσης, κρίθηκε παράνομο. Τώρα οι Καχανιστές είναι στο επίκεντρο της κυρίαρχης ιδεολογίας στη χώρα».
Το θέμα αυτό συζητήθηκε στο πλαίσιο των δηλώσεων που έγιναν από τον Μοσέ Φεϊγκλίν, αναπληρωτή πρόεδρο της Κνεσέτ (Βουλή) και «κορυφαίο στέλεχος στο κυβερνών κόμμα του Ισραήλ, Λικούντ». Ο Φεϊγκλίν απαίτησε οι Παλαιστίνιοι από τη Γάζα να μετεγκατασταθούν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, και όλοι της Χαμάς και οι υποστηρικτές της να «αφανιστούν». Ποιος μπορεί, καλοπροαίρετα, να κατακρίνει όσους υποστηρίζουν τη συσχέτιση του ναζισμού με ό,τι συμβαίνει στην Παλαιστίνη;
Εν τω μεταξύ, σε αυτό το επίπεδο που έχουν φτάσει τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και Ενημέρωσης, όπου τα κυρίαρχα ειδησεογραφικά δίκτυα δεν έχουν πλέον πλήρη εξουσία πάνω στην αφήγηση της πραγματικότητας, κανένας διανοούμενος, δημοσιογράφος, αξιωματούχος ή πολίτης που σέβεται τον εαυτό του και έχει συνείδηση, δεν μπορεί να επικαλεστεί άγνοια και να σταθεί δίπλα στο φράχτη της ουδετερότητας.
Η τελευταία επιχείρηση στη Γάζα τα έχει αλλάξει όλα. Τα εγκλήματα και ο φασισμός του Ισραήλ δεν θα πρέπει πλέον να προσφέρονται για ζωηρές συζητήσεις στα Μέσα Ενημέρωσης, αλλά να αναγνωριστούν ως ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός.
Η γλώσσα μας, όπως και η αντίληψή μας, πρέπει επίσης να αλλάξει για να εκφράσει αυτή την αναμφισβήτητη πραγματικότητα.