«Πού θα μπορούσατε να θεραπευτείτε από ένα γιατρό που έχει δουλέψει 1.000 ώρες υπερωρίες το περασμένο έτος, που κερδίζει 15 δολάρια το μήνα αλλά δεν έχει πληρωθεί τους περασμένους πέντε μήνες, που δουλεύει χωρίς φάρμακα ή γάζες, με οροφές που στάζουν στα χειρουργεία, χωρίς τρεχούμενο νερό, χωρίς θέρμανση το χειμώνα και χωρίς επενδύσεις στις υποδομές επί χρόνια»;

Είναι μια εικόνα που θυμίζει τις πολύ φτωχές χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής, ωστόσο αποτελεί μια περιγραφή της κατάστασης της περίθαλψης στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης το έτος 2002 (Δελτίο Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας). Σύμφωνα με μια μελέτη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του ίδιου έτους αυτές οι συνθήκες ήταν γενικευμένες. Οι συνθήκες εργασίας γενικά επιδεινώθηκαν για τους εργαζόμενους στην υγεία σε όλη την περιοχή μετά την κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος, το οποίο υποστήριζε ένα εθνικό σύστημα υγείας σχεδιασμένο να αντιμετωπίζει τόσο τις επιδημίες όσο και την καθημερινή περίθαλψη.

Οι σαρωτικές οικονομικές και πολιτικές αλλαγές της «οικονομίας της αγοράς» συρρίκνωσαν δραματικά τα συστήματα υγείας. Οι αρμοδιότητες και η χρηματοδότηση πέρασε σε ποικίλους βαθμούς από την κεντρική κρατική διοίκηση στις τοπικές Αρχές, δημιουργώντας τεράστιες ανισότητες και αφήνοντας μεγάλα τμήματα του πληθυσμού χωρίς περίθαλψη, ενώ με το παλιό σύστημα υπήρχαν πολυκλινικές και κέντρα υγείας στα χωριά κάθε περιοχής.
Στα οκτώ χρόνια που μεσολάβησαν η κατάσταση όχι μόνο δεν έχει αλλάξει αλλά έχει επιδεινωθεί κάτω από τα αλλεπάλληλα πακέτα λιτότητας και περικοπών κρατικών δαπανών που επιβάλλουν Ε.Ε. και ΔΝΤ, και σημαντικοί παράγοντες του χώρου της υγείας στην Ανατολική Ευρώπη σημαίνουν τον κώδωνα του κινδύνου: ο τομέας της υγείας επιδεινώνεται, καθώς χιλιάδες εργαζόμενοι σ’ αυτόν εγκαταλείπουν τη δουλειά τους λόγω των πενιχρών μισθών και των άθλιων συνθηκών εργασίας και μεταναστεύουν κατά σμήνη. Ορισμένοι γιατροί λένε, μάλιστα, το αναμενόμενο: Ότι κινδυνεύει η ζωή των ανθρώπων από τις ελλείψεις υλικών και προσωπικού.
Σε ορισμένα κράτη, η χρόνια υποχρηματοδότηση έχει οδηγήσει σε νοσοκομεία και κλινικές χωρίς βασικό εξοπλισμό και υλικά. Οι γιατροί σε κάποια νοσοκομεία της Ρουμανίας, π.χ., αναγκάστηκαν να πληρώσουν από την τσέπη τους φάρμακα, σύριγγες και γάζες για να φροντίσουν τους ασθενείς τους. Οι εταιρίες που προμηθεύουν τα νοσοκομεία αρνήθηκαν να τους παράσχουν τα αναγκαία εφόδια, λόγω των απλήρωτων λογαριασμών. Όμως, οι αρμόδιοι φοβούνται ότι η έλλειψη προσωπικού και η συνεχής έξοδος γιατρών και νοσοκόμων προς τη Δύση δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη απειλή.
Στις αρχές του τρέχοντος έτους οι Πολωνέζες νοσοκόμες κατέβηκαν σε απεργία, προειδοποιώντας ότι η κατάσταση ήταν κρίσιμη και γρήγορα θα μπορούσε να γίνει επικίνδυνη. Ανέφεραν ότι οι χαμηλοί μισθοί και οι άθλιες συνθήκες εργασίας είχαν αναγκάσει χιλιάδες νοσοκόμες να εγκαταλείψουν την Πολωνία για να εργαστούν στο εξωτερικό από την εποχή που η χώρα έγινε μέλος της Ε.Ε.
Ο μέσος μηνιαίος μισθός στην Πολωνία είναι 825 ευρώ, αλλά οι νοσοκόμες παίρνουν 330-775 ευρώ, ανάλογα με την εμπειρία τους. Οι μισθοί είναι ακόμη χαμηλότεροι σε άλλες χώρες της περιοχής. Στη Ρουμανία, από όπου έχουν μεταναστεύσει πάνω από 4.000 γιατροί (το 10%) από το 2007, σύμφωνα με το Ρουμανικό Κολέγιο των Ιατρών, ένας ειδικευόμενος γιατρός παίρνει 200 ευρώ μισθό κατά μέσο όρο. Ο μέσος μηνιαίος μισθός είναι 320 ευρώ.
Στην Τσεχική Δημοκρατία, κάθε έτος 50 απόφοιτοι ιατρικών σχολών και 250 ειδικευμένοι γιατροί φεύγουν από τη χώρα για το εξωτερικό, ενώ οι πρόσφατα αποφοιτήσαντες γιατροί έχουν βασικό μισθό 650 ευρώ, σύμφωνα με τον Τσεχικό Ιατρικό Επιμελητήριο. Ο μέσος μισθός στην Τσεχία είναι 900 ευρώ.
Στην Ουγγαρία, όπου πάνω από 2.600 γιατροί έχουν φύγει για δουλειά στο εξωτερικό από το 2004 (επίσημες στατιστικές), οι νέοι γιατροί κερδίζουν 350 ευρώ το μήνα κατά μέσο όρο. Στα Βαλτικά κράτη, οι μισθοί του ιατρικού προσωπικού είναι επίσης πολύ χαμηλοί και οι ειδικευμένοι χειρουργοί συχνά κερδίζουν μόνο 850 ευρώ το μήνα.
Τον Απρίλιο, η Βουλγάρα υπουργός Υγείας δήλωσε στα τοπικά ΜΜΕ ότι η χώρα είχε μόνο τις μισές νοσοκόμες σε σχέση με αυτές που χρειάζεται και ότι «κάθε ημέρα ένας γιατρός εγκαταλείπει τη χώρα για να εργαστεί στο εξωτερικό». Οι νοσοκομειακοί γιατροί κερδίζουν 350 ευρώ το μήνα.
Πολλοί γιατροί και νοσοκόμες ζητούν την αύξηση των κρατικών δαπανών υγείας, ενώ ορισμένα κράτη έχουν αρχίσει να επιβάλουν στους ασθενείς να πληρώνουν επισκέψεις σε γιατρούς και μεταφορά με ασθενοφόρα και εξετάζουν συστήματα που καταργούν πλήρως τη δωρεάν περίθαλψη.

(Πηγή: Inter Press Service)

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!