του Μιχάλη Σιάχου
Ο αιρετικός μαρξιστής Κοστάνζο Πρέβε αναφερόμενος στην δικαιοσύνη σημείωνε τα ακόλουθα:
«Από το τρίπτυχο δικαιοσύνη, ισότητα και ασφάλεια, κατά τη γνώμη μου η βασική έννοια είναι η δικαιοσύνη. Κατά συνέπεια έχουν άδικο εκείνοι οι μαρξιστές που, έστω και καλοπροαίρετα, υποστηρίζουν πως ο μαρξισμός δεν είναι η θεωρία της δικαιοσύνης, γιατί η άνιση διανομή της υπεραξίας και η δική της αναπαραγωγή δεν προκύπτουν από άδικες αναδιανεμητικές επιλογές, αλλά από μηχανισμούς εντελώς ανεξάρτητους από την ηθική.
Αν ο μαρξισμός θέλει να επιβιώσει, πρέπει να γίνει η θεωρία της δικαιοσύνης, αν και κατά τη γνώμη μου, όχι με μορφή νέου συμβασιοκρατισμού ή νέου ωφελιμισμού. Διαφορετικά από ότι πίστευε ο «αριστοκρατικός επαναστάτης» Νίτσε, τα αιτήματα της ισότητας και της ασφάλειας δεν είναι καθόλου σε αντιπαράθεση με τη δικαιοσύνη, αλλά αντίθετα είναι απόλυτα οργανικά διακριτικά της χαρακτηριστικά.
Εξάλλου ακόμη και τα παιδιά ξέρουν ότι τα τελευταία διακόσια χρόνια, δεν έγιναν επαναστάτες αυτοί που είχαν μελετήσει τη θεωρία της αξίας του Μαρξ, αλλά πάντα και μόνο όσοι κινήθηκαν ποθώντας δικαιοσύνη, αντιδρώντας στην αδικία, την ανισότητα και την ανασφάλεια.» (Η πολιτισμική κρίση της τρίτης ηλικίας του καπιταλισμο, 2010)
Η δικαιοσύνη είναι μια διττή έννοια. Περιλαμβάνει όλους τους θεσμούς και κανόνες δικαίου που λειτουργούν σε ένα σύστημα αλλά συγχρόνως εγκολπώνεται και μορφές κοινωνικής συνείδησης και ηθικής για το δέον και για τις σχέσεις ανάμεσα σε ανθρώπους, κοινωνικές ομάδες, κράτους – πολιτείας και συνολικά της κοινωνίας.
Πράγμα που σημαίνει ότι η αδικία ή το αίσθημα της αδικίας αποτελεί κι αυτό μια μορφή κοινωνικής συνείδησης και προσλαμβάνουσας που ξεκινά από τις πραγματικές καταπιεστικές και εκμεταλλευτικές σχέσεις και επεκτείνονται σε θεσμούς και σχήματα της «κανονικής» ζωής.
Γι αυτό η προβαλλόμενη από την κυβέρνηση (της κακιάς ώρας Αριστεράς) άποψη περί κοινωνικής δικαιοσύνης, ότι δηλαδή είναι δίκαιο να περικόπτεται από την κοινωνική πλειονότητα όσα διατάζει το μνημονιακό καθεστώς κι από το «περίσσευμα» να μοιράζεται ένα μέρος ως ελαφρύ αναλγητικό – φιλοδώρημα σε μια μικρή μειονότητα, αποτελεί στην ουσία εμπαιγμό, κοροϊδία και κατάφωρη αδικία. Η βίαιη αναδιανομή του πλούτου και των εισοδημάτων, πάνω από οχτώ συνεχόμενα χρόνια, συνιστά την μεγαλύτερη κοινωνική αδικία, που επικυρώνεται κάθε φορά από τους πρόσκαιρους πολιτικούς διαχειριστές της αναδιανομής. Άξιος ο μισθός τους, αλλά οποιοδήποτε τέχνασμα δεν θα αποτρέψει την οργή των θιγόμενων που ρίχνονται στην απελπισία και την απόγνωση. Χθες μόλις ένας 60χρονος στην Σύμη αυτοκτόνησε γιατί δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα. Όχι, δεν ήταν πλούσιος που του δήμευσαν την περιουσία, μια καφετέρια είχε και τον έπνιγαν τα χρέη…