Τα όρια της καθεστωτικής στρατηγικής και τα ζητούμενα για την Αριστερά αναδεικνύει η αντιπαράθεση για τη ΔΕΗ
του Δημήτρη Υφαντή
Η πολιτική όξυνση με επίκεντρο το ξεπούλημα της ΔΕΗ, πρώτη σοβαρή μετεκλογική κυβερνητική δοκιμασία, παράγει χρήσιμο απολογισμό και όσον αφορά την καθεστωτική στρατηγική και όσον αφορά τις δυνατότητες ανάδυσης σε πρωταγωνιστικό ρόλο του μετώπου της αντίστασης, της πολιτικής αλλαγής και της εναλλακτικής προοπτικής.
Επιβεβαιώνεται πως η κυβέρνηση δεν διαθέτει περιθώρια ελιγμών. Ακόμα και ο πιο «αμερόληπτος» αναλυτής διαπιστώνει ένα ατόφιο στυγνό καθεστώς, που όχι μόνο καταργεί δικαιώματα και ελευθερίες, αλλά δεν ανέχεται ούτε καν το θεσμικό πλαίσιο της κοινοβουλευτικής τελετουργίας. Το γιατί συμβαίνει αυτό, το μαρτυρά, όχι τόσο το τι επί της ουσίας επιβάλλεται, όσο το «πώς», ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο επιβάλλεται. Εκεί που λες «δεν παίρνει άλλο», παίρνει κι… άλλο «αποφασίζουμε και διατάσσουμε» ή αλλιώς, «τάξη και μόνο τάξη» (αφού το πρώτο συνθετικό, ο «νόμος», τελεί υπό την αποκλειστική έγκριση της τρόικας).
Πρόκειται για δραματική -και ενδεχομένως καταδικαστική, μακροπρόθεσμα, για την ίδια την πολιτική της επιβίωση- στειρότητα επιλογών της συγκυβέρνησης. Στειρότητα που προκύπτει είτε εκουσίως, γιατί αντιλαμβάνονται πολύ καλά οι Σαμαράς και Βενιζέλος πως η παραμικρή υποχώρηση θα οδηγήσει στη γρήγορη αποδόμηση ολόκληρου του οικοδομήματος περί «δεσμεύσεων» και «θυσιών» που εγγυώνται την οριστική έξοδο από την κρίση, είτε καταναγκαστικά υπό τις απροκάλυπτες παρεμβάσεις ακόμα και υπηρεσιακών αξιωματούχων των δανειστών, που κόβουν κάθε συζήτηση για «χαλάρωση».
Από τις καθαρίστριες μέχρι τους διοικητικούς υπαλλήλους των πανεπιστημίων κι από την αξιολόγηση στο Δημόσιο μέχρι το ξεπούλημα της ΔΕΗ κι όλα όσα ακολουθούν, η σκλήρυνση κλιμακώνεται σε πρωτοφανή βαθμό. Ο Κ. Μητσοτάκης έστειλε την ΑΔΕΔΥ στα δικαστήρια με κατηγορητήριο «απείθειας» στην αξιολόγηση. Και η κατά συρροή πραξικοπηματική τακτική (Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και Προεδρικά Διατάγματα) εξελίχτηκε σε ακρωτηριασμό της ίδιας της συμπολιτευόμενης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, διαγράφοντας με το «έτσι θέλω» το αίτημα, άνω των 120 βουλευτών, για Δημοψήφισμα για τη ΔΕΗ, στη χαλκευμένη σύνθεση του πρώτου Θερινού Τμήματος της Βουλής.
Η άτεγκτη προκλητική κυβερνητική στάση, με παράπλευρες εσωκομματικές παραφωνίες, σαφώς ξεγυμνώθηκε μέσω της εύστοχης πρωτοβουλίας του ΣΥΡΙΖΑ, που ανέδειξε τη ΔΕΗ ως θεμελιώδες επίδικο της εθνικής παραγωγικής ανασυγκρότησης και, εντέλει, ως αντικείμενο άμεσης έκφρασης της λαϊκής βούλησης. Παράλληλα επιβεβαιώθηκαν ποικίλης απόχρωσης δουλείες σε μικροκομματικές τακτικές περιχαράκωσης. Οι επιδιώξεις της ΔΗΜΑΡ και του ΚΚΕ εμφανίζονται σε πλήρη αντιδιαστολή, με βάση το λεγόμενο πολιτικό πλαίσιο. Άραγε, όμως, σε ποιο βαθμό διαφοροποιούνται, επί του πρακτέου, οι επιλογές που πρόκριναν οι ηγεσίες τους; Κι αν όλα τούτα πιστώνονται αναμφίβολα θετικά στην τακτική του ΣΥΡΙΖΑ, ένα μεγάλο «αλλά», αυτό της γόνιμης ανταπόκρισης στην πρόκληση της συγκυρίας, όχι μόνο δεν απαντάται, αντιθέτως εγκαθίσταται όλο και πιο στέρεα στο επίκεντρο.
Το μήνυμα του καθεστώτος είναι κρυστάλλινο και προς την κοινωνία και προς την Αριστερά. Δεν υφίσταται στην πράξη καμία χαραμάδα αξιοποίησης της… νομιμότητας, ούτε προφανώς του κοινοβουλευτικού πεδίου, παρά μόνο ως μέσο αποκάλυψης της καθεστωτικής ωμότητας και του κυβερνητικού κυνισμού. Αλλά, βεβαίως, ποιος τρέφει πλέον την ελάχιστη αμφιβολία; Αυτό που εμμένει ως επείγον, είναι το πώς θα ανοίξει οδός διαφυγής. Από μία άποψη, την ανάποδη, έχει βάση ο παραληρηματικός λόγος της κυβερνητικής εκπροσώπου, Σ. Βούλτεψη, η οποία απέδωσε στον ΣΥΡΙΖΑ (και προσωπικά στον Α. Τσίπρα) σχεδιασμό νέων Ιουλιανών και πολιτικής ανωμαλίας. Γιατί και «Ιουλιανά», με την έννοια μιας μεγάλης λαϊκής ανάταξης και «πολιτική ανωμαλία», με την έννοια της πρόκλησης οξείας κυβερνητικής κρίσης με πραγματικούς κοινωνικούς και πολιτικούς όρους, σαφώς είναι τα ζητούμενα.
Η νέα επιστράτευση κατά των απεργών της ΔΕΗ απαντήθηκε με άσφαιρα ρητορικά πυρά από τα συνδικάτα και την Αριστερά. Όμως αυτό δεν αποτελεί δείγμα κοινωνικού μιθριδατισμού, μιας εθελοδουλίας δηλαδή στον ακραίο αυταρχισμό, όπως έσπευσαν πολλοί να διαπιστώσουν. Αλλά προδίδει την οδυνηρή εμπέδωση, σε πλατιά κλίμακα, ενός αισθήματος ατελέσφορης αντίστασης. Δηλαδή, ίσως κάτι χειρότερο…
Αλλιώς διατυπωμένο: Ενάμιση μήνα μετά την αδιαμφισβήτητη ιστορική νίκη της Αριστεράς, παραμένει ερώτημα το πώς αυτή αποτυπώνεται σε μία ολοένα και πιο ζοφερή πραγματικότητα και το πώς βάζει τη σφραγίδα της στη ζωτική πορεία της αναστροφής. Η πρώτη μετεκλογική δημοσκόπηση (τάσεις της MRB) εμφανίζει το ενδιαφέρον στοιχείο μιας ενίσχυσης της αντικαθεστωτικής τάσης στα ποιοτικά στοιχεία (πλειοψηφίες κατά του ξεπουλήματος της ΔΕΗ, κατά της παράτασης της κυβερνητικής θητείας) σε αντιδιαστολή όμως με ένα «κλείδωμα» των συσχετισμών σε ένα αναιμικό προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Τα κυβερνητικά αδιέξοδα συνεπώς, δεν ταυτίζονται ακριβώς με «γεωμετρική φθορά» της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου, περισσότερο την αποχαλινώνουν ως ολοένα και πιο επικίνδυνη σε κάθε επίπεδο. Αντιθέτως, υπογραμμίζεται, τώρα ακόμη πιο εμφατικά, η πρόκληση της ανάληψης της πρωτοβουλίας (η μάχη για τη ΔΕΗ αποτέλεσε μια πρώτη θετική απόπειρα) από τον ΣΥΡΙΖΑ, με στόχο την έκφραση της λαϊκής αγωνίας και την πυροδότηση της κοινωνικής δυναμικής. Οι δυνατότητες αναδείχτηκαν, αλλά και τα ελλείμματα είναι σαφέστερο πού εντοπίζονται.